Χρειάζεται να δράσει το κράτος για την αντιμετώπιση των προκλήσεων στην αγορά ακινήτων
Μαρίνος Κυναιγείρου 12:00 - 11 Απριλίου 2023
Εδώ και αρκετούς μήνες είχαμε προειδοποιήσει ότι η αγορά των ακινήτων θα έρθει αντιμέτωπη με πολλές προκλήσεις, οι οποίες μοιραία θα επηρεάσουν την απόδοση ενός από τους πλέον νευραλγικούς τομείς της κυπριακής οικονομίας με μεγάλη συνεισφορά στο ΑΕΠ και στην αγορά εργασίας. Από τις αρχές του 2023 μέχρι σήμερα και έχοντας παρέλθει πλέον το πρώτο τρίμηνο του έτους, είμαστε πλέον σε θέση να διακρίνουμε τα πρώτα σημάδια κόπωσης, τα οποία έχουν κάνει την εμφάνισή τους στην αγορά των ακινήτων.
Όπως άλλωστε διαφαίνεται και από τα ευρήματα της Έρευνας Τραπεζικών Χορηγήσεων της Κεντρικής Τράπεζας, η καθαρή ζήτηση για στεγαστικά δάνεια κατέγραψε μείωση το τελευταίο τρίμηνο του 2022 και οι προσδοκίες των τραπεζών που συμμετείχαν στην Έρευνα ήταν ότι θα υπήρχε περαιτέρω μείωση το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Αυτή η καθοδική τάση έχει τις ρίζες της στις διαδοχικές κρίσεις που έχουν χτυπήσει την κυπριακή και την παγκόσμια οικονομία από το 2020 κι έπειτα. Η μάχη των κεντρικών τραπεζών με τον πληθωρισμό συνεχίζεται με τις αυξήσεις των επιτοκίων να διαδέχονται η μια την άλλη με αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού να έχει ανέβει κατακόρυφα τους τελευταίους 10 περίπου μήνες. Ταυτόχρονα το ενεργειακό κόστος παραμένει επίσης ψηλό, όπως και οι τιμές διαφόρων καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών, οι οποίες συντηρούν τον πληθωρισμό αρκετά πιο πάνω από τον στόχο του 2%, που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αναφέρομαι στον πληθωρισμό γιατί δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι το σημερινό του ύψος μπορεί να παρουσιάζεται μειωμένο σε σύγκριση με της περσινή χρονιά, αλλά στην πραγματικότητα εάν τον συγκρίνουμε με το 2020, ακόμη και με το 2021, θα δούμε ότι πρόκειται για επιπρόσθετη αύξηση. Αυτοί οι παράγοντες, όπως είχαμε προειδοποιήσει εγκαίρως, έχουν αποδυναμώσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με αποτέλεσμα η απόκτηση κατοικίας, διαμερίσματος ή οικίας, να ατονεί. Ταυτόχρονα όποια ρύθμιση κι αν επιτευχθεί τελικά στο φλέγον θέμα του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ 5%, θα έχει επίπτωση στη ζήτηση ακινήτων στο εγγύς μέλλον και άρα στην απόκτηση πρώτης κύριας
κατοικίας.
Μπορεί λοιπόν, η μικρή επιβράδυνση η οποία παρατηρείται σήμερα να μην αποτελεί κεραυνό εν αιθρία, αλλά δεν παύει από του να επηρεάζει τον κύκλο εργασιών διαφόρων επιχειρήσεων και με την πάροδο του χρόνου τα εισοδήματα χιλιάδων πολιτών, οι οποίοι βγάζουν τα προς το ζην από τον τομέα των ακινήτων.
Δυστυχώς εάν όλα αυτά δεν ληφθούν σοβαρά υπόψη από την κυβέρνηση και τα τραπεζικά ιδρύματα, εάν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα αυτή η επιβράδυνση και αφεθεί να διευρυνθεί τότε θα είμαστε ενώπιον του κινδύνου να ενεργοποιηθεί μια αλυσίδα προβλημάτων κοινωνικο-οικονομικής φύσεως.
Εξ’ όσων αντιλαμβανόμαστε, οι τράπεζες δεν προτίθενται να κάνουν εκπτώσεις στα δανειστικά επιτόκια. Από την άλλη, όπως δημοσιεύεται στον Τύπο, φαίνονται διατεθειμένες να συμβάλουν σε κάποιο κοινωνικό σχέδιο στήριξης ατόμων που θέλουν να αγοράσουν ακίνητο και δυσκολεύονται λόγω των συνθηκών. Ας μην ξεχνάμε ότι κάτι αντίστοιχο έγινε και κατά τη διάρκεια της πανδημίας όταν η κυβέρνηση επιχορήγησε το επιτόκιο των νέων στεγαστικών δανείων. Πιστεύουμε ότι και σ’ αυτή την περίοδο, μια στοχευμένη κυβερνητική παρέμβαση είναι αναγκαία τόσο για την στήριξη των πολιτών όσο και για την στήριξη του τομέα των ακινήτων. Ως Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών έχουμε δηλώσει πολλές φορές ότι είμαστε στη διάθεση των αρμοδίων για να συζητήσουμε και να βρούμε λύσεις όσο ακόμη η κατάσταση είναι διαχειρίσιμη, όσο ακόμη η φωτιά μπορεί να ελεγχθεί.
*Του Μαρίνου Κυναιγείρου, MRICS, Πρόεδρος Συμβουλίου Εγγραφής Κτηματομεσιτών