Δέρνουν το σαμάρι για πολυσυνταξιούχους
08:32 - 09 Οκτωβρίου 2014
Σ’ αυτό ο Αντρέας Βγενόπουλος είχε δίκαιο. Ανακυκλώνουμε συνέχεια τα ίδια πρόσωπα, «παντού διορίζουμε γέρους» έλεγε. Η απόφαση του Ανωτάτου με την οποία έκρινε ως αντισυνταγματική τη νομοθεσία με την οποία η σύνταξη κάποιου παγοποιείται για όσο κατέχει δημόσιο αξίωμα, μας υπενθυμίζει πως οι διορισμοί εξακολουθούν να γίνονται με κριτήρια πολιτικά.
Συνολικά 46 άτομα προσέφυγαν ενώπιον της δικαιοσύνης για το πάγωμα της σύνταξης τους. Άλλοι τόσοι ενδεχομένως να ανέμεναν την απόφαση.
Πρόσφατα, η Διοικήτρια της Κεντρικής Τράπεζας βρήκε άλλη μέθοδο: προσέλαβε συνταξιούχο και επειδή δεν δικαιούταν σύνταξη την έβαλε στο μισθό της. Τελικά αποφάσισε να μην προχωρήσει στο διορισμό. Ίσως τώρα ανακαλέσει και πάλι την απόφασή της.
Σε μία χώρα όπου η ανεργία θερίζει, ειδικά στους νέους πτυχιούχους, υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να γίνουν διορισμοί νέων ανθρώπων. Δεν υποστηρίζω πως πρέπει να διοριστούν άτομα χωρίς εμπειρία σε θέσεις που η πείρα είναι προαπαιτούμενο και αναγκαία, αλλά μπορεί να ακολουθηθεί μία λογική πορεία διορισμών δημιουργώντας μία αλυσίδα της οποίας μοναδικό κριτήριο δεν θα είναι πολιτικό.
Η απόφαση της πλειοψηφίας του Ανωτάτου αναφέρει: Περιορισμός, όμως, θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου μπορεί να γίνει μόνο για τους λόγους που καθορίζει το Σύνταγμα. Τέτοιος περιορισμός τίθεται με νόμο, εφόσον κρίνεται αναγκαίος, και στο βαθμό που η ανάγκη τον επιβάλλει. Η ανάγκη που επιβάλλει τέτοιο περιορισμό πρέπει να είναι όχι μόνον υπαρκτή αλλά και να έχει το χαρακτήρα πιεστικής κοινωνικής ανάγκης. Μόνο η διαπίστωση της ύπαρξης τέτοιας ανάγκης και ο προσδιορισμός της φύσης της, μπορεί να δικαιολογήσει περιορισμό θεμελιώδους δικαιώματος του ανθρώπου.
Η αναστολή που προνοείται στο άρθρο 3(β) σημαίνει ουσιαστικά ότι οι αιτητές χάνουν οριστικά το δικαίωμα τους στη σύνταξη, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θητεία ή η υπηρεσία τους στις προαναφερόμενες θέσεις, χωρίς να τους παρέχεται οποιονδήποτε αντάλλαγμα. Αν δεν χάνουν ολότελα το δικαίωμα αυτό, αυτό περιορίζεται σύμφωνα με την πρώτη επιφύλαξη του άρθρου 3(β) έτσι ώστε αν ο μισθός τους στο λειτούργημα, αξίωμα ή θέση που κατέχουν είναι μικρότερος από τη σύνταξη, οι αιτητές θα παίρνουν τόσο μέρος της σύνταξης ώστε ο μισθός τους να εξισώνεται με το ποσό της μηνιαίας σύνταξης τους. Η δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 3(β), σύμφωνα με την οποίαν η καταβολή της σύνταξης επαναρχίζει μετά τον τερματισμό της θητείας ή υπηρεσίας των αιτητών, σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου νόμου, «στο ύψος που αυτή θα ευρίσκεται αν δεν είχε ανασταλεί», επίσης δεν διαφοροποιεί ουσιωδώς την κατάσταση, δεν συνιστά αντιστάθμισμα ή αποκατάσταση του περιουσιακού ή ιδιοκτησιακού δικαιώματος των αιτητών για τις συντάξεις ή το μέρος των συντάξεων τους που απώλεσαν, αλλά απλά προνοεί ότι αν οι αιτητές δικαιούνται σε κάποιες προσαυξήσεις στη σύνταξη, μετά τη λήξη της θητείας ή υπηρεσίας τους, δεν θα τις απωλέσουν και αυτές.
Εξ΄ αρχής το πρόβλημα δεν ήταν στα άτομα αλλά σ’ αυτούς που τους διορίζουν. Η απόφαση της βουλής να λύσει το πρόβλημα διά της πλαγίας, μοιάζει περισσότερο με συγκάλυψη των λαθών του πολιτικού συστήματος παρά διόρθωση παραλήψεων του συντάγματος.
Εάν πρέπει να γίνει ένας διαχωρισμός, αφορά όσους εξελέγησαν σε αξιώματα πχ δήμαρχοι από αυτούς που διορίστηκαν σε αξιώματα. Εάν ένας συνταξιούχος θέλει να προσφέρει από κάποιο αξίωμα, τότε ας του προταθεί να το κάνει χωρίς αμοιβή. Στην εσχάτη των περιπτώσεων που ένας συνταξιούχος κριθεί ως ο ένας και μοναδικός, τότε πληρώστε τον άνθρωπο και δώστε του και σύνταξη.