Ομοβροντία κατά της φορολόγησης υπερκερδών τραπεζών-«Ζημιά μεγαλύτερη του κέρδους»
Έμιλυ Αντωνίου 13:14 - 03 Ιουλίου 2024
Κύμα αντιδράσεων εντός και εκτός Κύπρου, έχει ξεσηκώσει η πρόταση νόμου που κατέθεσε ο γενικός γραμματέας του ΑΚΕΛ, Στέφανος Στεφάνου, με σκοπό τη θέσπιση νομοθεσίας για δημιουργία Ταμείου Αλληλεγγύης στήριξης δανειοληπτών, το οποίο στην ουσία θα χρηματοδοτείται, μέσω τέλους επί των απροσδόκητων κερδών των τραπεζών.
Η συζήτηση του θέματος άρχισε την περασμένη Δευτέρα, 1η Ιουλίου 2024, στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής.
Η μαραθώνια συνεδρία πραγματοποιήθηκε στη σκιά των ανησυχιών και των φόβων που εκφράζονται από τυχόν τέτοια εξέλιξη, η οποία όπως τονίζεται από θεσμούς αλλά και ανεξάρτητους φορείς, σε κάθε περίπτωση θα έχει επιπτώσεις -και μάλιστα σοβαρές εώς και επικίνδυνες- στον χρηματοπιστωτικό τομέα της Κύπρου.
- Διαβάστε εδώ: Το αφήγημα Στέφανου Στεφάνου για την φορολόγηση απροσδόκητων κερδών και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν
- Διαβάστε εδώ: Γι' αυτούς τους λόγους είναι λάθος η φορολόγηση των «απροσδόκητων» κερδών-Οι θέσεις του Συνδέσμου Τραπεζών
Γ. Χατζηγιάννης: Σοβαρά προβληματική η πρόταση
Καμπανάκι κινδύνου κρούει έγκριτος οικονομικός αναλυτής, ο Γιάγκος Χατζηγιάννης, Ceo του CIM-Cyprus Business School. Προειδοποιεί ότι, τυχόν υιοθέτηση της πρότασης θα επιφέρει μεγαλύτερη ζημιά παρά κέρδος.
Συγκεκριμένα αναφέρει ότι: «Η πρόταση για φορολόγηση των κερδών των τραπεζών, όπως έχει παρουσιαστεί, είναι σοβαρά προβληματική. Σε μια ελεύθερη οικονομία, δεν νοούνται τέτοιες νομοθετικές παρεμβάσεις και η ζημιά θα είναι μεγαλύτερη από το κέρδος. Ζημιά επειδή μια τέτοια κίνηση επηρεάζει άμεσα το επενδυτικό περιβάλλον».
Αιτιολογώντας τη θέση του, ο κ. Χατζηγιάννης εξηγεί ότι τα τελευταία χρόνια, οι ξένες επενδύσεις αποτέλεσαν τον κινητήριο μοχλό για την ανάπτυξη του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό πλεόνασμα και την ραγδαία μείωση της ανεργίας.
Κατά συνέπεια, όπως υποδεικνύει, οι οποιεσδήποτε ενέργειες που μπορούν να πλήξουν την αξιοπιστία της Κύπρου ως επενδυτικό προορισμό, πρέπει να αποφεύγονται. Προσθέτει λέγοντας ότι, «γνωρίζουμε πολύ καλά ότι είναι ξένοι επενδυτές που επένδυσαν στις τράπεζες μας σε μια περίοδο πολύ προβληματική και επίσης είναι ξένοι επενδυτές οι οποίοι εξαγόρασαν πακέτα ΜΕΔ, ξαλαφρώνοντας τις τράπεζες μας από τα βαρίδια του παρελθόντος».
Ταυτόχρονα ο κ. Χατζηγιάννης δεν παραλείπει να υπογραμμίσει το γεγονός ότι, ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην Κύπρο εμπνέει πλέον εμπιστοσύνη μετά από την κατάρρευση του 2013 και την συνεπαγόμενη αναξιοπιστία για την ευρωστία του.
Πλέον, συμπληρώνει, ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην Κύπρο είναι πολύ μικρότερος και βασίζεται σε στέρεες βάσεις, παρά το γεγονός ότι οι προκλήσεις παραμένουν σημαντικές εφόσον υπάρχουν ιδρύματα που δεν έχουν καταφέρει ακόμη να μειώσουν τα ΜΕΔ στα επίπεδα που απαιτεί η ΕΚΤ.
Τι αναλογεί στις τράπεζες
Ταυτόχρονα ο οικονομικός αναλυτής, αναφέρεται στην πορεία των τραπεζών μας, οι οποίες κατάφεραν να ανακάμψουν, ενώ απαριθμεί και εκείνα που τους αναλογούν.
«Λόγω και της ραγδαίας αύξησης των επιτοκίων, σε συνδυασμό με την εξυγίανση των λειτουργικών τους εξόδων, οι τράπεζες έχουν καταφέρει να έχουν σημαντικότατη αύξηση των εσόδων τους το 2023 και 2024, μετά από μια δεκαετία με ζημιές.
Σίγουρα οι τράπεζες οφείλουν να αυξήσουν τα καταθετικά τους επιτόκια εφόσον η ψαλίδα μεταξύ καταθετικών και δανειστικών επιτοκίων στην Κύπρο είναι πολύ μεγαλύτερη από άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Περαιτέρω, θα πρέπει οι τράπεζες να ενδυναμώσουν τα προγράμματα κοινωνικής τους ευθύνης έτσι ώστε να ανταποδώσουν πίσω στην κοινωνία μέρος των κερδών τους».
Αντιδράσεις εντός και εκτός
Ταυτόχρονα με την επισήμανση της Νομικής Υπηρεσίας ότι εγείρονται κάποια συνταγματικά ζητήματα, υπάρχει και η ομοβροντία και τα τρία «όχι» από το υπουργείο Οικονομικών, την Κεντρική Τράπεζα και τον Σύνδεσμο Τραπεζών Κύπρου.
Διαφωνίες επί της πρότασης εκφράστηκαν επίσης και από άλλα σώματα και θεσμούς εντός και εκτός Κύπρου, με πιο χαρακτηριστική αυτή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που είναι θεματοφύλακας της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ευρωπαϊκής επικράτειας.
Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ θεωρεί ότι η κερδοφορία των τραπεζών διαδραματίζει κομβικό ρόλο στη φερεγγυότητα του τραπεζικού τομέα αφενός διότι επιτρέπει την οργανική δημιουργία κεφαλαίων και αφετέρου γιατί προσελκύει επενδυτές σε περίπτωση που προκύψει ανάγκη αύξησης κεφαλαίου για κάλυψη τυχόν ζημιών. Επικαλείται μάλιστα παραδείγματα του παρελθόντος, όταν έγιναν ανάλογες παρεμβάσεις από πλευράς τραπεζών και δεν υπήρξε μετατόπιση ή οποιοδήποτε κόστος στους πελάτες.
Σοβαρές ανησυχίες έχει καταθέσει επίσης ο Σύνδεσμος Τραπεζών Κύπρου, ο οποίος μάλιστα κατέθεσε και μακροσκελές σημείωμα στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής, υποδεικνύοντας μεταξύ άλλων τρία σημαντικά στοιχεία:
- Η πρόσφατη κερδοφορία δεν είναι απόλυτα απροσδόκητη, αλλά οφείλεται και στις αποφάσεις, τις ενέργειες και τους επιχειρησιακούς σχεδιασμούς των διοικήσεων των τραπεζών
- Τα πιστωτικά ιδρύματα, πέραν της καταβολής φορολογίας επί των κερδών καταβάλλουν τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια επιπλέον και ειδικό φόρο επί των καταθέσεων. Παρόμοια φορολογία δεν υφίσταται στις πλείστες άλλες χώρες της Ευρωζώνης
- Οι τράπεζες χρειάζεται να ενισχύσουν περαιτέρω την κεφαλαιακή τους βάση, δια μέσου της κερδοφορίας, και να θωρακίσουν την ανθεκτικότητα και σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος ώστε να είναι σε θέση να απορροφήσουν πιθανές μελλοντικές ζημιές
Ακόμη και σε περίπτωση μη ύπαρξης συνταγματικών κωλυμάτων, εκείνο που συνάγεται, είναι πως πιθανή υιοθέτηση ενός τέτοιου μέτρου, θα μπορούσε να βάλει το χρηματοπιστωτικό τομέα σε τέτοιες περιπέτειες, οι οποίες στο τέλος θα μπορούσαν να έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην ευρύτερη οικονομία του τόπου και τους πολίτες του.