Δημήτρης Τσάλτας: Αλυσιδωτές επιπτώσεις σε περιβάλλον, υγεία, τρόφιμα και αγροτική οικονομία από την πυρκαγιά
InBusinessNews 17:29 - 25 Ιουλίου 2025

Σοβαρές και αρνητικές είναι οι επιπτώσεις στην ποιότητα του αέρα αλλά και του εδάφους, οι οποίες αλυσιδωτά θα μεταφερθούν και στην τροφική αλυσίδα, από την τεράστια πυρκαγιά που έπληξε την ορεινή και ημιορεινή Λεμεσό.
Όπως δήλωσε, μιλώντας στο ΚΥΠΕ, ο Καθηγητής του ΤΕΠΑΚ και Πρόεδρος του Τμήματος Γεωπονικών Επιστημών, Βιοτεχνολογίας και Επιστημών Τροφίμων Δημήτρης Τσάλτας, εκτός από τις άμεσες επιπτώσεις στο περιβάλλον από τη μεγάλη πυρκαγιά, θα υπάρξουν και επιπτώσεις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες που θα επηρεάσουν αρνητικά την υγεία των ανθρώπων, την ποιότητα των τροφίμων αλλά και την αγροτική οικονομία.
Στις δηλώσεις του στο ΚΥΠΕ, κληθείς αρχικά να σχολιάσει την έκταση που πήρε η πυρκαγιά, ο κ. Τσάλτας είπε αρχικά πως είναι χρόνια τα προβλήματα που μας ταλανίζουν και που θα πρέπει να να βρούμε επιτέλους κάποιες λύσεις για το πόσο πως αντιδρούμε σε τέτοιες καταστροφές και πώς προσπαθούμε να τις μειώσουμε όσο το δυνατόν τις επιπτώσεις και κυρίως πώς να ελέγξουμε την πυρκαγιά άμεσα και αποτελεσματικά.
Όσον αφορά την επίπτωση στο περιβάλλον από την τεράστια πυρκαγιά, ο κ. Τσάλτας αναφέρθηκε αρχικά, πέραν από την καταστροφή των εκτάσεων δάσους και καλλιεργειών, στην ποιότητα του αέρα.
Όπως είπε, ο καπνός και η αιθάλη, η οποία υπήρξε στην ατμόσφαιρα είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, καθώς σε συνδυασμό με τους πολύ δυνατούς ανέμους, και τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες, δημιουργούν μια πολύ δύσκολη κατάσταση για ανθρώπους, ζώα αλλά και φυτά.
Ερωτηθείς για πόσο θα διαρκέσει αυτό το επιβαρυντικό φορτίο στον αέρα και πόσο καιρό θα μείνουν στον αέρα οι επικίνδυνες ουσίες, ο κ. Τσάλτας είπε πως θα μείνουν για αρκετά μεγάλο διάστημα και ο λόγος είναι ότι ουσιαστικά μιλάμε για πολύ μικρά και πολύ ελαφριά σωματίδια, τα οποία ναι μεν αν σταματήσει ο αέρας πέφτουν στο έδαφος, αλλά τα μπορούνε το αμέσως επόμενο διάστημα, κάθε φορά που έχουμε τέτοιες συνθήκες δυνατού ανέμου να ξανασηκωθούν στην ατμόσφαιρα από το έδαφος.
Ερωτηθείς ποια είναι η επικινδυνότητα στον ανθρώπινο οργανισμών αυτών των σωματιδίων, ο Καθηγητής του ΤΕΠΑΚ είπε πως είναι αρκετά μεγάλη.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν μιλάμε για σκόνη, μιλάμε για καμένα υλικά από πολλές διαφορετικές πηγές, δηλαδή δεν είναι μόνο τα καμένα φυτά που είναι στην ατμόσφαιρα, αλλά έχουμε πόσες άλλες ουσίες τεχνητές οι περισσότερες από αυτές, όπως πλαστικά, σκουπίδια, καλώδια, συσκευές και τα πάντα που πέταξε ο άνθρωπος και βρέθηκαν στο δρόμο της φωτιάς. Άρα όλα αυτά θα τα εισπνεύσουμε και έχουν μεγάλο βαθμό επικινδυνότητας σαν χημικές ουσίες καθώς έχουν πλέον περάσει σε μία άλλη μορφή μετά την καύση τους, που επίσης είναι πολύ επικίνδυνη.
Σε ερώτηση για το χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί για να αποκατασταθεί όλη αυτή η ζημιά στο περιβάλλον, ο κ. Τσάλτας είπε πως αν μιλούμε για τη βλάστηση, παίρνει χρόνο καθώς έχουμε επιπρόσθετα και το πρόβλημα της ανομβρίας αυτή τη στιγμή, η οποία μας πλήττει για χρόνια.
«Είναι δυσοίωνες οι προβλέψεις αν ο επόμενος χειμώνας θα είναι και πάλι χωρίς νερό, τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα, και συνεπώς θα είναι και δύσκολα και για την επάνοδο της της φύσης», είπε και εξήγησε ωστόσο πως η επάνοδος της φύσης δεν είναι κάτι σταθερό, καθώς κάθε φυτό και κάθε τύπος φυτού έχει τον δικό του χρόνο επανάκαμψης.
«Βέβαια, κάθε φορά που γίνεται μια πυρκαγιά είναι και το πώς εμείς θα χειριστούμε το περιβάλλον και τις περιοχές που κάηκαν, γιατί το να αφήσεις να επανακάμψει η φύση σε μια άτακτη και άγρια μορφή δεν είναι πάντα και το καλύτερο», είπε και σημείωσε πως είναι και μία ευκαιρία να παρέμβει με τη θετική έννοια, στην φύση.
Όπως εξήγησε στη συνέχεια, αναλύοντας το θέμα της παρέμβασης, πως οι περιοχές που κάηκαν αποτελούν τα παραδοσιακά αμπελοτόπια της Κύπρου, και η εγκατάλειψη -σε μεγάλο βαθμό- των τελευταίων χρόνων της καλλιέργειας των αμπελώνων ίσως ήταν και ένας από τους λόγους που επιδεινώθηκε αυτή η πυρκαγιά.
Πρόσθεσε πως πολλοί αμπελώνες της περιοχής εγκαταλείφθηκαν και ερημώθηκαν τα τελευταία χρόνια και συγκεκριμένα από τη δεκαετία του ’90 όταν τα σχέδια που υπήρχαν δεν αναδιαρθρώθηκαν. Ως αποτέλεσμα, συνέχισε, πολλοί από τους αμπελώνες να μετατραπούν σε χωράφια με άγρια βλάστηση.
Όπως είπε ο κ. Τσάλτας, οι αμπελώνες σταματούν την πυρκαγιά και είναι χαρακτηριστική η συμπεριφορά τους μέσα στη φωτιά τόσο γιατί δεν μένουν χόρτα πολλά στο έδαφος αλλά και λόγω της χαμηλής τους βλάστησης της, μη εύφλεκτης σχετικά ύλης τους.
Ερωτηθείς για τις επιπτώσεις της πυρκαγιάς στα γεωργικά προϊόντα και κατ’ επέκταση στα τρόφιμα, ο κ. Τσάλτας είπε πως πρώτα από όλα ο πρωτογενής τομέας υφίσταται μεγάλες καταστροφές. Όπως σημείωσε, στις περιοχές που κάηκαν υπήρχε ένα μεγάλο μέρος της γεωργικής παραγωγής της χώρας και ειδικά της αμπελοκαλλιέργειας, κάτι που θα επηρεάσει την παραγωγή κρασιών και άλλων παραγόμενων προϊόντων. Επεσήμανε, ωστόσο, πως ακόμη δεν έχει γίνει η καταγραφεί των ζημιών καθώς ακόμη υπάρχουν ανοικτά μέτωπα.
Ο κ. Τσάλτας είπε πως εκτός από τους αμπελώνες της περιοχής, κάηκαν και πολλές άλλες καλλιέργειες όπως πυρηνόκαρπα.
Πρόσθεσε πως τα προϊόντα αυτά και ό,τι διασώθηκε από τη φωτιά έχει επάνω του τα επιβαρυντικά, για την υγεία, στοιχεία της στάχτης της φωτιάς, τα οποία παράλληλα θα μολύνουν και το έδαφος.
Η καύση δίνει στις ουσίες μια άλλη μορφή, ακόμα πιο ρυπογόνα για το έδαφος, καθώς άλλο είναι η επιβάρυνση του εδάφους από τα πλαστικά ως πλαστικά και άλλο από τα καμένα πλαστικά.
Σημείωσε πως περισσότερο είναι μακροπρόθεσμες οι επιπτώσεις στην υγεία του εδάφους και κατά συνέπεια στην υγεία του ανθρώπου και των ζώων που καταναλώνουν τα προϊόντα που παράγονται στο μολυσμένο έδαφος. Ανέφερε, ακόμη, πως αρνητικά επηρεάζονται και θα επηρεαστούν και οι κτηνοτροφικές αλλά και οι γαλακτοκομικές μονάδες.
Κληθείς να δώσει ένα τελικό απολογισμό για την όλη καταστροφή στην αγροτική οικονομία, ο κ. Τσάλτας είπε πως δυστυχώς, είναι πολύ μεγάλες οι ζημιές και συνέπειες που θα υπάρξουν, ωστόσο, συνέχισε, αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να υπολογιστούν με ακρίβεια.
Είπε πως ένα σημαντικό καμπανάκι που έχει κτυπήσει από τη φωτιά είναι και η ανάγκη για συλλογή επιστημονικών στοιχείων που θα βοηθήσουν στην καλύτερη ανταπόκριση σε περίπτωση πυρκαγιάς.
Από την άλλη, είπε, η ανάγκη για δυνατό γεωργικό τομέα, λειτουργεί προστατευτικά και αποτρεπτικά για τις πυρκαγιές.
«Θέλεις ενεργό κόσμο, δραστήριο κόσμο, νέο κόσμο στη γεωργία καθώς αυτοί είναι που θα παρέμβουν πρώτα στη φωτιά, αυτοί είναι που θα νοιαστούν», είπε.