Η ενεργειακή μετάβαση προϋποθέτει μία ενιαία εθνική στρατηγική
Γιώργος Κωνσταντινίδης 13:00 - 16 Ιανουαρίου 2025
Η άφιξη του 2025 σηματοδοτεί τη μετάβαση στο ‘τελευταίο μίλι’ (πενταετία) πριν το 2030, που έχει οριστεί ως έτος επίτευξης των εθνικών στόχων για τη χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) έναντι της ΕΕ. Μέχρι τότε, η χώρα μας έχει δεσμευτεί ότι θα πετύχει τη χρήση ΑΠΕ στο 33% της Ακαθάριστης Τελικής Κατανάλωσης Ηλεκτρικής Ενέργειας της Κύπρου.
Πόσο κοντά βρισκόμαστε όμως σε αυτό τον στόχο, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι συνδεδεμένος και με τις προσπάθειες απαλλαγής από τον άνθρακα για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050; Μιλώντας με αριθμούς, βάσει των δεδομένων του Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου, το 2023 το ποσοστό παραγωγής από ΑΠΕ ανήλθε στο 21.5% της Ακαθάριστης Τελικής Κατανάλωσης Ηλεκτρικής Ενέργειας. Από αυτά, η μεγάλη μερίδα (16,8%) προήλθε από φωτοβολταϊκά συστήματα, το 4,1% από αιολικά πάρκα και το 0,6% από συστήματα βιομάζας. Την ίδια ώρα, αξίζει να σταθούμε στις σημαντικές περικοπές ενέργειας που επιβάλλονται στα περισσότερα συστήματα ΑΠΕ. Ενδεικτικά, κατά τη διάρκεια κάποιων μηνών του 2024 οι περικοπές επί των φωτοβολταϊκών πάρκων έφθασαν το 60%.
Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, είναι εύλογο το ερώτημα γιατί, όταν ο μέσος στόχος της Ευρώπης για χρήση ΑΠΕ κυμαίνεται στο 45%, στην Κύπρο ο πήχης έχει τεθεί στο χαμηλότερο 33%, παρά τις ιδανικές, για παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, κλιματικές συνθήκες στη χώρα μας, όπως η πολύ μεγάλη διάρκεια ηλιοφάνειας. Το κλειδί, θεωρούμε, είναι η αδυναμία μας να καθορίσουμε και να εφαρμόσουμε μια ολιστική στρατηγική στο θέμα.
Έτσι, ενώ βρισκόμαστε σε αγώνα δρόμου για αύξηση της χρήσης των ΑΠΕ, το 80% της αναγκαίας ενέργειας εξακολουθεί να παράγεται από ρυπογόνες συμβατικές μονάδες που καίνε ορυκτά καύσιμα. Παρά τη ρητή δέσμευση της Δημοκρατίας για αύξηση της συμμετοχής ΑΠΕ στο ενεργειακό χαρτοφυλάκιο, τις αυξανόμενες χρηματικές ποινές για την εκπομπή ρύπων και τις υποχρεώσεις του REPowerEU, εντούτοις εξακολουθούν να υφίστανται πρακτικά εμπόδια που καθιστούν ανέφικτη την ουσιαστική αύξηση της συμβολής των ΑΠΕ στη συνολική παραγωγή ενέργειας. Κυρίως απουσιάζει μία εθνική στρατηγική που θα δεσμεύει όλες τις αρμόδιες Αρχές σε έναν κοινό οδηγό βημάτων προς αυτό τον στόχο, προκειμένου η χώρα μας να αποδεσμευτεί από τους ρύπους και να αξιοποιήσει την εξαιρετική φυσική της δυναμική για πράσινη ενέργεια.
Είναι ενδεικτικό πως, ενώ η ευρωπαϊκή πρωτιά στην ηλιοφάνεια θα μας επέτρεπε να έχουμε αντίστοιχη πρωτιά στην αξιοποίηση της ενέργειας από φωτοβολταϊκά, εντούτοις η χώρα μας είναι ανάμεσα στις πρώτες στην Ευρώπη σε μολυσμένη ατμόσφαιρα εξαιτίας της ευρύτατης καύσης ορυκτών καυσίμων (στοιχεία World Air Quality Report, 2023). Αντί στρατηγικής προώθησης των ΑΠΕ, βλέπουμε συχνά αξιωματούχους να ενοχοποιούν τις ΑΠΕ προβάλλοντας αβάσιμα και ατεκμηρίωτα στοιχεία που παραπλανούν και προδιαθέτουν αρνητικά την κοινή γνώμη. Τη στιγμή που η υπόλοιπη Ευρώπη στρέφεται στις ΑΠΕ για ενεργειακή αυτονόμηση και προστασία του περιβάλλοντος και των καλλιεργητών, στην Κύπρο εμποδίζουμε την ανάπτυξη αγροβολταϊκών σε καλλιεργήσιμη γη ή φ/β πάρκων σε άγονη γη που μέχρι σήμερα ήταν ανεκμετάλλευτη.
Η πολυετής καθυστέρηση στην ενεργειακή μετάβαση και το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού, οι περικοπές που επιβάλλονται σήμερα στην παραγόμενη από ΑΠΕ ενέργεια, οι αυξανόμενες ποινές από την ΕΕ για τους ρύπους και η καθυστέρηση στην εισαγωγή φυσικού αερίου στην ενεργειακή εξίσωση κρατούν τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος ασύμφορα υψηλές. Κυρίως όμως καταδεικνύουν ότι η υφιστάμενη πρακτική δεν αποδίδει.
Δεδομένου ότι η ενέργεια αποτελεί πια σημαντικό κομμάτι στο παζλ της κλιματικής κρίσης και της προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά και κομβική παράμετρο της οικονομίας σε μικρή και μεγάλη κλίμακα, είναι καιρός να υιοθετήσουμε μια ολιστική προσέγγιση στο ζήτημα που θα αντιμετωπίζει ενιαία όλες τις παραμέτρους στο πλαίσιο ενός κοινού στόχου και δε θα τις κατακερματίζει σε αντίστροφες λογικές, όπως συμβαίνει σήμερα. Μια ολιστική εθνική στρατηγική που θα εμπλέκει όλες τις αρμόδιες διυπουργικές υπηρεσίες, ώστε να μην υπάρχει διγλωσσία, καθώς και τους υπόλοιπους φορείς (ιδιώτες, ΜΚΟ κ.ά), καθορίζοντας ξεκάθαρες πρακτικές μέσα από τις οποίες η χώρα μας θα καταστεί ενεργειακά πράσινη. Μια στρατηγική, η οποία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες στην Ευρώπη, δεν θα στοχεύει μόνο στην επίτευξη του υποχρεωτικού στόχου του 33% για τις ΑΠΕ, αλλά θα επιδιώκει ακόμη υψηλότερα επίπεδα παραγωγής πράσινης ενέργειας, κάτι που θα επιφέρει ουσιαστική μείωση στο κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας. Αξιοποιώντας τα χαρακτηριστικά της, η Κύπρος θα έπρεπε να έχει ως στόχο να καταστεί ένας από τους ηγέτες των ΑΠΕ στην Ευρώπη. Η πραγματικότητα, όμως, είναι εντελώς διαφορετική, καθώς η χώρα μας με τα υφιστάμενα εμπόδια και την πορεία που ακολουθεί στα θέματα ΑΠΕ, κινδυνεύει σοβαρά να μην επιτύχει καν τους στόχους ΑΠΕ, για τους οποίους έχει δεσμευτεί.
*Πολιτικός Μηχανικός, Στρατηγικός Διευθυντής της Bioland Energy