Η υποβαθμισμένη γη, ο μολυσμένος αέρας και η πίεση στα συστήματα άρδευσης και ύδρευσης αποτελούν άμεση παγκόσμια οικονομική απειλή, αλλά η πιο αποτελεσματική χρήση των φυσικών πόρων θα μπορούσε να μειώσει τη ρύπανση κατά το ήμισυ, δήλωσε στο Reuters ένας από τους ανώτερους διευθύνοντες συμβούλους της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Η ζημιά είναι ιδιαίτερα έντονη για τις χώρες με χαμηλό εισόδημα, που απειλούνται περισσότερο από τη φτώχεια, την κλιματική αλλαγή και την απώλεια βιοποικιλότητας, δήλωσε ο Axel van Trotsenburg.
Μιλώντας με αφορμή και τη δημοσίευση νέας έκθεσης τη Δευτέρα, είπε ότι περίπου το 80% των πολιτών σε χώρες χαμηλού εισοδήματος εκτίθενται και στους τρεις κινδύνους και η Παγκόσμια Τράπεζα έχει δεσμευτεί να ανταποκριθεί ακόμη και όταν πολλές χώρες μειώνουν τους προϋπολογισμούς βοήθειας.
Μεταξύ των χωρών που έχουν πληγεί περισσότερο είναι το Μπουρούντι, όπου 8 εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν κινδύνους από το νερό και την ατμοσφαιρική ρύπανση και 7 εκατομμύρια αντιμετωπίζουν κινδύνους εξαιτίας υποβάθμιση της γης.
Στο Μαλάουι, 12 εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν και τους τρεις κινδύνους, αναφέρει η έκθεση.
Γενικότερα, το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού αντιμετωπίζει τουλάχιστον μία από τις προκλήσεις, με την έκθεση να προτρέπει τις χώρες να επαναχρησιμοποιήσουν τις επιδοτήσεις που δαπανώνται επί του παρόντος για επιβλαβείς δραστηριότητες.
Η έκθεση δημοσιεύεται σε μια στιγμή όπου το πολιτικό σκηνικό είναι διχασμένο ενόψει των συνομιλιών για το κλίμα COP30 τον Νοέμβριο, στη Βραζιλία.
Η Παγκόσμια Τράπεζα και άλλοι πολυμερείς δανειστές αναμένουν επίσης το αποτέλεσμα μιας αναθεώρησης στάσης των ΗΠΑ, η οποία διέταξε ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον Φεβρουάριο.
Η Παγκόσμια Τράπεζα θα παράσχει στοιχεία βασισμένα σε δεδομένα για τις συζητήσεις σχετικά με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος μεταξύ των κυβερνήσεων-μελών της, δήλωσε ο Axel van Trotsenburg.
Η έκθεση εκτιμά ότι τα δάση βοηθούν στο σχηματισμό περίπου των μισών νεφών βροχής στον κόσμο και τονίζει ότι η αποψίλωση των δασών μείωσε τις βροχοπτώσεις με κόστος 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως μόνο για την περιοχή του Αμαζονίου, ένα σημαντικό πλήγμα για τα επηρεαζόμενα κράτη.
Σημαίνει επίσης ότι τα εδάφη αυτά είναι λιγότερο ικανά να αποθηκεύουν και να απελευθερώνουν υγρασία με την πάροδο του χρόνου. Αυτό ενισχύει τις επιπτώσεις των ξηρασιών και έχει ως αποτέλεσμα ένα πλήγμα 379 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ή 8% της παγκόσμιας γεωργικής οικονομικής παραγωγής.