Αδικεί επενδυτές και όσους έχουν προτεραιότητα στήριξης η πρόταση για φορολόγηση υπερκερδών τραπεζών
Μαρία Καραΐσκου 06:30 - 02 Μαΐου 2024
Δεν αναμένεται να επιφέρει ουσιαστικό αποτέλεσμα εάν εφαρμοστεί η πρόταση νόμου που προανήγγειλε το ΑΚΕΛ για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών σύμφωνα με οικονομολόγους, ενώ αντίθετα, θα καταστήσει το κράτος αναξιόπιστο στα μάτια των επενδυτών και ενέχει τον κίνδυνο να δώσει κίνητρο σε στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Μιλώντας στο InBusinessNews, ο οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας Μάριος Χρίστου και ο οικονομολόγος Μάριος Κληρίδης ανέφεραν τη σημαίνει για την οικονομία ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Υπενθυμίζεται ότι η πρόταση προνοεί την επιβολή έκτακτου τέλους ύψους 5% επί των καθαρών εσόδων από τόκους για τα έτη 2023 και 2024, θέτοντας ταυτόχρονα ασφαλιστικές δικλίδες που αποτρέπουν την μετακύλιση του βάρους στους δανειολήπτες.
Τα έσοδα που θα προκύψουν υπολογίζονται σε περίπου €50 εκατομμύρια ευρώ για κάθε έτος και αυτά θα διοχετευθούν σε ειδικό ταμείο για να χρηματοδοτηθεί η επιδότηση επιτοκίου για στεγαστικά δάνεια δανειοληπτών μεσαίων και χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων.
- Διαβάστε εδώ: Κίνηση εντυπώσεων από ΑΚΕΛ με πρόταση νόμου για φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών των τραπεζών
Από πλευράς του, ο Μάριος Χρίστου τονίζει ότι μία τέτοια πρόταση δεν αποτελεί λύση, αλλά «προσωρινό αναπνευστήρα», υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα ότι σε ενδεχόμενο φορολογίας των τραπεζών, το πιο κοινωνικά δίκαιο που θα έπρεπε το ΑΚΕΛ να υποστηρίζει είναι η επιστροφή των κουρεμένων Ταμείων Προνοίας, καθώς αυτοί οι καταθέτες είναι και οι πιο αδικημένοι του συστήματος.
Σύμφωνα με τον Μάριο Κληρίδη, τα κέρδη αποτελούν αποτέλεσμα επένδυσης–στην περίπτωση των κυπριακών τραπεζών η επένδυση είναι υψηλού ρίσκου-και δεν είναι λογικό το κράτος να επεμβαίνει με φορολόγηση, εάν η επένδυση έχει αποδώσει περισσότερο από το αναμενόμενο.
Και οι δύο οικονομολόγοι επισημαίνουν τον κίνδυνο που θα προκύψει εάν περάσει η συγκεκριμένη πρόταση, σχετικά με τους στρατηγικούς κακοπληρωτές που ενδεχόμενος να εμπίπτουν στα κριτήρια και συνεπώς οι δικαιούχοι πρέπει να σκιαγραφούνται με τρομερή λεπτομέρεια.
Υπογραμμίζουν δε, ότι τέτοιες προτάσεις θα πρέπει να ξεκαθαρίζουν τι σημαίνει «υπερκέρδος» και πώς ακριβώς θα γίνει η φορολόγηση.
- Διαβάστε εδώ: Δεν πείθει την Βουλή για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών το ΑΚΕΛ-«Προεκλογικό πυροτέχνημα»
- Διαβάστε επίσης: Ποιος θα κέρδιζε από την επιβολή windfall tax στις τράπεζες;
- Διαβάστε επίσης: Κόβει κάθε κουβέντα για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών ο Χριστοδουλίδης
Μάριος Χρίστου: Η πρόταση δεν λύνει το πρόβλημα, προτεραιότητα έχουν άλλοι
Αρχικά, ο Μάριος Χρίστου τόνισε την σημαντικότητα στην πρόταση νόμου να δίνεται ξεκάθαρος ορισμός για το τι σημαίνει απρόσμενο κέρδος και πώς θα υπολογιστεί η φορολογία.
Συνεχίζοντας, είπε πως η συγκεκριμένη πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ είναι πολύ πιθανόν να φέρει ανακούφιση σε κάποιους δανειολήπτες ενώ την ίδια ώρα, τα χρήματα ουσιαστικά θα επιστρέψουν πίσω στις τράπεζες.
Ωστόσο, ανέφερε ότι αυτός ο τρόπος δεν λύνει το πρόβλημα αυτών που δεν μπορούν να πληρώσουν, παρομοιάζοντας τον ως ένα «προσωρινό αναπνευστήρα».
«Εάν υποθέσουμε ότι θα εφαρμοστεί η συγκεκριμένη πρόταση, θα πρέπει να επιδοτηθούν τα δάνεια που μακροπρόθεσμα είναι βιώσιμα. Δηλαδή, θα πρέπει να υπάρχει μια πρόνοια που να αναφέρεται στη βιωσιμότητα των δανείων για να έχει και ουσιαστικό νόημα, αλλιώς είναι σαν να βάζουμε προσωρινό αναπνευστήρα.
Αν ένα δάνειο δεν είναι βιώσιμο θα πρέπει να βρεθεί μια άλλη λύση και όχι η συγκεκριμένη, αλλιώς πολύ σύντομα ο δανειολήπτης θα βρεθεί στον ίδιο παρονομαστή. Αυτή η πρόταση νόμου δεν δίνει λύση στο πρόβλημα», εξήγησε.
Κρούει επίσης των κώδωνα του κινδύνου καθώς μερικά από τα δάνεια που ενδεχομένως να εμπίπτουν, πολύ πιθανόν να προέρχονται από υπέρμετρο δανεισμό, για τον οποίο ευθύνη έχουν και οι τράπεζες.
Έτσι υποστηρίζει ότι εάν εφαρμοστεί η πρόταση, θα πρέπει να είναι με σοβαρά κριτήρια ως προς τον τρόπο κατανομής των εσόδων που θα υπάρξουν από τη φορολογία, τα οποία να μην είναι μόνο περιουσιακά αλλά και εισοδηματικά και οικογενειακά.
Προτεραιότητα έχουν οι κουρεμένοι καταθέτες Ταμείων Προνοίας
Ο κ. Χρίστου υποστήριξε ότι, εάν θέλουμε να εφαρμόσουμε μια δίκαιη οικονομική πολιτική σε σχέση με τις τράπεζες, προτεραιότητα έχουν οι κουρεμένοι καταθέτες ταμείων προνοίας, καθώς αποτελούν τους πιο αδικημένους του τραπεζικού συστήματος.
«Υπάρχουν και αυτοί που είχαν καταθέσεις και τις έχασαν. Δεν αναφέρομαι σε καταθέσεις εκατομμυρίων – που και αυτοί τις δικαιούνται πίσω – αλλά στα κουρεμένα ταμεία προνοίας. Εκείνοι οι άνθρωποι αξίζουν κάποιας αποζημίωσης.
Ήταν καταθέτες που έβαζαν χρήματα από τον μισθό τους μια ζωή και τους κούρεψαν ανεξαρτήτως ποσού, όχι μόνο αυτούς που είχαν πάνω από 100 χιλιάδες όπως έγινε με τους υπόλοιπους. Αυτοί πότε θα τα πάρουν πίσω; Αυτοί είναι πραγματικά αδικημένοι, θα έπρεπε να έχουν προτεραιότητα. Αντίθετα για αυτούς δεν τίθεται λόγος», ανέφερε χαρακτηριστικά ο οικονομολόγος Μάριος Χρίστου.
Πρόσθεσε παράλληλα ότι αρκετοί κουρεμένοι καταθέτες ταμείων προνοίας σήμερα δυσκολεύονται να ζήσουν, ενώ αν είχαν αυτά τα χρήματα, τα οποία οι ίδιοι αποταμίευαν, θα είχαν μια ανακούφιση.
Την ίδια ώρα είπε ότι πολλοί εξ αυτών είναι δανειολήπτες συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους, ενώ αντίθετα στην πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ ίσως να εμπίπτουν και στρατηγικοί κακοπληρωτές ή δανειολήπτες από υπέρμετρο δανεισμό.
«Σε περίπτωση που φορολογηθούν οι τράπεζες, το πιο δίκαιο είναι να τεθούν προτεραιότητες», σημείωσε.
Από πού προέκυψαν τα κέρδη 1,1 δισ. ευρώ
Μεταξύ άλλων, ο κ. Χρίστου εξήγησε και από πού προέκυψαν τα κέρδη των τραπεζών.
Ουσιαστικά, σε περιόδους πληθωρισμού, εφαρμόζονται μέτρα για να μειώσουν τη ζήτηση η οποία αλυσιδωτά θα μειώσει και τις τιμές στην αγορά (αντισταθμιστικό μέτρο πληθωρισμού).
«Λόγω πληθωρισμού η ΕΚΤ εφάρμοσε την πολιτική να αυξήσει τα επιτόκια, κάτι που έγινε περισσότερο στα καταθετικά. Και αυτό για να δώσει κίνητρο σε αυτούς που έχουν χρήματα, να μην τα ξοδέψουν αλλά να τα αποταμιεύσουν και ως αποτέλεσμα να μειωθεί η ζήτηση», εξήγησε.
Όπως είπε, στην Κύπρο αυξηθήκαν μόνο τα δανειστικά επιτόκια χωρίς να αυξηθούν τα καταθετικά, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να καταγράψουν αυξημένα κέρδη.
«Η πολίτική αυτή δεν εφαρμόστηκε ορθολογιστικά και αυτό δημιούργησε τη μεγάλη διαφορά μεταξύ καταθετικών και δανειστικών επιτοκίων και έδωσε στις τράπεζες το μεγάλο κέρδος ύψους 1,1 δις. για το 2023», ανέφερε.
Δεν επηρεάζεται η τιμή της μετοχής ούτε η κερδοφορία
Ερωτηθείς αν η συγκεκριμένη πρόταση (σε περίπτωση εφαρμογής της) μειώνει την τιμή μετοχής των κυπριακών τραπεζών, ο κ. Χρίστου εκτιμά πως δεν θα προκύψει το συγκεκριμένο σενάριο.
«Δεν εκτιμώ ότι θα μειωθεί η τιμή της μετοχής γιατί τα κέρδη έχουν ήδη καταγραφεί. Δεν θα επηρεάσει ιδιαίτερα την κερδοφορία για να υπάρξει σημαντική μείωση της τιμής της μετοχής. Εξάλλου, ένας σοβαρός επενδυτής δεν αγοράζει με τα αποτελέσματα του παρελθόντος αλλά για αυτά του μέλλοντος», σημείωσε.
Καταληκτικά είπε ότι η κερδοφορία δεν επηρεάζεται καθώς μέχρι το τέλος του έτους που θα υπολογιστούν τα κέρδη, ή ακόμη και στο εξάμηνο, η αγορά θα απορροφήσει την αλλαγή της πολιτικής.
Μάριος Κληρίδης: Τα κέρδη είναι μέρος της εξίσωσης και δεν πρέπει να φορολογηθούν
Από πλευράς του ο οικονομολόγος ο Μάριος Κληρίδης τονίζει ότι στην οικονομική θεωρία ο ορισμός «υπερκέρδη» δεν υπάρχει πουθενά. Συνεπώς, μια τέτοια πρόταση για φορολόγηση των υπερκερδών θα πρέπει να ξεκαθαρίζει τι σημαίνει υπερκέρδος.
«Από ποιο ποσό και πάνω είναι υπερκέρδος; Από ποιο ποσό θα υπάρξει φορολογία; Θα φορολογηθούν όλα τα κέρδη ή από ένα σημείο και μετά; Πώς θα γίνει η φορολογία; Θα είναι προοδευτική;».
Τα πιο πάνω αποτελούν ερωτήματα που κατά τον οικονομολόγο Μάριο Κληρίδη θα πρέπει να απαντηθούν με σοβαρότητα.
«Τα κέρδη είναι μέρος της εξίσωσης. Όταν κάποιος προχωρά σε επένδυση τότε παίρνει ένα ρίσκο. Ως αποτέλεσμα, θα έχει κέρδος ή ζημιά. Η οικονομική θεωρία δεν λέει πουθενά για υπερκέρδος. Τη λέξη υπερκέρδος την χρησιμοποιούν κάποιοι όταν θέλουν να πουν ότι η απόδοση και συνάμα το κέρδος είναι πιο πάνω του αναμενόμενου.
Στην περίπτωση των κυπριακών τραπεζών, η επένδυση είναι υψηλού ρίσκου, κυρίως μετά την κρίση. Αν αυτή η επένδυση απέδωσε, γιατί πρέπει το κράτος να έρθει και να “αρπάξει” αυτά τα χρήματα;», ανέφερε συγκεκριμένα ο κ. Κληρίδης.
Πρόσθεσε ότι αν μια κυβέρνηση θέλει να συμμετέχει στα κέρδη, οφείλει να συμμετέχει και στις ζημιές, υπενθυμίζοντας ότι μέσα στην κρίση οι κυπριακές τράπεζες δεν έτυχαν κρατικής στήριξης, όπως έγινε σε άλλες χώρες π.χ. στην Ελλάδα.
«Συνεπώς αυτή η λογική δεν βγάζει κανένα νόημα», είπε.
Τι σημαίνει για τους μετόχους και επενδυτές η φορολόγηση
Υπενθύμισε επίσης ότι οι σημερινοί μέτοχοι των τραπεζών στο παρελθόν σταμάτησαν μια πιθανή κατάρρευση του τραπεζικού μας συστήματος και τώρα, μετά από τόσα χρόνια, είδαν μια ουσιαστική κερδοφορία.
«Ας μην ξεχνάμε ότι κάποιοι από τους μετόχους είναι και κουρεμένοι καταθέτες», πρόσθεσε.
Εκτός αυτού, σύμφωνα με τον κ. Κληρίδη, η φορολόγηση των τραπεζών επειδή είναι κερδοφόρες δεν είναι λογική καθώς είναι σαν να φορολογείται ένας τομέας επειδή πάει καλά, π.χ. ο τουρισμός.
Εξάλλου, όπως υπογράμμισε ο κ. Κληρίδης, μια τέτοια φορολογία δεν δείχνει ούτε σοβαρότητα για ένα κράτος, καθώς ένας επενδυτής πρέπει να γνωρίζει εξ αρχής, πριν προβεί σε επένδυση, αν το κράτος εφαρμόζει, ή προτίθεται να εφαρμόσει, τέτοιες πολιτικές.
«Μια φορολογία ύψους 50 εκατ. ευρώ που αναφέρει η πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ, δεν αποτελεί σημαντικό ποσό που θα έχει αντίκτυπο στην κερδοφορία των τραπεζών. Όμως η κίνηση, δηλαδή η φορολογία, θα αποθαρρύνει μελλοντικούς επενδυτές κάτι που αλυσιδωτά θα μειώσει την τιμή μετοχής των τραπεζών», ανέφερε.
Να μην δώσουμε κίνητρο σε στρατηγικούς κακοπληρωτές
Ο Μάριος Κληρίδης τόνισε ότι αυτή η οικονομική πολιτική είναι αρκετά πολύπλοκη, αν και υπάρχουν παραδείγματα χωρών που στο παρελθόν εφαρμόστηκε.
«Πρέπει να δούμε το οικονομικό κριτήριο. Αν είναι η φορολογία του πλούτου, τότε υπάρχουν και άλλοι τρόποι, π.χ. η φορολόγηση του υψηλού εισοδήματος», πρόσθεσε.
Ωστόσο, ο κ. Κληρίδης, υποστήριξε ότι, εάν εν τέλει περάσει η συγκεκριμένη πρόταση, για να είναι κοινωνικά δίκαιη, θα πρέπει να εξεταστούν με μεγάλη λεπτομέρεια οι δικαιούχοι καθώς υπάρχουν και οι στρατηγικοί κακοπληρωτές.
«Ο στόχος είναι η προστασία της πρώτης κατοικίας. Δικαιούχοι πρέπει να είναι οι πραγματικά ευάλωτοι και χαμηλά αμειβόμενοι που έχουν ανάγκη και όχι στρατηγικοί κακοπληρωτές.
Αυτά τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής πρέπει να τυγχάνουν μεγάλης λεπτομέρειας σχετικά με το σε ποιους πρέπει να δίνονται. Πρέπει να είναι τρομερά στοχευμένα για να είναι κοινωνικά δίκαια και να μην δώσουν κίνητρο στους στρατηγικούς κακοπληρωτές», κατέληξε.