Η Ουάσιγκτον εμφανίζεται έτοιμη να προχωρήσει στην επιβολή νέων τελωνειακών δασμών στους βασικούς αγοραστές ρωσικού πετρελαίου, κυρίως την Κίνα και την Ινδία, εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση συμφωνήσει να κινηθεί σε συντονισμό με τις ΗΠΑ, με στόχο τον περιορισμό της χρηματοδότησης του πολέμου στην Ουκρανία, δήλωσε την Τρίτη Αμερικανός αξιωματούχος στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, παρενέβη για σύντομο διάστημα σε τηλεδιάσκεψη Αμερικανών και Ευρωπαίων αξιωματούχων, προκειμένου να ενισχύσει την πίεση προς τις Βρυξέλλες ώστε να υιοθετήσουν επιπλέον δασμούς ύψους 50% έως 100% σε εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα και την Ινδία, χώρες που συγκαταλέγονται στους μεγαλύτερους αγοραστές ρωσικού αργού.
Παράλληλα, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, συναντήθηκε στην Ουάσιγκτον με ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία, στην οποία συμμετείχε και ο «κύριος κυρώσεις» της Ε.Ε., Ντέιβιντ Ο’ Σάλιβαν, για να εξεταστεί «η λήψη σθεναρών μέτρων» κατά της Ρωσίας, όπως ανέφερε σε ανάρτησή του στο «X».
Ήδη οι ΗΠΑ έχουν προχωρήσει σε επιβολή δασμών κατά της Ινδίας και εξετάζουν το ίδιο και για την Κίνα.
«Η χρηματοδότηση της ρωσικής πολεμικής μηχανής προέρχεται από τις αγορές πετρελαίου της Κίνας και της Ινδίας. Αν δεν διακοπεί αυτή η ροή, δεν μπορεί να σταματήσει ο πόλεμος. Αυτό επιδιώκουμε», δήλωσε ο Αμερικανός αξιωματούχος.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος είναι αποφασισμένος να κινηθεί, ωστόσο θεωρεί απαραίτητη την παράλληλη δράση της Ε.Ε..
Το μήνυμα αυτό μεταφέρθηκε στους Ευρωπαίους απεσταλμένους, με την επισήμανση ότι η Ουάσιγκτον θα αναλάβει δράση μόνο εφόσον οι Βρυξέλλες ευθυγραμμιστούν.
Σε ερώτηση την Κυριακή αν είναι έτοιμος για νέα φάση κυρώσεων στη ρωσική οικονομία, ο Τραμπ απάντησε καταφατικά. Ο Μπέσεντ, από την πλευρά του, τόνισε πως οι ΗΠΑ είναι πρόθυμες να «εντείνουν την πίεση» στη Μόσχα, καλώντας την Ε.Ε. να συντονιστεί.
«Αν υπάρξει κοινή απόφαση για επιβολή δασμών σε χώρες που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, η ρωσική οικονομία θα καταρρεύσει. Αυτό θα αναγκάσει τον Βλαντίμιρ Πούτιν να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», σημείωσε.
Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών απέφυγε να σχολιάσει τις δηλώσεις στο AFP. Σύμφωνα με μελέτη του ινστιτούτου CREA που δημοσιοποιήθηκε τον Ιούνιο στο Ελσίνκι, Κίνα, Ινδία και Τουρκία αποτελούν σήμερα τους σημαντικότερους αγοραστές ρωσικών υδρογονανθράκων.