Μιλά η Γερμανία για ξέπλυμα

‘Αν ήμουν μαφιόζος,  κι εγώ θα επένδυα τα χρήματά μου στη Γερμανία’

Πολλές ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα πως η Γερμανία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στο ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, συμπεριλαμβανομένης και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λόγω της τεράστιας οικονομίας και των διεθνών διασυνδέσεων της χώρας αυτής, που την καθιστούν οικονομικό κέντρο, σε συνδυασμό με την στρατηγική γεωγραφική της θέση στην Ευρώπη.

Υπολογίζεται πως στην Γερμανία συντελούνται περίπου 60-80 δις από παράνομες πράξεις, συμπεριλαμβανομένης και της φοροδιαφυγής. Τρομοκράτες έχουν προβεί σε τρομοκρατικές πράξεις στην Γερμανία και σε άλλες χώρες έπειτα που είχαν εγκατασταθεί στη Γερμανία. Η Γερμανία υπολογίζεται πως έχει τεράστια μαύρη αγορά ή και παραοικονομία που ανέρχεται στα 400-560 δις με αποτέλεσμα η χρήση χρήματος τοις μετρητοις να είναι εξαιρετικά μεγάλη.

Στον ποινικό κώδικα της Γερμανίας βρίσκονται τα βασικά στοιχεία που διέπουν την πολιτική κατά του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος, μόνο που το νομικό αυτό πλαίσιο δεν συνάδει πλήρως με τις εισηγήσεις της FATF ( Financial Action Task Force) αφού υπάρχουν αδυναμίες σε αυτό, όπως επισημάνεται κι από την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου 2010. Ως υφίσταται, δεν ποινικοποιείται το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτει και τα αδικήματα που οδηγούν σε αυτό, ούτε και η ποινικοποίηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας συνάδει με τα διεθνή πρότυπα.

Οι σχετικοί κανονισμοί περί ξεπλύματος βρόμικου χρήματος χρήζουν βελτίωσης και όπως εισηγείται στην έκθεσή του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, απαιτείται ενισχυμένη υποχρέωση καταγγελίας/αναφοράς, η οποία μπορεί να βασίζεται σε υποψίες και όχι μόνο σε γνώση και που σχετίζεται με κέρδη που αποκομίσθηκαν από παράνομη πράξη.

Επιπλέον, το FIU ( Financial Intelligent Unit) θα πρέπει να ασκεί περισσότερες από τις θεμελιώδεις λειτουργίες μιας χρηματοοικονομικής μονάδας πληροφοριών και να εφαρμόζονται επαρκώς οι κανονισμοί του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Δεν επιβάλλονται ως πρέπει οι κυρώσεις για παραβάσεις των κανονισμών περί ξεπλύματος χρήματος, ενώ η υποχρέωση για εφαρμογή των κανονισμών για το ξέπλυμα χρήματος σε μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις και επαγγέλματα δεν είναι τόσο ενδυναμωμένη όσο θα έπρεπε να είναι. Ελλιπείς οι εργασίες της FIU.

Οι πρόνοιες του Γερμανικού Ποινικού Κώδικα ( ΓΠΚ) που αφορούν το ξέπλυμα χρήματος εμπεριέχουν κάποια τεχνικά ελαττώματα ή και ελλείψεις. Δύο από τις κατηγορίες αδικημάτων που καθόρησε η FATF δεν είναι αδικήματα που εισηγούνται ξέπλυμα χρήματος και η κατηγορία για ξέπλυμα χρήματος από μόνη της δεν μπορεί να εφαρμοσθεί σε άτομα που καταδικάστηκαν για αδικήματα υποστηρικτικά του ξεπλύματος χρήματος. Περαιτέρω,τα νομικά πρόσωπα δεν είναι υπόκεινται σε ποινική ευθύνη αλλά μόνο σε διοικητικό πρόστιμο, σε περίπτωση που εμπλέκονται σε αδικήματαγια ξέπλυμα χρήματος, λόγω θεμελιωδών αρχών του Γερμανικού δικαίου.
Τα Γερμανικά δικαστήρια έχουν περίπου 300 καταδίκες για ξέπλυμα χρήματος κάθε χρόνο, αλλά πολλές από αυτές τις καταδίκες είναι για λιγότερο σοβαρές υποθέσεις.

Σοβαρές υποθέσεις ξεπλύματος, όπως για παράδειγμα υποθέσεις που αφορούν το οργανωμένο έγκλημα, προωθούνται βάσει άλλων αδικημάτων που επιφέρουν αυστηρότερες κυρώσεις από αυτές που επιφέρει η καταδίκη για αδίκημα ξεπλύματος χρήματος. Το υψηλό βάρος απόδειξης που απαιτείται για να αποδειχθεί πως τα κέρδη σχετίζονται με αδίκημα που εξυπακούει ξέπλυμα χρήματος, και η ανικανότητα καταδίκης για ξέπλυμα χρήματος των ατόμων που καταδικάστηκαν για αδίκημα που οδήγησε στο ξέπλυμα χρήματος, είναι λόγοι για να μην προωθηθεί η κατηγορία για ξέπλυμα χρήματος.

Κατά την έκθεση, η Γερμανία το 2009 ενίσχυσε την Καταπολέμηση Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας με την ποινικοποίηση της χρηματοδότησης τρομοκρατικών πράξεων και τρομοκρατών, αλλά η χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανισμών ήταν ήδη ποινικοποιημένη και τα τρία αδικήματα Καταπολέμησης Χρηματοδότησης Τρομοκρατίας είναι συστατικά αδικήματα για το αδίκημα του ξεπλύματος χρήματος. Όμως, τα μέτρα αυτά δεν συμβαδίζουν ολοκληρωτικά με τα πρότυπα που καθορίζει η FATF επειδή δεν καλύπτουν όλα τα αδικήματα που ορίζονται στη σύμβαση περί Χρηματοδότησης Τρομοκρατών των Ηνωμένων Εθνών.

Οι Γερμανικές αρχές χρησιμοποιούν διάφορες διαδικασίες για κατάσχεση και δέσμευση περιουσίας που σχετίζεται με εγκληματικές πράξεις, αλλά οι περιουσίες που κατάσχονται ή και δεσμεύονται είναι πολύ λιγότερες από εκείνες που διατάζει το δικαστήριο. Επίσης, ο τρόπος που ερμηνεύεται το επαγγελματικό απόρρητο από κάποιους επαγγελματίες, αποτελεί περιορισμό της ικανότητας επιβολής του νόμου από τις αρχές για να εντοπίσουν την σχετική περιουσία.
Σημαντική επισήμανση της εν λόγω εκθέσεως αναφέρει πως, αν και τα χρήματα τρομοκρατών και άλλα περιουσιακά τους στοιχεία μπορούν να παγοποιηθούν χωρίς καθυστέρηση, κάποιες προϋποθέσεις για παγοποίηση δεν εφαρμόζονται σε όλους τους Ευρωπαίους πολίτες και κάποιες από αυτές τις προϋποθέσεις εφαρμόζονται μόνο για χρηματική περιουσία και όχι για άλλα περιουσιακά στοιχεία.

Οι κανονισμοί για το ξέπλυμα χρήματος απαιτούν από τις διάφορες οντότητες που αναφέρονται να καταχωρούν Αναφορά Ύποπτων Συναλλαγών στις σχετικές αρχές με κοινοποίηση στη Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών ( FIU), η οποία είναι το εθνικό κέντρο για λήψη τέτοιων αναφορών. Στην πραγματικότητα όμως, η ανάλυση των αναφορών αυτών μοιράζεται μεταξύ των πολιτειών ( Lander) και της FIU, με αποτέλεσμα η δεύτερη να ασκεί περιορισμένη ανάλυση των αναφορών αυτών. Δεν υφίσταται επαρκής ανάλυση των αναφορών.

‘Οσον αφορά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, παρατηρούνται ελλείψεις αναφορικά με τα μέτρα πρόληψης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.

Η δέουσα επιμέλεια που οφείλεται, ως αυτή καθορίζεται από τους κανόνες για αποφυγή ξεπλύματος βρόμικου χρήματος δεν εφαρμόζεται, αφού εξαιρούνται σε μεγάλο βαθμό πελάτες ‘χαμηλού ρίσκου’ και αυτή η αντιμετώπιση συγκρούεται με τις υποχρεώσεις που αφορούν παρακολούθηση και τήρηση αρχείων.
Τομέας ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος αναφορικά με την υποχρέωση της δέουσας επιμέλειας (duediligence) είναι ο προσδιορισμός του τελικού δικαιούχου, συμπεριλαμβανομένου και του προσδιορισμού του κατά πόσο κάποιο άτομο είναι πολιτικά εκτεθειμένο. Τα υφιστάμενα μέτρα δεν συνάδουν πλήρως με τις υποδείξεις της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης ( FinancialActionTaskForce – FATF) όπου εκεί παρατηρείται να υπάρχει ευρεία ποικιλία ερμηνειών από τα διάφορα ιδρύματα ως προς το τι απαιτείται.

Γενικά, τα ιδρύματα διατηρούν αρχεία για περίπου 10 χρόνια ως προβλέπεται από την σχετική νομοθεσία περί εμπορίου προκαλώντας όμως την πιθανότητα τα αρχεία αυτά να μην είναι επαρκή για πελάτες ‘χαμηλού ρίσκου’. Διάφορα ιδρύματα εξαιρούνται από κάποιες βασικές συνιστώσες της δέουσας επιμέλειας σε περιπτώσεις χαμηλού ρίσκου, γεννώντας την απορία για το τι είδους πληροφορίες καταγράφονται για τους πελάτες χαμηλού ρίσκου, ώστε να είναι διαθέσιμες προς εξέταση από τις αρχές.

Η έκταση των πληροφοριών που είναι διαθέσιμη αναφορικά με την ιδιοκτησία και των έλεγχο των Γερμανικών νομικών προσώπων διαφέρει εκ διαμέτρου από οντότητα σε οντότητα. Οι κυριότερες πληροφορίες σχετικά με την ιδιοκτησία των εταιρειών βρίσκονται στο μητρώο εταιρειών με δημόσια πρόσβαση, όμως, δεν περιλαμβάνουν πάντα πληροφορίες σχετικά με τον τελικό δικαιούχο της εταιρείας και τον έλεγχο αυτής. Οι διαθέσιμες πληροφορίες στα μητρώα είναι περιορισμένες όσοναφορά οργανισμούς, των οποίων οι ιδιοκτήτες αντιπροσωπεύονται από ανώνυμες μετοχές ( bearershares). Στις Κυπριακές εταιρείες, η έκδοση τέτοιων μετοχών δεν επιτρέπεται για αυτονόητους λόγους.

Οι νομικές διευθετήσεις τύπου ‘Treuhand’ που υπάρχουν στη Γερμανία, επιβεβαιώνουν την αδιαφάνεια που επικρατεί αναφορικά με την αποκάλυψη του τελικού δικαιούχου, αφού οι πληροφορίες για τις διευθετήσεις αυτές είναι ανεπαρκείς. Επίσης, όσον αφορά ιδιωτικά ιδρύματα, οι διαθέσιμες πληροφορίες στο μητρώο είναι σχεδόν ανύπαρκτες.

Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις μέλους του Κόμματος των Πρασίνων της Γερμανικής Βουλής, του κ.GerhardSchick, ο οποίος ανέφερε σε συνέντευξή του στο DW πως δυστυχώς οι καταστάσεις στη Γερμανία ακόμη ενθαρρύνουν το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Παρομοίως, κ.JörgZiercke, πρόεδρος του ΒΚΑ (Ομοσπονδιακού Γραφείου Εγκλημάτων) ανέφερε πως πολλές εμπορικές συναλλαγές γίνονται όλο και πιο αδιαφανείς.

Ο Οργανισμός για Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη, όπως και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχουν κατηγορήσει επανειλημμένα την Γερμανία για ανεπαρκή προσπάθεια καταπολέμησης του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος.

Προς επιβεβαίωση, η Γερμανική αστυνομία έχει καταλήξει πως κάθε χρόνο στη Γερμανία 50 με 60 δις ευρώ προέρχονται από παράνομες πράξεις, όπως εκβιασμούς, εμπόριο ναρκωτικών και όπλων τα οποία ξεπλένονται μέσω νομίμων οδών (επιχειρήσεων) με ούτε το ένα τοις εκατόν των χρημάτων αυτών να μπορεί να ανακτηθεί από τις αρχές.
 

Δειτε Επισης

Η εικόνα μιας διχασμένης αγοράς ακινήτων-Η λάμψη και οι πιέσεις
Η Τεχνητή Νοημοσύνη στην Υγεία
Οι πιθανές οικονομικές επιπτώσεις ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ της Ε.Ε. και της Κίνας
Οι προκλήσεις του μελλοντικού ηλεκτρικού συστήματος της Ε.Ε.
Ανθρώπινο δικαίωμα η ασφάλεια και υγεία στην εργασία
Το μούδιασμα στην αγορά ακινήτων, η προοπτική και οι προκλήσεις
Εναλλακτικές επενδύσεις και διασπορά χαρτοφυλακίου
H τεχνητή νοημοσύνη αλλάζει ριζικά το μέλλον του λιανικού εμπορίου
Μετατροπή των προκλήσεων σε ευκαιρίες στην εποχή των αποσυνδεδεμένων πληρωμών
Το Metaverse και το ψηφιακό μάρκετινγκ