Tariff(α)s εκ πεποιθήσεως…Η φιλοσοφία και κοινωνικοοικονομική θεώρηση πίσω από το φορολογικό κρεσέντο του Τραμπ
InBusinessNews 06:30 - 16 Απριλίου 2025

«Οι δασμοί αφορούν το να κάνουμε την Αμερική ξανά πλούσια και να κάνουμε την Αμερική ξανά σπουδαία… Οι δασμοί δεν αφορούν μόνο την προστασία των αμερικανικών θέσεων εργασίας. Πρόκειται για την προστασία της ψυχής της χώρας μας».
Οι πιο πάνω αναφορές είναι μόνο μερικά από τα λόγια που ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποίησε για να αιτιολογήσει τους σαρωτικούς δασμούς που επέβαλε αρχές του μήνα περίπου σε ολόκληρο τον πλανήτη, φέρνοντας τα πάνω-κάτω στο παγκόσμιο εμπόριο, προκαλώντας αναστάτωση στις αγορές και βάζοντας στην καθ’ ομιλούμενη τα… δυο πόδια των εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ σε ένα παπούτσι.
Για αρκετούς, το δασμολογικό κρεσέντο στο οποίο επιδόθηκε μόλις μερικούς μήνες αφότου επανήλθε στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ ο Τραμπ, αποτέλεσε-παρά τις περί τούτου εξαγγελίες και προειδοποιήσεις του-κεραυνό εν αιθρία.
Σε άλλους, ωστόσο, μόνο έκπληξη δεν προκάλεσε, με τις αναφορές του Αμερικανού Προέδρου κατά την ανακοίνωση των δασμών-και όχι μόνο-να αντανακλούν εν πολλοίς την από μέρους του κοινωνικοοικονομική θεώρηση των πραγμάτων και την φιλοσοφία την οποία πρεσβεύει. Όχι σήμερα και από την μια στιγμή στην άλλη, αλλά στην διαχρονική του πορεία στην δημόσια ζωή, πολιτική και επιχειρηματική, των ΗΠΑ.
Ποια είναι αυτή η κοινωνικοοικονομική θεώρηση των πραγμάτων και ποια η φιλοσοφία; Η συντηρητική πολιτική παράδοση της χώρας, ένα σύνθετο κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία βάζοντας την Αμερική πάνω απ’ όλα-«America First»-, θέλουν να εξυπηρετήσουν μια ξεκάθαρη στόχευση. Να κάνουν την Αμερική ξανά μεγάλη- «Make America Great Again»-!
Με χαρακτηριστικά όπως ο οικονομικός προστατευτισμός (επιβολή δασμών σε εισαγόμενα προϊόντα) και η φορολογική και ρυθμιστική χαλάρωση (μείωση φόρων και περιορισμός ρυθμίσεων ιδιαίτερα υπέρ μεγάλων επιχειρήσεων) ν’ αποτελούν βασικούς πυλώνες της εν λόγω «κοσμοθεωρίας», η πραγματικότητα είναι πως ως «ιδεολογικό σύστημα» προϋπήρχε στις ΗΠΑ και δεν είναι δημιούργημα του Τραμπ.
Είναι, όμως, ο Ντόναλντ Τραμπ η πληθωρική προσωπικότητα εκείνη, στο πρόσωπο της οποίας το άτυπο αυτό ιδεολογικό σύστημα ενσαρκώθηκε, κωδικοποιήθηκε και απέκτησε... ταυτότητα και όνομα. Αυτό που σήμερα ονομάζεται…«τραμπισμός».
Η διαχρονική του προσέγγιση…
Με τον Ντόναλντ Τραμπ να συμπληρώνει φέτος το 79ο έτος της ηλικίας του και να έχει πίσω του δεκαετίες επιχειρηματικής εμπειρίας, οι αποφάσεις του σε σχέση με τους δασμούς δεν είναι οτιδήποτε διαφορετικό από το αποτέλεσμα της εξίσωσης διαμορφωθείσων εδώ και πολλά χρόνια πεποιθήσεων του.
Δεν είναι λίγα τα δημοσιεύματα στα διεθνή μέσα ενημέρωσης που ανέδειξαν κατά καιρούς την πάγια κριτική στάση του Τραμπ απέναντι στο παγκόσμιο εμπόριο, καθώς και τη σταθερή του προσήλωση στην επιβολή δασμών ως εργαλείο οικονομικής πίεσης.
Η διαφορά σήμερα είναι πως οι αντιλήψεις αυτές δεν παραμένουν θεωρητικές, αλλά δοκιμάζονται στην πράξη.
«Πιστεύω βαθιά στους δασμούς...»
Αναλυτές εκτιμούν ότι η στάση του Τραμπ απορρέει από την διαχρονική πεποίθησή του πως οι Ηνωμένες Πολιτείες υφίστανται συστηματική εκμετάλλευση από άλλες χώρες.
Ήδη, από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, προτού ακόμη εισέλθει στον πολιτικό στίβο, ο Τραμπ είχε δηλώσει δημόσια: «Πιστεύω βαθιά στους δασμούς. Όλα τα κράτη που εκμεταλλεύονται τις Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να πληρώνουν έναν βαρύ φόρο-της τάξης του 15% ή 20%-για κάθε προϊόν που εξάγουν στην αμερικανική αγορά».
Όπως υποδεικνύουν περαιτέρω, οι βάσεις για τις σημερινές απόψεις του Ντόναλντ Τραμπ είχαν τεθεί εδώ και δεκαετίες-από την εποχή που πολλοί από τους πελάτες του στον τομέα του real estate (συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων διαμερισμάτων στον Trump Tower) ήταν εύποροι μη Αμερικανοί.
Ενώ, όπως επισημαίνουν, ο Τραμπ δεν κατηγόρησε τους πελάτες του για την εκμετάλλευση που θεωρούσε ότι υφίστατο η χώρα, απέδιδε τις ευθύνες στην πολιτική των ΗΠΑ, που το επέτρεπε.
«Πλουσιότεροι εις βάρος των Ηνωμένων Πολιτειών»
Στο βιβλίο του «The Art of the Deal» (1987), ο ίδιος περιέγραφε πώς διαμορφωνόταν η πελατεία του ανάλογα με τις διεθνείς οικονομικές συγκυρίες:
Αγοραστές από τη Μέση Ανατολή κατέφθαναν όταν οι τιμές του πετρελαίου αυξάνονταν· Νότιο-Αμερικανοί και Μεξικανοί ακολουθούσαν όταν οι οικονομίες τους ήταν ισχυρές και το δολάριο αδύναμο· οι επενδυτές της Wall Street έφταναν με την άνοδο του χρηματιστηρίου, ενώ οι Ιάπωνες αγόραζαν όταν η δική τους οικονομία παρουσίαζε άνθηση.
«Σπάνια χαμογελούν και είναι τόσο σοβαροί που κάνουν τις συναλλαγές χωρίς καμία ευχαρίστηση», έγραφε. «Ευτυχώς, έχουν πολλά χρήματα να ξοδέψουν και φαίνεται πως τους αρέσει το real estate».
Ωστόσο, συνέχιζε: «Το ατυχές είναι ότι επί δεκαετίες γίνονται πλουσιότεροι, σε μεγάλο βαθμό εις βάρος των Ηνωμένων Πολιτειών, με μια εγωιστική εμπορική πολιτική που οι πολιτικοί μας ηγέτες δεν κατάφεραν ποτέ να κατανοήσουν ή να αντιμετωπίσουν».
Η «ανοιχτή επιστολή» του 1987
Το 1987, ήταν και η χρονιά που ο Τραμπ άρχισε πιο έντονα να διαμορφώνει και να δημοσιοποιεί τις απόψεις που σήμερα κυριαρχούν στο πολιτικό του αφήγημα, καθώς τότε εξεταζόταν το ενδεχόμενο να διεκδικήσει την Προεδρία.
Ξόδεψε 100.000 δολάρια για να δημοσιεύσει στις εφημερίδες Washington Post, New York Times και Boston Globe μια ολοσέλιδη καταχώρηση, την οποία αποκάλεσε «ανοιχτή επιστολή».
Στην ανοιχτή επιστολή του το 1987, ο Ντόναλντ Τραμπ εστίασε την κριτική του κυρίως στην Ιαπωνία, μια χώρα που τότε γνώριζε ραγδαία οικονομική άνοδο και εξελισσόταν σε ισχυρό ανταγωνιστή των ΗΠΑ.
Τότε, ο Τραμπ είχε δει επενδυτές ιαπωνικών συμφερόντων να εξαγοράζουν αμερικανικά σύμβολα, όπως το Rockefeller Center στη Νέα Υόρκη. Ο ίδιος είχε αγοράσει από ιαπωνική εταιρεία το ιστορικό Plaza Hotel, απέναντι από το Central Park.
«Η Ιαπωνία και άλλες χώρες εκμεταλλεύονται τις ΗΠΑ», έγραφε χαρακτηριστικά στην καταχώρησή του, κατηγορώντας την Ουάσιγκτον πως επωμίζεται τα έξοδα της στρατιωτικής άμυνας, την ώρα που η Ιαπωνία αξιοποιεί τα χρήματά της για να χτίσει «μια ισχυρή και ζωντανή οικονομία με πρωτοφανή πλεονάσματα».
«Φορολογήστε αυτές τις πλούσιες χώρες, όχι την Αμερική. Βάλτε τέλος στα τεράστια ελλείμματά μας, μειώστε τη φορολογία και αφήστε την αμερικανική οικονομία να αναπτυχθεί, χωρίς να επιβαρύνεται από το κόστος υπεράσπισης εκείνων που έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν για την ελευθερία τους», υπογράμμιζε.
«Η πιο όμορφη λέξη στο λεξικό για μένα είναι "δασμός"»
Φθάνοντας στο 2025, ο Τραμπ φαίνεται να παραμένει πιστός στο ίδιο δόγμα. Όταν ανακοίνωσε την 90ήμερη αναστολή στην εφαρμογή πολλών δασμών, ενώ ταυτόχρονα αύξησε τους δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές στο 125%, μιλώντας σε επίσημο δείπνο προς τους Ρεπουμπλικάνους του Κογκρέσου, επανέλαβε με έμφαση τη βασική του αρχή: «Πρέπει να βάλουμε την Αμερική πρώτα. Να βάλουμε την Αμερική πρώτη».
Η προσέγγιση του Ντόναλντ Τραμπ για την επιβολή δασμών και τη συνολική οικονομική πολιτική φαίνεται να πηγάζει από ένα βαθύτερο αίσθημα αναδιάρθρωσης, που ενσωματώνεται πλέον και στην επίσημη στρατηγική του Λευκού Οίκου.
Όπως δήλωσε πρόσφατα η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, η νέα πολιτική συνιστά μια «μνημειώδη αλλαγή», που βρίσκεται ακριβώς στο επίκεντρο της αποστολής του Τραμπ.
«Ο Πρόεδρος εστιάζει στην αναδόμηση της παγκόσμιας οικονομίας, και ταυτόχρονα της εγχώριας. Οι πολίτες αυτής της χώρας δεν έχουν ξαναδεί Πρόεδρο που να είναι πραγματικά διατεθειμένος να λάβει μέτρα για τέτοιες αλλαγές, τουλάχιστον στη σύγχρονη ιστορία», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο ρόλος των δασμών στη νέα αυτή στρατηγική είχε προαναγγελθεί ξεκάθαρα ήδη πριν τις εκλογές του 2024. Σε προεκλογική συγκέντρωση τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, ο Τραμπ δήλωνε με χαρακτηριστικό ύφος:
«Η πιο όμορφη λέξη στο λεξικό για μένα είναι "δασμός". Νομίζω ότι είναι η πιο όμορφη λέξη. Θα κάνει τη χώρα μας πλούσια».
Η πρώτη θητεία και η ειδοποιός διαφορά με σήμερα
Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, από τις 20 Ιανουαρίου 2017 έως τις 20 Ιανουαρίου 2021, οι δασμοί είχαν επίσης πρωταγωνιστικό ρόλο, ιδίως απέναντι στην Κίνα.
Η διαφορά σήμερα είναι ότι πολλοί από τους αξιωματούχους που στο παρελθόν ενδεχομένως να συγκρατούσαν τον Τραμπ, έχουν πλέον αποχωρήσει από ενεργούς ρόλους και έχουν αντικατασταθεί από πρόσωπα που ευθυγραμμίζονται περισσότερο με την δική του κοσμοθεωρία.
Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου υποστηρίζουν ότι οι συνθήκες πλέον έχουν αλλάξει δραστικά και, όπως υπογραμμίζουν, οι ΗΠΑ έχουν μια ισχυρότερη οικονομία που μπορεί να αντέξει τις αναταράξεις που απαιτούνται για την εφαρμογή των σχεδίων του Ντόναλντ Τραμπ, παρόλο που πολλοί οικονομολόγοι διαφωνούν έντονα με αυτή την εκτίμηση.
«Σε ολόκληρη την επαγγελματική του πορεία-αν ανατρέξει κανείς σε συνεντεύξεις του ήδη από τη δεκαετία του ’70-ο Πρόεδρος Τραμπ μιλά με πάθος για αυτό το ζήτημα», ανέφερε ο Στίβεν Μίλερ, αναπληρωτής προσωπάρχης του Λευκού Οίκου, σε πρόσφατη δημόσια συζήτηση κυβερνητικών στελεχών.
«Στη δεκαετία του ’80 είχε προειδοποιήσει για τη μεταφορά των κρίσιμων βιομηχανιών μας στην Ιαπωνία. Και εδώ και χρόνια έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για την κατάρρευση της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας», πρόσθεσε ο Μίλερ.
Σύμφωνα με αναλυτές, τόσο τότε όσο και σήμερα, ο Τραμπ δεν αντιμετωπίζει τους δασμούς ως εργαλείο του Κογκρέσου, αλλά ως προνόμιο μιας ισχυρής εκτελεστικής εξουσίας.
«Γιατί είμαστε τόσο χαζοί;»
Λίγο μετά τη δημοσίευση της περιβόητης ολοσέλιδης διαφήμισής του στον Τύπο πριν από περίπου 40 χρόνια, ο Τραμπ είχε εκφράσει τη δυσαρέσκειά του και για το φορολογικό σύστημα, την ώρα που σκεφτόταν σοβαρά να διεκδικήσει την Προεδρία.
«Έχω βαρεθεί τους ευγενικούς ανθρώπους στην Ουάσιγκτον», είχε δηλώσει. «Θέλω κάποιον σκληρό, που ξέρει πώς να διαπραγματεύεται. Αν όχι, τότε η χώρα μας είναι καταδικασμένη».
Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να απέσυρε τελικά την πρώτη του υποψηφιότητα για την Προεδρία, όμως συνέχισε αδιάκοπα να καταφέρεται κατά του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος, το οποίο θεωρούσε εχθρικό προς τα αμερικανικά συμφέροντα.
Όπως και τότε, έτσι και σήμερα, ο Τραμπ δεν ρίχνει την ευθύνη στις ξένες χώρες που εκμεταλλεύονται τις ευνοϊκές συνθήκες. Κατηγορεί την ίδια την ηγεσία των ΗΠΑ για την αδυναμία της να προστατεύσει τη χώρα.
«Γιατί είμαστε τόσο χαζοί; Τους φερόμαστε με τον καλύτερο τρόπο και στο τέλος δεν μας σέβονται», είχε πει χαρακτηριστικά σε ένα συνέδριο αεροπορίας το 1989, όπου χαρακτήρισε τους ηγέτες των ΗΠΑ «τα μεγαλύτερα κορόιδα στον κόσμο» και πρότεινε φόρο 20% σε όλες τις εισαγωγές.
Από τότε ο Τραμπ τόνιζε ότι ο κίνδυνος δεν προέρχεται μόνο από αντιπάλους, αλλά και από συμμάχους, τους οποίους κατηγορούσε πως χρησιμοποιούν τις διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ προς ίδιον όφελος.
Δεν δίσταζε, μάλιστα, να περιλάβει και παραδοσιακούς συμμάχους στη λίστα εκείνων που θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν με δασμούς.
Θεραπεία για πολλές από τις χρόνιες παθογένειες
Σήμερα, οι δασμοί, σύμφωνα με την οπτική Τραμπ, δεν είναι απλώς ένα μέσο οικονομικής πίεσης, αλλά και θεραπεία για πολλές από τις χρόνιες παθογένειες της χώρας, καθώς και το εργαλείο με το οποίο οι ΗΠΑ μπορούν, όπως δηλώνει, να φτάσουν σε νέα ύψη ισχύος και ευημερίας.
Αν και οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναγνωρίζουν ότι οι φόροι στις εισαγωγές μπορούν πράγματι να χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό την πληθώρα σχεδόν «θαυματουργών» ιδιοτήτων που τους αποδίδει ο Ντόναλντ Τραμπ.
Η φαρέτρα των… επιχειρημάτων του Τραμπ για τους δασμούς που επιβάλλει περιλαμβάνει την εξισορρόπηση του εμπορικού ισοζυγίου και την αναζωογόνηση της αμερικανικής βιομηχανικής παραγωγής.
Ο ίδιος ισχυρίστηκε, μάλιστα, πρόσφατα πως η πολιτική του έχει ήδη αποδώσει, επισημαίνοντας την ίδρυση νέων εργοστασίων αυτοκινητοβιομηχανίας εντός των ΗΠΑ. Παραταύτα, αναγκάστηκε να αναστείλει την πλειοψηφία των δασμών, χωρίς να είναι ξεκάθαρο αν όντως θα εφαρμόσει ποτέ τις αρχικές του εξαγγελίες.
Οι διεθνείς οικονομολόγοι που παρακολουθούν με αμηχανία την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί θεωρούν ότι η απόφαση Τραμπ σχετίζεται με την αντίδραση των αγορών και κυρίως της αγοράς των ομολόγων, που προκάλεσαν πιέσεις μεγαλύτερες από όσες είχαν ήδη υπολογιστεί, καθώς και τις αντιδράσεις κάποιων προσώπων που ανήκουν στο «κλαμπ» των δισεκατομμυριούχων του, οι οποίοι δεν μοιράζονται την ίδια φιλοσοφία μαζί του.
Όποιο και αν ήταν το κίνητρο πίσω από την αλλαγή στάσης, όμως, ουδείς την αποδίδει σε διαφορετική ανάγνωση του πολιτικού και οικονομικού περιβάλλοντος ή αλλαγή της θεώρησής του.
Αντιθέτως, ο ίδιος προβάλλει δημοσιονομικά επιχειρήματα, υποστηρίζοντας πως οι δασμοί θα βοηθήσουν στην εξισορρόπηση του ομοσπονδιακού ελλείμματος και θα αποκαταστήσουν τη δικαιοσύνη.
Το βέβαιο και ο χρόνος που θα δείξει…
Ανεξαρτήτως του τι ο καθένας πιστεύει για τον Ντόναλτ Τραμπ και για την ορθότητα ή όχι των πολιτικών του, το σίγουρο είναι πως ο Αμερικανός Πρόεδρος πολιτεύεται στην βάση ενός ξεκάθαρου δικού του ιδεολογικοπολιτικού προσανατολισμού, είναι οι δασμοί-θεωρεί-το όπλο που θα προστατεύσει την ταυτότητα της Αμερικής και θα καταστήσει πλούσια την χώρα.
Αν θα τα καταφέρει ή αν το όπλο αυτό που ήδη εκπυρσοκρότησε θα αποδειχθεί αντικείμενο αυτοχειρίας για την οικονομία της Αμερικής, αλλά και του κόσμου, είναι κάτι που μόνο ο χρόνος με ασφάλεια μπορεί να καταδείξει.
Το βεβαίο είναι πως μιλώντας για τον Τραμπ, μιλάμε για ένα Πρόεδρο...tariff(α) εκ πεποιθήσεως, για ένα πολιτικό ζώο, στο πρόσωπο του οποίου η συντηρητική πολιτική παράδοση των ΗΠΑ ενσαρκώνεται. Και αποκτώντας ταυτότητα, ονομάζεται…«τραμπισμός».