ΑΠΕ και κερδοφορία...Η άλλη όψη του νομίσματος
16:40 - 06 Δεκεμβρίου 2024
Της Έλενας Αριστοδήμου
Οι παραγωγοί ΑΠΕ παρουσιάζουν μεγάλα περιθώρια κέρδους, ευθύνονται για το ψηλό κόστος στην τιμή του ρεύματος, πάμε λοιπόν να τους φορολογήσουμε. Βολικό το αφήγημα.
Είναι όμως αυτή η πραγματικότητα ή και σε αυτή την περίπτωση, το νόμισμα έχει δύο όψεις και απλώς στην προκειμένη είναι προς το συμφέρον κάποιων να μας μοστράρουν μόνο τη μια πλευρά;
Οι υπεραπλουστευμένες προσεγγίσεις πάντα βολεύουν. Και ο λαϊκισμός επίσης. Γιατί «στοχεύουν» στο κοινό λαϊκό αίσθημα και την κατακαημένη τσέπη των Κύπριων καταναλωτών που χρυσοπληρώνουν το ηλεκτρικό ρεύμα.
Έτσι, σε αυτή την περίπτωση οι παραγωγοί ΑΠΕ γίνονται ο αποδιοπομπαίος τράγος, αφήνοντας εκτός κάδρου τον «ελέφαντα στο δωμάτιο»: Την ΑΗΚ. Φυσικά, η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη. Οι παραγωγοί ΑΠΕ, είναι ιδιώτες επενδυτές οι οποίοι αποφάσισαν να επενδύσουν στην αγορά ενέργειας.
Συγκεκριμένα, από το 2012 έχουν επενδυθεί πέραν των 700 εκατομμυρίων στον συγκεκριμένο τομέα, με πολλαπλά οφέλη για την οικονομία του τόπου. Παράλληλα, μέσα από αυτές τις επενδύσεις σε έναν τομέα ιδιαίτερα ευάλωτο και με την αγορά να βρίσκεται σε μεταβατική φάση, ανέλαβαν και όλα τα μεγάλα επιχειρηματικά ρίσκα.
Για αρχή, τόσο οι παραγωγοί όσο και οι προμηθευτές ενέργειας σε αυτή τη μεταβατική αγορά ηλεκτρισμού, υποχρεούνται να δηλώνουν έναν μήνα πριν την προβλεπόμενη παραγωγή και ζήτηση που θα έχουν. Σε περίπτωση απόκλισης, κάτι το οποίο είναι πολύ πιθανόν λόγω των απρόβλεπτων καιρικών συνθηκών, επιβάλλονται χρηματικές επιβαρύνσεις.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι αν οι προβλέψεις τους αποκλίνουν, επιβάλλεται πρόστιμο μέχρι και 15 σεντς/kWh, δηλαδή, ποινή πολύ ψηλότερη από το μέσο κόστος παραγωγής. Ένα ρίσκο το οποίο υποχρεωτικά αναλαμβάνουν και το οποίο οδηγεί σίγουρα όχι σε αυξημένα κέρδη, αλλά σε ζημιές.
Στα ρίσκα που καλούνται να επωμιστούν οι παραγωγοί ΑΠΕ, συγκαταλέγονται και οι περικοπές στην παραγωγή ενέργειας από φωτοβολταϊκά. Περικοπές που οφείλονται όχι στους ίδιους, αλλά στην αποτυχία του κράτους να εφαρμόσει έναν ενεργειακό σχεδιασμό ο οποίος δεν θα πετά πράσινη ενέργεια στον κάλαθο των αχρήστων.
Το 2023, οι περικοπές άγγιξαν το 15%, ενώ το 2024 αναμένεται σχεδόν διπλάσιο ποσοστό. Αυτό σημαίνει ότι οι παραγωγοί χάνουν σημαντικά έσοδα, αφού λόγω των περικοπών δε μπορούν να παράγουν και κατ’ επέκταση να πωλούν όλη την ενέργεια που έχει τη δυνατότητα να παράγει το πάρκο τους. Φανταστείτε λοιπόν μια επιχείρηση, να της επιβάλλει το κράτος να λειτουργεί στο 70% της δυναμικότητας της. Θα μιλάμε για κέρδη ή για ζημιά;
Στα ρίσκα, έρχεται να προστεθεί και η ασύμμετρη τιμολόγηση σε ό,τι αφορά την αγορά και την πώληση ενέργειας. Σε απλά ελληνικά, όταν οι συμμετέχοντες στην αγορά έχουν έλλειμμα ενέργειας, αναγκάζονται να αγοράσουν ενέργεια από την αγορά σε χονδρική τιμή.
Αυτή η χονδρική τιμή καθορίζεται από την ΑΗΚ Παραγωγή, η οποία πουλάει στην ΑΗΚ Προμήθεια και στους άλλους προμηθευτές. Όταν όμως οι συμμετέχοντες έχουν πλεόνασμα ενέργειας, πληρώνονται με χαμηλότερες τιμές μέσω ενός υπολογισμού. Η διαφορά στις δύο αυτές τιμές τους καλοκαιρινούς μήνες, φτάνει στο 20%, κάτι το οποίο μειώνει περαιτέρω την κερδοφορία των παραγωγών ΑΠΕ.
Όλα τα πιο πάνω οδηγούν σε ένα συμπέρασμα: ότι η πραγματικότητα πόρρω απέχει από τα όσα βλέπουν επανειλημμένα τα φώτα της δημοσιότητας περί «υπερκερδών». Γιατί πολύ απλά αυτοί που επιμένουν στο βολικό αυτό αφήγημα, είτε δεν γνωρίζουν είτε εσκεμμένα παραπλανούν για να αποπροσανατολίσουν από τις δικές τους ευθύνες.
Την ίδια ώρα τίθεται ένα ακόμη ερώτημα: γιατί από τη στιγμή που θεωρούμε αποδεκτό κάθε επιχείρηση να επενδύει εκατομμύρια, αναλαμβάνοντας το ρίσκο μιας ενδεχόμενης αποτυχίας και πιθανών ζημιών, όταν αυτή παρουσιάζει για κάποιο χρονικό διάστημα κέρδη από την επένδυση της, την κατηγορούμε για «υπερκέρδη», αφαιρώντας από την εξίσωση το κόστος της επένδυσης της, την αβεβαιότητα και όλες τις άλλες παραμέτρους που έχουν προαναφερθεί;
Είναι δυνατόν κάθε φορά που ένας κλάδος παρουσιάζει αυξημένα κέρδη, να αλλάζει το φορολογικό πλαίσιο για να φορολογηθεί επιπλέον; Ποιο είναι το μήνυμα προς τους επενδυτές, αλλά και προς τις τράπεζες που χρηματοδοτούν τις επενδύσεις;
Όλη η συζήτηση γύρω από τα «υπερκέρδη» των ΑΠΕ αποπροσανατολίζει απλά από το ζητούμενο: να λειτουργήσει επιτέλους μια ανταγωνιστική αγορά ηλεκτρισμού, όπου οι τιμές της ενέργειας θα καθορίζονται βάσει της δυναμικής της αγοράς.
Μια ανταγωνιστική αγορά που θα επιτρέπει την ισορροπία προσφοράς και ζήτησης, δημιουργώντας συνθήκες για πιο δίκαιες και ανταγωνιστικές τιμές για τους Κύπριους καταναλωτές.
Οπότε, αντί να ρίχνουμε κάθε τρεις και λίγο λάδι στη φωτιά, είναι καιρός να εστιάσουμε ως κράτος στην επίτευξη του ευρωπαϊκού μοντέλου της αγοράς.
Προς το παρόν, είμαστε σε αναμονή για το φθινόπωρο του 2025, όπου βάσει των δηλώσεων του Υπουργού Ενέργειας, αναμένεται το άνοιγμα της ανταγωνιστικής αγοράς ηλεκτρισμού. Ας ελπίσουμε μόνο ότι δεν θα πάμε από παράταση σε παράταση, όπως γίνεται συνήθως στη χώρα μας.