Εύκολο στα λόγια, δύσκολο στην πράξη η «ενιαία κακή τράπεζα»
12:13 - 03 Νοεμβρίου 2017
Ασφαλώς και οι τραπεζίτες ευνοούν τη δημιουργία μιας «ενιαίας» κακής τράπεζας για να αναλάβει όλα τα κόκκινα δάνεια, αφού αυτοί επιθυμούν διακαώς να απαλλαγούν από αυτά. Το πρόβλημα είναι ποιος θα διαθέσει τα χρήματα για τη δημιουργία μιας ενιαίας κακής τράπεζας. Οι αναφορές για τη δημιουργία μιας ενιαίας κακής τράπεζας απλά «χαϊδεύουν» τα αυτιά των πολιτών, αλλά στην πράξη είναι δύσκολο. Η ενιαία κακή τράπεζα θα μπορούσε να δημιουργηθεί εάν την αναλάβουν εξ’ ολοκλήρου ιδιωτικά κεφάλαια.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται στα €22 δις (σε ονομαστικές αξίες), τα οποία παραμένουν μη εξυπηρετούμενα εδώ και χρόνια. Η πραγματική αξία αυτών των δανείων είναι πολύ χαμηλότερη της ονομαστικής αξίας, ακόμα και μετά την αφαίρεση διαφόρων επιβαρύνσεων, όπως τόκοι υπερημερίας κλπ. Οι τράπεζες θα ήταν πολύ ευχαριστημένες αν μπορούσαν να πουλήσουν τα κόκκινα δάνεια στην κακή τράπεζα στο 50% της ονομαστικής αξίας, όπως έχει γίνει στην Ιρλανδία, στις Ηνωμένες Πολιτείες κλπ.
Στην Ιρλανδία, το κράτος ήταν και παραμένει μέτοχος κατά 49% στην κακή τράπεζα, ενώ το υπόλοιπο 51% από ιδιωτικά κεφάλαια. Η NAMA (National Asset Management Agency), όπως αποκαλείτο, αγόραζε τα κόκκινα δάνεια στο 50% περίπου της ονομαστικής τους αξίας τους, αποκτώντας έτσι την κυριότητα στις εμπράγματες εξασφαλίσεις που στήριζαν αυτά τα δάνεια. Σήμερα, η ΝΑΜΑ είναι μια επιχείρηση που διαχειρίζεται ακίνητα αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, τα οποία πουλά στην αγορά αλλά σε βάθος χρόνου, δημιουργώντας μάλιστα και ανάπτυξη. Η καλή διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της NAMA μπορεί να αφήσει και κέρδη στους μετόχους, κυβέρνηση και ιδιώτες, όπως έγινε στις ΗΠΑ, με την ΤARP (Trouble Asset Relieve Program), η οποία όμως αγόραζε τράπεζες εξ ολοκλήρου, όταν αυτές κατέρρεαν το 2007.
Μια ενιαία κακή τράπεζα θα ήταν μια καλή επιλογή για την Κύπρο νοουμένου ότι θα εξευρεθούν τα χρήματα και οι επενδυτές. Για να μπορεί το κράτος να είναι ο κύριος μέτοχος, θα πρέπει να καταβάλει τουλάχιστον τα μισά χρήματα από τα συνολικά κεφάλαια που χρειάζεται η κακή τράπεζα. Δηλαδή, αν η Κυπριακή κακή τράπεζα αγοράσει τα κόκκινα δάνεια στο 50% της ονομαστικής τους αξίας που είναι €11 δις (κάτι που θεωρώ απίθανο), τότε η κυβέρνηση, ως κύριος μέτοχος θα πρέπει να καταβάλει €5.5 δις. Η κυβέρνηση δεν διαθέτει τέτοια ποσά, ούτε και μπορεί να τα δανειστεί, διότι το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί υπερβολικά, εκτός και αν δανειστεί έναντι των εμπράγματων εξασφαλίσεων που θα αποκτήσει η κακή τράπεζα στην οποία θα είναι μέτοχος η κυβέρνηση, όταν αγοράσει τα κόκκινα δάνεια.
Αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαθέσει €5.5 δις ή και λιγότερα, για την συμμετοχή της στην κακή τράπεζα, τότε την ενιαία κακή τράπεζα θα πρέπει να την αναλάβουν εξ’ ολοκλήρου επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία, όπως όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά, είναι ψυχρά και θα βλέπουν τις εμπράγματες εξασφαλίσεις ως χρήμα και μόνο ως χρήμα. Τα επενδυτικά κεφάλαια θα έχουν ως στόχο το κέρδος και δεν θα διστάσουν να πουλούν αυθαίρετα τις εμπράγματες εξασφαλίσεις, προκειμένου να διασφαλίσουν τα κέρδη τους. Ακόμα και αν η κυβέρνηση είναι μέτοχος πέραν του 50%, οι ξένοι επενδυτές δεν θα δεχθούν να επενδύσουν εάν η κυβέρνηση δεν λειτουργήσει την κακή τράπεζα με στόχο το κέρδος. Συνεπώς, αυτοί που θα μιλούν για τη δημιουργία μιας ενιαίας κακής τράπεζας στην Κύπρο, ακόμα και η Κεντρική Τράπεζα, να σκεφτούν και τις συνέπειες που ενδεχομένως να προκύψουν.
Μάριος Μαυρίδης, Καθηγητής Οικονομικών Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο, βουλευτής Κερύνειας ΔΗΣΥ, m.mavrides@euc.ac.cy
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται στα €22 δις (σε ονομαστικές αξίες), τα οποία παραμένουν μη εξυπηρετούμενα εδώ και χρόνια. Η πραγματική αξία αυτών των δανείων είναι πολύ χαμηλότερη της ονομαστικής αξίας, ακόμα και μετά την αφαίρεση διαφόρων επιβαρύνσεων, όπως τόκοι υπερημερίας κλπ. Οι τράπεζες θα ήταν πολύ ευχαριστημένες αν μπορούσαν να πουλήσουν τα κόκκινα δάνεια στην κακή τράπεζα στο 50% της ονομαστικής αξίας, όπως έχει γίνει στην Ιρλανδία, στις Ηνωμένες Πολιτείες κλπ.
Στην Ιρλανδία, το κράτος ήταν και παραμένει μέτοχος κατά 49% στην κακή τράπεζα, ενώ το υπόλοιπο 51% από ιδιωτικά κεφάλαια. Η NAMA (National Asset Management Agency), όπως αποκαλείτο, αγόραζε τα κόκκινα δάνεια στο 50% περίπου της ονομαστικής τους αξίας τους, αποκτώντας έτσι την κυριότητα στις εμπράγματες εξασφαλίσεις που στήριζαν αυτά τα δάνεια. Σήμερα, η ΝΑΜΑ είναι μια επιχείρηση που διαχειρίζεται ακίνητα αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, τα οποία πουλά στην αγορά αλλά σε βάθος χρόνου, δημιουργώντας μάλιστα και ανάπτυξη. Η καλή διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της NAMA μπορεί να αφήσει και κέρδη στους μετόχους, κυβέρνηση και ιδιώτες, όπως έγινε στις ΗΠΑ, με την ΤARP (Trouble Asset Relieve Program), η οποία όμως αγόραζε τράπεζες εξ ολοκλήρου, όταν αυτές κατέρρεαν το 2007.
Μια ενιαία κακή τράπεζα θα ήταν μια καλή επιλογή για την Κύπρο νοουμένου ότι θα εξευρεθούν τα χρήματα και οι επενδυτές. Για να μπορεί το κράτος να είναι ο κύριος μέτοχος, θα πρέπει να καταβάλει τουλάχιστον τα μισά χρήματα από τα συνολικά κεφάλαια που χρειάζεται η κακή τράπεζα. Δηλαδή, αν η Κυπριακή κακή τράπεζα αγοράσει τα κόκκινα δάνεια στο 50% της ονομαστικής τους αξίας που είναι €11 δις (κάτι που θεωρώ απίθανο), τότε η κυβέρνηση, ως κύριος μέτοχος θα πρέπει να καταβάλει €5.5 δις. Η κυβέρνηση δεν διαθέτει τέτοια ποσά, ούτε και μπορεί να τα δανειστεί, διότι το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί υπερβολικά, εκτός και αν δανειστεί έναντι των εμπράγματων εξασφαλίσεων που θα αποκτήσει η κακή τράπεζα στην οποία θα είναι μέτοχος η κυβέρνηση, όταν αγοράσει τα κόκκινα δάνεια.
Αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαθέσει €5.5 δις ή και λιγότερα, για την συμμετοχή της στην κακή τράπεζα, τότε την ενιαία κακή τράπεζα θα πρέπει να την αναλάβουν εξ’ ολοκλήρου επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία, όπως όλοι γνωρίζουμε πολύ καλά, είναι ψυχρά και θα βλέπουν τις εμπράγματες εξασφαλίσεις ως χρήμα και μόνο ως χρήμα. Τα επενδυτικά κεφάλαια θα έχουν ως στόχο το κέρδος και δεν θα διστάσουν να πουλούν αυθαίρετα τις εμπράγματες εξασφαλίσεις, προκειμένου να διασφαλίσουν τα κέρδη τους. Ακόμα και αν η κυβέρνηση είναι μέτοχος πέραν του 50%, οι ξένοι επενδυτές δεν θα δεχθούν να επενδύσουν εάν η κυβέρνηση δεν λειτουργήσει την κακή τράπεζα με στόχο το κέρδος. Συνεπώς, αυτοί που θα μιλούν για τη δημιουργία μιας ενιαίας κακής τράπεζας στην Κύπρο, ακόμα και η Κεντρική Τράπεζα, να σκεφτούν και τις συνέπειες που ενδεχομένως να προκύψουν.
Μάριος Μαυρίδης, Καθηγητής Οικονομικών Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο, βουλευτής Κερύνειας ΔΗΣΥ, m.mavrides@euc.ac.cy