Ανταγωνιστής στην ποιότητα το κυπριακό κρασί
07:30 - 25 Απριλίου 2017

Η παραγωγή κρασιού στην Κύπρο έχει πολύ βαθιές ρίζες, καθώς ανάγεται στην αρχαιότητα και αυτό βοήθησε διαχρονικά στην καλλιέργεια οινικής κουλτούρας στον τόπο μας. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, η κυπριακή αγορά και το κοινό της έχουν γίνει μάρτυρες μιας εμφανούς αναβάθμισης του κλάδου, η οποία αρχίζει από την παραγωγή και εκτείνεται μέχρι και τη διάθεση του κρασιού, σύμφωνα με τον Χαράλαμπο Παναγιώτου, πρόεδρο του Συνδέσμου Οινοποιείων Κύπρου και διευθύνοντα σύμβουλο της ΚΕΟ plc.
Στην Κύπρο διατίθενται σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας, 17 εκατ. λίτρα οίνου ετησίως, τα οποία μοιράζονται εξίσου σε τοπικά παραγόμενα κρασιά και εισαγόμενα. Από το σύνολο των κυπριακών, τα 5.5 εκατ. λίτρα προέρχονται από τα τρία μεγάλα παραδοσιακά οινοποιεία του τόπου - ΚΕΟ, ΣΟΔΑΠ, ΛΟΕΛ - τα 2 εκατ. λίτρα από εννέα μεσαίου μεγέθους τοπικά οινοποιεία και 1.5 εκατ. από 52 μικρότερα.
Από την άλλη πλευρά, τα εισαγόμενα κρασιά προέρχονται, ως επί το πλείστον, από ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως από Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία και Γαλλία, ενώ μικρές ποσότητες εισάγονται από τρίτες χώρες, όπως η Χιλή, η Νέα Ζηλανδία και η Αυστραλία.
Την ίδια ώρα, μικρή αλλά ποιοτική με αξιόλογες γηγενείς ποικιλίες και τη φημισμένη κουμανδαρία είναι η παρουσία της Κύπρου στον διεθνή χάρτη εμπορίας κρασιού. Οι εξαγωγές της χώρας μας αντιστοιχούν στο 0,01% του παγκόσμιου εμπορίου στην κατηγορία αυτή, την ώρα που στα πιο αξιοζήλευτα επίπεδα, μεταξύ των χωρών της ΕΕ, κινείται η Γαλλία με ποσοστό 28,8%. Αξίζει να σημειωθεί πως γενικά οι χώρες της ΕΕ βρίσκονται ψηλά στο εμπόριο του κρασιού και ειδικά στην περίπτωση των εξαγωγών προς τη Νότιο Κορέα καταγράφουν αύξηση 11,6%, κατά μέσο όρο, από το 2014 στο 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίας.
Κλάδος που αναπτύσσεται
O κ. Παναγιώτου επισημαίνει ότι η γνώση του Κύπριου γύρω από το κρασί και η γνωριμία του με τις διάφορες ποικιλίες, τον τύπο, το είδος και την απόλαυση έχει μπει σε μία πορεία βελτίωσης και ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια.
Όπως εξηγεί, αυτό που αλλάζει είναι η οινική παιδεία: «Το ενδιαφέρον του απλού και μέσου καταναλωτή για το κρασί όλο και αυξάνεται και μαζί μεγαλώνουν και οι απαιτήσεις του τόσο για την ποιότητα όσο και για τη γνωριμία με νέα κρασιά».
Το εμπόριο κρασιού στον τόπο μας έχει καταστεί άκρως ανταγωνιστικό, σημειώνει, σε βαθμό που επηρέασε αισθητά τα κυπριακά οινοποιεία, ενώ ο έντονος ανταγωνισμός, που έχει και τα καλά του, έρχεται κυρίως από το εξωτερικό, όπου κάποιος μπορεί να συναντήσει κρασιά όλων των τύπων, ποιοτήτων και τιμών: «Ο ανταγωνισμός συνέβαλε ώστε η οινοποίηση στην Κύπρο να αλλάξει μορφή και να στραφεί στην ποιοτική παραγωγή. Παρατηρούμε, τα τελευταία χρόνια, γευστική καλυτέρευση και εμπλουτισμό των ποικιλιών. Παράλληλα, ο τιμολογιακός ανταγωνισμός αναγκάζει τους οινοποιούς να προβαίνουν συνεχώς σε αναβαθμίσεις, που σκοπό έχουν τον περιορισμό του κόστους, ώστε να μπορούν να προσφέρουν και χαμηλότερες τιμές».
Η ανανεωμένη οινική κυπριακή κουλτούρα έχει, την ίδια ώρα, αναδείξει κι ένα ακόμα πεδίο για το επιχειρείν, που δεν είναι άλλο από τα τοπικά οινοποιεία: «Άλλοι ξεκίνησαν από χόμπι κι άλλοι από την αρχή ως επαγγελματίες. Το κοινό χαρακτηριστικό τους ήταν η αγάπη για το κρασί και η επιθυμία για δημιουργία ενός ποτού που θα άρεσε στον κόσμο. Με τα χρόνια είδαμε αρκετούς νέους ανθρώπους να ασχολούνται και επιστημονικά με το κρασί, παρακολουθώντας σπουδές οινολογίας σε πανεπιστήμια. Με όλα αυτά, καθώς και με τη στήριξη του κράτους που επιδότησε την ανάπτυξη του τομέα, καταφέραμε να έχουμε έναν αριθμό τοπικών οινοποιείων που ανταγωνίζονται στην αγορά και αναπόφευκτα ανεβάζουν την ποιότητα».
Απόδειξη της βελτίωσης αυτής είναι ότι ακόμη και οι μεγάλες επώνυμες οινοβιομηχανίες του τόπου μας έχουν όλες αναπτύξει μία γκάμα ποιοτικών κρασιών πέραν των συνηθισμένων, που ανταγωνίζονται επάξια στον χώρο.
Οι διεθνείς δρόμοι του κρασιού
Οι δυνατοί παίκτες στο εμπόριο του κρασιού είναι οι χώρες με τη μεγαλύτερη παράδοση στην οινοποιία, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία. Παρόλα αυτά, η παραγωγή κρασιού είναι πλέον παγκόσμια δραστηριότητα και τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες χώρες εδραιώνονται στον διεθνή χάρτη, όπως η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Νότιος Αφρική και η Χιλή.
«Να μην ξεχνάμε, όμως, και την Αμερική και ειδικά τη Δυτική Ακτή», προσθέτει ο κ. Παναγιώτου, «όπου η οινοποίηση βρίσκεται σε πολύ ψηλά επίπεδα, ενώ αξιοσημείωτο είναι πως και η Κίνα θέλει να ενταχθεί με αξιώσεις στον παγκόσμιο χάρτη του κρασιού. Μάλιστα, έχει εκπονήσει για τον σκοπό αυτό σχέδια, τα οποία άρχισε να υλοποιεί».
Η Κύπρος, κατέληξε, λόγω μεγέθους δεν δύναται γενικά να ανταγωνιστεί τις μεγάλες χώρες σε ποσότητες, αλλά μπορεί να σταθεί επάξια στην ποιότητα, ιδιαίτερα με κρασιά από γηγενείς ποικιλίες, όπως το Ξινιστέρι, το Μαραθεύτικο και το Γιαννούδι. Εξάλλου, παράγει ένα από τα καλύτερα κρασιά του κόσμου, την κουμανδαρία, με σημαντικότατες διακρίσεις ανά το παγκόσμιο.