Κ. Ηροδότου: Ε.Ε. και ΕΚΤ πρωτοστατούν στη λήψη μέτρων για κλιματική αλλαγή

«Είμαστε η πρώτη γενιά που αισθανόμαστε τις συνέπειες τις κλιματικές αλλαγές και είμαστε η τελευταία γενιά που μπορεί να λάβει μέτρα για την αντιμετώπισή τους».

Με αυτή τη φράση του πρώην Αμερικανού Προέδρου Μπάρακ Ομπάμα άρχισε την ομιλία του ενώπιον του 12ου Limassol Economic Forum ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κωνσταντίνος Ηροδότου, επισημαίνοντας πως ήδη η μέση θερμοκρασία καταγράφει αύξηση κατά ένα βαθμό, με την Μεσόγειο να είναι πιο επιρρεπής στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής με τις θερμοκρασίες να καταγράφουν αύξηση 20% περισσότερος από τον μέσο όρο που καταγράφεται διεθνώς.

Δεδομένου της αύξηση της θερμοκρασίας, το φαινόμενο του θερμοκηπίου ο κ. Ηροδότου ανέφερε πως οι χώρες της Μεσογείου μέχρι το 2050 θα καταγράψουν αύξηση στη ζήτηση για πρόσβαση σε νερό με όλες τις συνέπειες που μπορεί να προκληθούν από αυτή την αύξηση.

Παράλληλα, ο κ. Ηροδότου ανέφερε πως η ΕΚΤ πραγματοποίησε stress tests για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στη βάση τριών σεναρίων, εάν ληφθούν άμεσα μέτρα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αν υπάρξει καθυστέρηση στη λήψη μέτρων και εάν δεν ληφθούν καθόλου μέτρα. Στη βάση του όπου σεναρίου από το 2050 και μετά θα καταγράφεται μείωση του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ στο ενδεχόμενο μη λήψη μέτρων οι απώλειες στο παγκόσμιο ΑΕΠ θα είναι διπλάσιες.

Ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας υπογράμμισε πως οι κυβερνήσεις είναι υπεύθυνες για την λήψη μέτρων μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, υπογραμμίζοντας πως η ΕΕ έχει θέσει τα θεμέλια με την Πράσινη Συμφωνία. Πρόσθεσε πως για να υπάρξουν αποτελέσματα στις πολιτικές για αντιμετώπιση των συνεπειών, απαιτούνται κεφαλαιακές επενδύσεις σε πράσινα έργα και πρακτικές.

Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά μέχρι το 2030 η ΕΕ εκτιμά πως θα πρέπει οι πράσινες επενδύσεις θα πρέπει να αυξηθούν κατά 55%, δηλαδή €350 δις σε ετήσια βάση για τα επόμενα 10 χρόνια. Διευκρίνισε πως χώρες οι οποίες έχουν καθυστερήσει να λάβουν μέτρα, θα πρέπει να επενδύσουν περισσότερα και κυρίως στον τομέα της ενέργειας, σε ανανεώσιμες πηγές  ενέργειας καθώς και στον τομέα των μεταφορών.

Κλειδί στις προσπάθειες αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και αντιστροφή της καταστροφής που συντελείται, αποτελεί η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, ανέφερε ο κ. Ηροδότου και ιδιαίτερα στην επίτευξη των βιώσιμων στόχων.

Επιβάλλεται να υπάρξουν επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες οι οποίες θα συμβάλλουν στην μεταρρύθμιση των μέσων παραγωγής και θα οδηγήσουν στην πράσινη οικονομία. Χαιρέτισε το γεγονός ότι η ΕΕ και η ΕΚΤ λαμβάνουν μέτρα για προστασία των επενδυτών από greenwashing.

Πρόσθεσε πως η ΕΚΤ στη νομισματική της πολιτική λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

Ως επόπτες, είπε, ανησυχούμε πως οι τράπεζες δεν είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις που θα προκληθούν από την εφαρμογή των πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Τόνισε πως μέχρι το 2050 η κερδοφορία των τραπεζών θα μειωθεί κατά 40% ιδιαίτερα σε δικαιοδοσίες που είναι πιο επιρρεπής, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δανειακά χαρτοφυλάκια θα αυξηθούν επίσης. Κάλεσε παράλληλα τις τράπεζες να εφαρμόσουν νέα μοντέλα με βάση τις νέες τεχνολογίες.

Τέλος υπογράμμισε πως οι χώρες να θέσουν ψηλά τις πράσινες και ψηφιακές τους πολιτικές και να επιταχύνουν τις προσπάθειες τους για μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.

Δειτε Επισης

Σύντομα ο σχεδιασμός για Σχολή Θαλάσσιων Επιστημών ΤΕΠΑΚ στη Λάρνακα
«sCYence Fair 2024»: Με εκατοντάδες χαμόγελα πλημμύρισε η μεγαλύτερη γιορτή της επιστήμης
Οι νικητές των «Stelios Bi - Communal Awards for Business Co-operation 2024»
TELETHON και Κεραυνός Στροβόλου ενώνουν δυνάμεις
16α ΙΝ Business Awards: Ανακοινώνονται την ερχόμενη εβδομάδα οι βραβευθέντες
Στην ΟΕΒ ο Σύνδεσμος Συλλογικότητας Θεατρικών Δημιουργών-Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο
Στις 16 Μαΐου η ετήσια εκδήλωση «Cisco Experience»
Oι content creators αλλάζουν την όψη της οικονομίας
Με διαδρομές ενθουσιασμού, επιτυχίας και επιδόσεων ο απολογισμός για τον ΟΠΑΠ Μαραθώνιο Λεμεσού
ΓεΣΥ: Πώς διατηρείται και ενισχύεται η ποιοτική εξυπηρέτηση ασθενών;