Επιτόκια, πληθωρισμός και ο αντίκτυπος στην Κύπρο-Τι φρενάρει την έναρξη των μειώσεων από ΕΚΤ
Μαρία Καραΐσκου 06:30 - 07 Μαρτίου 2024
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται η σημερινή συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με τους αναλυτές να κρατούν «μικρό καλάθι» έναντι του επίμαχου ερωτήματος αν θα μειωθούν ή όχι τα επιτόκια.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, παρά την μείωση του πληθωρισμού, κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί από σήμερα και οι όποιες περί τούτου αποφάσεις θα πρέπει να τοποθετούνται χρονικά μάλλον τον προσεχές Ιούνιο.
Με την ανάγνωση αυτή των πραγμάτων συμφωνούν και δύο αναλύτες στην Κύπρο που κλήθηκαν από το InBusinessNews να δώσουν την δική τους ανάγνωση των πραγμάτων, ο οικονομικός αναλυτής Γιάγκος Χατζηγιάννης και ο οικονομολόγος και διοικητικός σύμβουλος της KPMG Κύπρου Τάσος Γιασεμίδης.
Ο κ. Χατζηγιάννης αναφέρει ότι στην Κύπρο το μέτρο της αύξησης των επιτοκίων ήταν πιο επώδυνο σε σχέση με άλλα κράτη της ευρωζώνης, καθώς υπάρχουν πολλά υπερχρεωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
«Από την άλλη είναι ευτυχές ότι δεν υπήρξε αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κυρίως λόγω επιτυχημένης διαχείρισης και αναδιαρθρώσεων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αλλά και λόγω της καλής κατάστασης της οικονομίας με πολύ χαμηλά επίπεδα ανεργίας», σημειώνει, μεταξύ άλλων.
Το γεγονός ότι η αύξηση των επιτοκίων πίεσε τον πληθωρισμό προς τα κάτω, αλλά όχι με τον ρυθμό που θα αναμενόταν, έκανε λόγο ο κ. Γιασεμίδης.
«Την ίδια στιγμή είναι ξεκάθαρο ότι ο περιορισμός της ζήτησης/κατανάλωσης και η αναβολή επενδύσεων και επιχειρηματικών έργων, λόγω αυξημένου κόστους χρηματοδότησης, οδηγούν σε επιβράδυνση τις οικονομίες, με την Ευρώπη ενδεχομένως να παρουσιάζει τη μεγαλύτερη», πρόσθεσε ο Τάσος Γιασεμίδης.
Και οι δύο οικονομικοί αναλυτές, τονίζουν τον αρνητικό αντίκτυπο της γεωπολιτικής αστάθειες προς τις αγορές, τις επενδύσεις, την εφοδιαστική αλυσίδα και τις τιμές ενέργειας.
Ενόψει της σημερινής συνεδρίας του ΔΣ της ΕΚΤ, ποια είναι η δική σας εκτίμηση όσον αφορά τις αποφάσεις που αναμένεται να ληφθούν σε σχέση με τα επιτόκια;
Γιάγκος Χατζηγιάννης (Γ.Χ.): Όλες οι αναλύσεις συμφωνούν ότι δεν αναμένεται η οποιαδήποτε μείωση των επιτοκίων σε αυτό το στάδιο.
Ο πληθωρισμός έχει μειωθεί στο 2.6% στην Ευρωζώνη τον Φεβρουάριο, άρα δεν είμαστε μακριά από τον στόχο του 2.0% που είχε τεθεί εξαρχής.
Η ΕΚΤ όμως ακολουθεί μια επιφυλακτική προσέγγιση και ως εκ τούτου, το πιο πιθανόν να έχουμε την 1η μείωση μετά από μια σειρά αυξήσεων, τον Ιούνιο.
Η οποιαδήποτε μείωση αναμένεται να είναι μικρή της τάξης του 0.25% και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις εκτιμούν μείωση μέχρι και 1% ως το τέλος του 2024.
Τάσος Γιασεμίδης (Τ.Γ.): Διαφαίνεται ότι οι αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών για ενδεχόμενη μείωση των επιτοκίων αναβάλλονται προς το παρόν. Τα στατιστικά στοιχεία για τον πληθωρισμό και την πορεία των οικονομιών αξιολογούνται κατά τη διάρκεια των συνεδριών και παίρνονται οι ανάλογες αποφάσεις, ενώ μετά το πέρας τους οι ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων ενδεχομένως να δίνουν κάποια ένδειξη για τις επόμενες συνεδριάσεις.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι αγορές φαίνεται να εκτιμούν ότι μειώσεις των επιτοκίων θα υπάρξουν το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Οι πορείες των οικονομιών Ευρώπης και Αμερικής συνηγορούν στο γεγονός ότι δεν θα υπάρξουν άμεσα μειώσεις των επιτοκίων.
Η οικονομία των ΗΠΑ, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που ανακοινώνονται, βρίσκεται σε ανάπτυξη, ενώ στην Ευρώπη φαίνεται ότι καταγράφεται ήπια επιβράδυνση, ίσως ένα μικρό ποσοστό αρνητικής ανάπτυξης.
Το γεγονός ότι δεν έχει παρουσιαστεί, προς το παρόν, σημαντική επιβράδυνση των οικονομιών επιτρέπει στις Κεντρικές Τράπεζες να αναβάλλουν τις αποφάσεις τους. Φυσικά διαφαίνεται ότι η οικονομική διαφορά μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ διευρύνεται προς όφελος της δεύτερης.
Ανεξαρτήτως του πιο πάνω, κατά τη δική σας ανάγνωση των πραγμάτων, πότε θα πρέπει να ξεκινήσει η καθοδική πορεία των επιτοκίων; Ο πληθωρισμός βρίσκεται σε σημείο που επιτρέπει να συμβεί κάτι τέτοιο άμεσα;
Γ.Χ.: Στην Κύπρο ο πληθωρισμός έχει ανέλθει στο 2.2% τον Φεβρουάριο, άρα είμαστε ακόμη πιο κοντά στον στόχο του 2% σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Κατανοώ όμως την επιφυλακτική προσέγγιση της ΕΚΤ, η οποία δεν θέλει να λάβει βεβιασμένα μέτρα σε ένα πολύ ασταθές γεωπολιτικό σκηνικό.
Σημασία δεν έχει αν η πρώτη μείωση έρθει τον Μάιο ή τον Ιούνιο, αλλά να συνεχίσει την καθοδική πορεία ο πληθωρισμός και να γίνει σταδιακή μείωση των επιτοκίων.
Τ.Γ.: Δύο είναι τα βασικά στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη όσον αφορά τις αποφάσεις για τα επιτόκια. Η πορεία του πληθωρισμού, o οποίος κινείται καθοδικά με βάση τα προκαταρκτικά στοιχεία Φεβρουαρίου, και αυτή των οικονομιών.
Ο πληθωρισμός κινείται προς τον στόχο του 2%, όμως θα πρέπει να επιβεβαιωθεί η τάση. Τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα παραμένουν, ενώ αναμένονται και αποφάσεις από τις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες για μείωση της προσφορά ώστε να συγκρατήσουν τις τιμές του πετρελαίου, ζητήματα τα οποία τροφοδοτούν τον πληθωρισμό.
Από την άλλη, ενδεχόμενη απότομη συρρίκνωση της επιχειρηματικής και οικονομικής δραστηριότητας θα οδηγήσει σε γρηγορότερες αποφάσεις όσον αφορά τις μειώσεις των επιτοκίων, όπως είχε γίνει για παράδειγμα στις αρχές της χρηματοπιστωτικής κρίσης και κατά τη διάρκεια της εξάπλωσης του κορωνοϊού, όταν είχαν υιοθετηθεί και ενισχυθεί προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης.
Θεωρείτε ότι το μέτρο της αύξησης των επιτοκίων με στόχο την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων απέδωσε τα αναμενόμενα ή δημιούργησε προβλήματα στην πραγματική οικονομία;
Γ.Χ.: Η αύξηση των επιτοκίων είναι το μόνο εργαλείο που έχει στη φαρέτρα της η ΕΚΤ για τιθάσευση του πληθωρισμού και είναι ξεκάθαρο ότι η ραγδαία αύξηση των επιτοκίων από το καλοκαίρι του 2022 έχει περιορίσει σε μεγάλο βαθμό τον πληθωρισμό.
Από την άλλη είναι πασιφανές ότι η αύξηση των επιτοκίων έχει δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα βιωσιμότητας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις εφόσον μειώνεται η αγοραστική δύναμη και η ρευστότητα.
Τ.Γ.: Στην οικονομική θεωρία η «απορρόφηση» ρευστότητας από την αγορά περιορίζει τη ζήτηση και την κατανάλωση, οδηγώντας τις τιμές προς τα κάτω. Κάποιος θα περίμενε γρηγορότερη μείωση του πληθωρισμού, λαμβάνοντας υπόψη την επιθετικότητα με την οποία αυξήθηκαν τα επιτόκια από τις Kεντρικές Tράπεζες.
Όμως, διαφαίνεται ότι σημαντικό μέρος των αυξήσεων στις τιμές αποτελείται από τον «πληθωρισμό της προσφοράς», δηλαδή αυτόν που αφορά την εφοδιαστική αλυσίδα, το κόστος της ενέργειας, των πρώτων υλών και των τροφίμων.
Με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία οι τιμές στα ενεργειακά προϊόντα σημείωσαν σημαντική αύξηση, όπως και στα σιτηρά, λόγω της καταστροφής υποδομών, ενώ οι κυρώσεις και οι αντικυρώσεις σε συνδυασμό με τους Χούθι στην Ερυθρά Θάλλασσα αυξάνουν τα μεταφορικά κόστη.
Οπότε, η αύξηση των επιτοκίων πίεσε τον πληθωρισμό προς τα κάτω αλλά όχι με τον ρυθμό που θα ανέμενε κάποιος. Την ίδια στιγμή είναι ξεκάθαρο ότι ο περιορισμός της ζήτησης / κατανάλωσης και η αναβολή επενδύσεων και επιχειρηματικών έργων, λόγω αυξημένου κόστους χρηματοδότησης, οδηγούν σε επιβράδυνση τις οικονομίες, με την Ευρώπη ενδεχομένως να παρουσιάζει τη μεγαλύτερη.
Ειδικά στην Κύπρο, που ως γνωστόν τα πλείστα νοικοκυριά βρίσκονται υπό δανεισμό, πόσο πιο δύσκολα έχουν γίνει τα πράγματα για αυτούς στη καθημερινότητά τους, λόγω των αυξημένων επιτοκίων;
Γ.Χ.: Στην Κύπρο το μέτρο της αύξησης των επιτοκίων ήταν πιο επώδυνο σε σχέση με άλλα κράτη της Ευρωζώνης επειδή ακριβώς έχουμε υπερχρεωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Επιπλέον έχει καταστεί πολύ πιο δύσκολη η αγορά κατοικίας, ειδικά για νεαρά ζευγάρια.
Από την άλλη είναι ευτυχές ότι δεν υπήρξε αύξηση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων κυρίως λόγω επιτυχημένης διαχείρισης και αναδιαρθρώσεων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αλλά και λόγω της καλής κατάστασης της οικονομίας με πολύ χαμηλά επίπεδα ανεργίας.
Τ.Γ.: Τα νοικοκυριά καλούνται για ακόμα μια φορά να αναπροσαρμόσουν τον προϋπολογισμό τους. Πέραν των αυξημένων δόσεων στα δάνεια, έχουν να αντιμετωπίσουν το υψηλό κόστος στέγασης και καυσίμων, αλλά και την αύξηση στο καλάθι του νοικοκυριού.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο πληθωρισμός και η ακρίβεια είναι διαφορετικές έννοιες. Ο πληθωρισμός καταγράφει τη μεταβολή των τιμών εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Μπορεί ως ποσοστό μεταβολής οι τιμές να μειώνονται, όμως όσο παραμένει θετικό, η ακρίβεια και οι ψηλές τιμές διατηρούνται.
Ενδεχομένως μέρος των μειώσεων των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα να οφείλεται στο γεγονός ότι οι δανειολήπτες αντιλαμβανόμενοι ότι τα καταθετικά επιτόκια βρίσκονται πολύ πιο κάτω από τα δανειστικά προτιμούν να αποπληρώσουν γρηγορότερα τις δόσεις τους.
Η γεωπολιτική αστάθεια που επικρατεί με δύο πολέμους σε εξέλιξη, σε ποιο βαθμό θεωρείτε ότι λαμβάνεται υπόψη από τους κεντρικούς τραπεζίτες; Είναι παράγοντας που λειτουργεί αποτρεπτικά έναντι της προοπτικής έναρξης μείωσης των επιτοκίων;
Γ.Χ.: Βεβαίως λαμβάνεται υπόψη η γεωπολιτική αστάθεια επειδή επηρεάζει τις αγορές και τις επενδύσεις.
Επιπλέον, η αναταραχή στην Ερυθρά θάλασσα έχει επηρεάσει την εφοδιαστική αλυσίδα, αυξάνοντας σημαντικά το κόστος μεταφοράς, ανατροφοδοτώντας τον πληθωρισμό.
Τ.Γ.: Οποιαδήποτε σύγκρουση πολιτική, οικονομική και ακόμη χειρότερα στρατιωτική εντείνει τη μεταβλητότητα στις οικονομίες και τις διεθνείς αγορές. Έχουμε δει με ποιο τρόπο οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Γάζα έχουν επηρεάσει αρνητικά τις τιμές της ενέργειας και άλλων προϊόντων, με πολλά προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Οι αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών λαμβάνουν υπόψη την πορεία των οικονομιών. Αν υπάρξουν σημαντικές υφεσιογόνες πιέσεις ενδεχομένως να δούμε συντομότερα μειώσεις των επιτοκίων με σκοπό τη διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά για αναχαίτιση τους.
Η γεωπολιτική αστάθεια και οι συνέπειές της όσον αφορά γενικότερα την παγκόσμια οικονομία αλλά και τις εθνικές οικονομίες σίγουρα είναι από τις παραμέτρους που λαμβάνουν σοβαρά υπόψη οι Κεντρικές Τράπεζες στις αποφάσεις τους.