Γιατί ο φόβος σαρώνει τις αγορές-Τα σενάρια για την επόμενη μέρα
InBusinessNews 08:15 - 06 Αυγούστου 2024
Ευρύ είναι το sell off που καταγράφεται στις αμερικανικές αγορές από την προηγούμενη εβδομάδα, το οποίο όχι μόνο συνεχίζει, αλλά επηρεάζει και ξένες αγορές.
Η Wall Street έκλεισε τη χθεσινή της συνεδρίαση με βαριές απώλειες. Ο Dow Jones υποχώρησε 2,6%, ο S&P 500 σημείωσε πτώση 3% και ο Nasdaq έκανε «βουτιά» ύψους 3,43%.
Ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei 225 υποχώρησε κατά 12%, καταγράφοντας τη χειρότερη πτώση του στην ιστορία.
Παράλληλα όλες οι μεγάλες ασιατικές και ευρωπαϊκές αγορές σημείωσαν σημαντική πτώση χθες (5/8), με το Χρηματιστήριο των Αθηνών, να μην μπορεί να «ξεφύγει», «διαγράφοντας» σχεδόν όλα τα κέρδη του 2024.
Γιατί όμως οι επενδυτές ξεπουλάνε τις μετοχές τους;
Σύμφωνα με το CNN, τρεις φόβοι αναδεικνύονται ταυτόχρονα: Οι αυξανόμενες πιθανότητες ύφεσης, η ανησυχία ότι η Federal Reserve απέτυχε να ενεργήσει εγκαίρως και η πεποίθηση ότι τα μεγάλα στοιχήματα στην τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να μην αποδώσουν.
- Διαβάστε εδώ: Σε κατάσταση πανικού οι παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές-Ο...Κανόνας Σαμ που ενεργοποιήθηκε
Τελικά θα υπάρξει ύφεση;
Το πιο σημαντικό ζήτημα είναι ο φόβος ότι η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται σε πολύ χειρότερη κατάσταση από ό,τι πιστεύονταν προηγουμένως, άποψη που βασίζεται στην απροσδόκητη άνοδο του ποσοστού ανεργίας της Παρασκευής.
Την Παρασκευή, το Υπουργείο Εργασίας ανέφερε ότι η αμερικανική οικονομία πρόσθεσε μόλις 114.000 θέσεις εργασίας τον Ιούλιο — πολύ λιγότερες από ό,τι ανέμεναν οι αναλυτές — με το ποσοστό ανεργίας να αυξάνεται στο 4,3%. Αν και σαν αριθμός το ποσοστό δεν είναι μεγάλο, η ξαφνική άνοδός του είναι ανησυχητική, καθώς πέρυσι, η ανεργία ήταν σε χαμηλό δεκαετιών.
Να σημειωθεί ότι η οικονομία των ΗΠΑ παραμένει ισχυρή. Το περασμένο τρίμηνο, αναπτύχθηκε πολύ περισσότερο από το αναμενόμενο, ενισχυμένη από τις καταναλωτικές δαπάνες, οι οποίες αποτελούν πάνω από τα δύο τρίτα του συνολικού ΑΕΠ.
Ωστόσο, οι φόβοι για ύφεση αυξάνονται. Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs αύξησαν τη Δευτέρα τις πιθανότητες ύφεσης στο 25% τους επόμενους 12 μήνες. Το ποσοστό εξακολουθεί να μην είναι μεγάλο, επειδή τα οικονομικά δεδομένα φαίνονται ισχυρά και η Fed έχει πολλά περιθώρια να μειώσει τα επιτόκια από το υψηλό 23 ετών.
Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι πριν από την έκθεση για τις θέσεις εργασίας, η τράπεζα έδινε πιθανότητα ύφεσης 15%.
- Διαβάστε εδώ: Με σημαντική πτώση έκλεισε η Wall Street-Πώς κινήθηκαν οι βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες
Η Fed στο στόχαστρο
Η χρηματιστηριακή αγορά είχε σημειώσει ρεκόρ φέτος, ενισχυμένη από την πτώση του πληθωρισμού και την αυξανόμενη αίσθηση ότι η Fed θα αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια, γεγονός που μπορεί να ενισχύσει τα εταιρικά κέρδη.
Αλλά η Fed δεν μείωσε τα επιτόκια όπως πολλοί ήλπιζαν την περασμένη εβδομάδα, με την αγορά τώρα να βλέπει σε αυξανόμενο βαθμό, τη στάση αναμονής ως «λάθος».
Οι περικοπές επιτοκίων θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη στήριξη της αγοράς εργασίας μειώνοντας το κόστος δανεισμού για τις επιχειρήσεις και ελευθερώνοντας κεφάλαια, τα οποία οι εταιρείες θα μπορούσαν να δαπανήσουν σε προσλήψεις. Αλλά οι αποφάσεις πολιτικής χρειάζονται χρόνο για να αφομοιωθούν από την οικονομία.
Καθώς ο πληθωρισμός έχει μειωθεί δραματικά τους τελευταίους μήνες και το ποσοστό ανεργίας έχει αυξηθεί, ορισμένοι φοβούνται ότι η Fed μπορεί να σχεδιάζει να δράσει, όταν πλέον θα είναι αργά, με τις αργές προσλήψεις να έχουν μετατραπεί σε ανεξέλεγκτες απολύσεις.
Οι επόμενες συνεδριάσεις της Fed έχουν προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο, τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, οι αναλυτές της Citigroup και της JPMorgan προβλέπουν ότι η Fed θα μειώσει τα επιτόκια κατά μισή μονάδα στις επόμενες δύο συνεδριάσεις της.
Ωστόσο μπορεί να αναγκαστεί να προβεί σε έκτακτη μείωση των επιτοκίων πριν από τότε, μια παρέμβαση που η αγορά θεωρεί όλο και πιο πιθανή, σύμφωνα με το εργαλείο FedWatch της CME.
Μια έκτακτη περικοπή, η οποία δεν έχει συμβεί από τις πρώτες μέρες της πανδημίας, είναι ακριβώς αυτό που πρέπει να κάνει η Fed, δήλωσε στο CNBC ο διάσημος καθηγητής οικονομικών στο Wharton, Τζέρεμι Σίγκελ.
- Διαβάστε εδώ: Το παγκόσμιο sell off στα χρηματιστήρια παρέσυρε τις τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου
Η AI προκαλεί ανησυχία
Οι μετοχές σημείωναν επίσης υψηλά κέρδη τα τελευταία δύο χρόνια λόγω των μεγάλων στοιχημάτων σε εταιρείες τεχνολογίας που εμπλέκονται στην τεχνητή νοημοσύνη. Πολλοί επενδυτές ήλπιζαν ότι η ΑΙ θα βρίσκονταν πίσω από μια παγκόσμια βιομηχανική επανάσταση.
Με αυτό το σενάριο να φαντάζει δύσκολο, οι επενδυτές αρχίζουν το ξεπούλημα, σε μετοχές όπως οι Apple, Nvidia, Microsoft, Meta, Amazon και Alphabet που είχαν αυξηθεί από τις αρχές του περασμένου έτους.
Ο Γουόρεν Μπάφετ, Διευθύνων Σύμβουλος της Berkshire Hathaway, πούλησε το μισό μερίδιο που κατείχε η εταιρεία σε μετοχές της Apple, κάτι που αποτελεί ανησυχητικό σημάδι για την υγεία του τεχνολογικού τομέα.
Επειδή αυτές οι εταιρείες έχουν κεφαλαιοποίηση κοντά στο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια ή περισσότερο και αποτελούν ένα τεράστιο κομμάτι της συνολικής αξίας του S&P 500, όταν οι επενδυτές ξεπουλούν μετοχές τους, η αρνητική επίδραση στην ευρύτερη αγορά είναι τεράστια.
Τέλος το Carry trade
«Bonus» παράγοντας φόβου, φαίνεται πως είναι το τέλος του δημοφιλούς «carry trade» μεταξύ γιεν και δολαρίου. Πρόκειται για μία πρακτική κατά την οποία ένας επενδυτής δανείζεται σε ένα νόμισμα με χαμηλά επιτόκια, όπως το γιεν, και επανεπενδύει τα έσοδα σε ένα νόμισμα με υψηλότερο ποσοστό απόδοσης, συνήθως σε ευρώ ή δολάριο.
H ισοτιμία του ιαπωνικού νομίσματος ενισχύθηκε απότομα αφού η Τράπεζα της Ιαπωνίας (BoJ) αύξησε το επιτόκιο αναφοράς της την περασμένη εβδομάδα και αποφάσισε να περιορίσει τις αγορές ιαπωνικών κρατικών ομολόγων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κλείσει ένα πολύ επικερδές curry trade μεταξύ γιεν και δολαρίου, αποσταθεροποιώντας τις αγορές και πυροδοτώντας κύμα πωλήσεων.
Τι θα ακολουθήσει
Οι επενδυτές πουλάνε τώρα πετρέλαιο, κρυπτονομίσματα και ειδικά μετοχές τεχνολογίας. Αντίθετα, στρέφονται σε ασφαλή καταφύγια όπως τα ομόλογα.
Σε κάθε περίπτωση δεν χρειάζεται πανικός, καθώς δεν πρόκειται για κραχ της αγοράς. Τουλάχιστον όχι ακόμα.
Οι επενδυτές είναι νευρικοί, αλλά όχι πανικόβλητοι και το ερώτημα πλέον είναι πόσο καιρό θα διαρκέσει αυτός ο φόβος προτού οι επενδυτές αισθανθούν ότι υπάρχει ευκαιρία στην αγορά.