Οι απεργίες στις ουσιώδεις υπηρεσίες και μια συμφωνία 20 ετών που δεν αξιοποιήθηκε ποτέ και πρέπει να γίνει νόμος
Μάριος Αδάμου 06:30 - 30 Νοεμβρίου 2024
Την ώρα που η απεργία στον κλάδο του έτοιμου σκυροδέματος οδεύει στην τέταρτη εβδομάδα, προκαλώντας σωρεία προβλημάτων στον κατασκευαστικό τομέα και ευρύτερα στην οικονομία, αλλά-και με αφορμή την 48ωρη απεργία στην οποία κατήλθαν τις προηγούμενες ημέρες οι κυβερνητικοί γιατροί, επανέρχεται ξανά στο προσκήνιο η αναγκαιότητα για νομοθετική ρύθμιση των απεργιών σε ουσιώδεις υπηρεσίες.
Αξίζει να σημειωθεί πως σε ό,τι αφορά τον τομέα του έτοιμου σκυροδέματος, ο οποίος βεβαίως δεν εμπίπτει στις ουσιώδεις υπηρεσίες και συνεπώς αυστηρά ομιλούντες δεν βρίσκεται στο φάσμα της όλης συζήτησης που αναπτύσσεται για νομοθετική ρύθμιση των απεργιών, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Παναγιώτου κατέθεσε το βράδυ της Παρασκευής την αναθεωρημένη τελική του πρόταση προς την συντεχνιακή και εργοδοτική πλευρά, αναμένοντας τις απαντήσεις τους.
- Διαβάστε εδώ: Έδωσε πρόταση και αναμένει τις απαντήσεις...Τι προβλέπει η τελική φόρμουλα Παναγιώτου για το σκυρόδεμα
- Διαβάστε εδώ: Στέλιος Γαβριήλ: 80 με 100 εκατ. το κόστος από την μεγαλύτερη απεργία στην ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας
Επί της ουσίας του παρόντος θέματος, αξίζει να υπενθυμιστεί ότι η πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Αννίτα Δημητρίου, προανήγγειλε προ ημερών την κατάθεση πρότασης για θεσμοθέτηση ελάχιστων επιπέδων λειτουργίας σε ουσιώδεις υπηρεσίες εν μέσω απεργιακών κινητοποιήσεων, καλώντας την Κυβέρνηση και ειδικότερα τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να αρχίσει άμεσα διαβούλευση στο πλαίσιο του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος στους τομείς που κρίνονται ως ουσιώδεις για τους πολίτες.
- Διαβάστε εδώ: Πρόταση Αννίτας για τις ουσιώδεις υπηρεσίες-Θεσμοθέτηση ελάχιστων επιπέδων λειτουργίας
Πάντως, και ενώ η συζήτηση για το όλο θέμα επανέρχεται στο προσκήνιο κάθε φορά που λαμβάνονται απεργιακά μέτρα σε ουσιώδεις υπηρεσίες, όπως νοσοκομεία και λιμάνια, εδώ και είκοσι χρόνια παραμένει αναξιοποίητη η συμφωνία που είχε επιτευχθεί μεταξύ εργοδοτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων και υπογράφηκε το 2004 από ΟΕΒ, ΚΕΒΕ, ΣΕΚ, ΠΕΟ και ΔΕΟΚ, καθώς και από τον τότε Υπουργό Εργασίας, νυν Υπουργό Οικονομικών, Μάκη Κεραυνό.
Η εν λόγω συμφωνία, την οποία παρουσιάζει το InBusinessNews, καθορίζει ποιες υπηρεσίες είναι ουσιώδεις, καθώς και συγκεκριμένη διαδικασία επίλυσης των διαφορών μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, με στόχο την αποφυγή απεργιών στους εν λόγω τομείς.
Σημειώνεται ότι της συνομολόγησης και υπογραφής της εν λόγω συμφωνίας, είχε προηγηθεί προσυμφωνία μεταξύ ΟΕΒ, ΠΑΣΥΔΥ, ΣΕΚ και ΠΕΟ επί διαδικασίας επίλυσης διαφορών συμφερόντων σε ουσιώδεις υπηρεσίες πέντε χρόνια νωρίτερα και δη το 1999.
Η προσυμφωνία του 1999
Όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην κοινή επιστολή της ΟΕΒ, της ΠΑΣΥΔΥ, της ΣΕΚ και της ΠΕΟ, ημερομηνίας 14 Σεπτεμβρίου 1999, προς τους τότε Υπουργούς Οικονομικών, Εργασίας και Δικαιοσύνης, Ανδρέα Μουσιούττα, Τάκη Κληρίδη και Νίκο Κόσιη, αντίστοιχα, οι τέσσερις οργανώσεις μετά από σοβαρή μελέτη και διαβουλεύσεις είχαν καταλήξει σε συμφωνία επί διαδικασίας επίλυσης διαφορών συμφερόντων σε ουσιώδεις υπηρεσίες.
«(…) Πιστεύουμε βάσιμα πως η συμφωνία αυτή θα αποτελέσει αποφασιστικό παράγοντα στην εξασφάλιση και διατήρηση της εργατικής ειρήνης στον ευαίσθητο και ζωτικό για το κοινωνικό σύνολο τομέα των ουσιωδών υπηρεσιών», προστίθετο.
Σύμφωνα, επίσης, με την επιστολή, «η συμφωνία είναι πλήρως εναρμονισμένη με το σύστημα εργασιακών σχέσεων που εδραιώθηκε στην Κύπρο μετά την ανεξαρτησία και αποτελεί συμπλήρωμα του Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων, ο οποίος υπεγράφη το 1976. Ο Κώδικας, κατά γενική ομολογία, αποτέλεσε επίσης ορόσημο στην επίλυση εργατικών διαφορών γενικά και συνεπώς στην διατήρηση της εργατικής ειρήνης».
«Αναμένουμε πως ο αρμόδιος για το θέμα Υπουργός θα προσυπογράψει τη συμφωνία αυτή, όπως και ο προκάτοχός του προσυπέγραψε τον Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων», αναφερόταν περαιτέρω.
Επιπρόσθετα, ΟΕΒ, ΣΕΚ, ΠΕΟ και ΠΑΣΥΔΥ ενημέρωναν τους Υπουργούς πως είχαν καταλήξει και συμφωνία ότι «μετά την κατάργηση του ‘περί Ουσιωδών Υπηρεσιών Διατάγματος του 1943’ και των σχετικών κανονισμών Άμυνας, Αρ. 79Α και 79Β οι οργανώσεις είναι έτοιμες να συζητήσουν μαζί σας, σε περίπτωση που θα το θεωρήσετε αναγκαίο, την κάλυψη των οποιονδήποτε νομοθετικών κενών είναι δυνατό να δημιουργήσει αυτή η κατάσταση».
«Εννοείται βεβαίως ότι η όποια πιθανή ρύθμιση στο θέμα αυτό, θα συνάδει ασφαλώς με τις αρχές του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας σ’ ό,τι αφορά το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και της ελεύθερης συλλογικής διαπραγμάτευσης και θα εναρμονίζεται με το ευρωπαϊκό κεκτημένο», τόνιζαν.
Με βάση την αρχική συμφωνία του 1999, ως ουσιώδεις υπηρεσίες καθορίζονταν οι υπηρεσίες η διακοπή των οποίων θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή, την προσωπική ασφάλεια ή υγεία του συνόλου ή μέρους του πληθυσμού, ενώ ως «καθορισμένες ουσιώδεις υπηρεσίες» καθορίζονταν όλες οι υπηρεσίες, έργα, εργασίες ή δραστηριότητες που είναι απαραίτητες για:
- Την εξασφάλιση συνεχούς παροχής ηλεκτρικού ρεύματος
- Την εξασφάλιση υδατοπρομήθειας για σκοπούς ύδρευσης,
- Την εξασφάλιση λειτουργίας των τηλεπικοινωνιών,
- Την ασφαλή λειτουργία των αερομεταφορών και τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας,
- Την λειτουργία των νοσοκομείων,
- Την λειτουργία των φυλακών,
- Την επιδιόρθωση ή συντήρηση του εξοπλισμού και των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων της Εθνικής Φρουράς και της Αστυνομίας, περιλαμβανομένης και της Πυροσβεστικής.
Σημειώνεται ότι, στην συμφωνία που υπεγράφη τελικά το 2004, στον κατάλογο με τις «καθορισμένες ουσιώδεις υπηρεσίες» προστέθηκε και η ασφαλής λειτουργία της λιμενικής κίνησης.
Η συμφωνία του 2004
Σε ό,τι αφορά την συμφωνία που υπογράφηκε στις 16 Μαρτίου 2004 και η οποία δεν αξιοποιήθηκε ποτέ μέχρι σήμερα, αξίζει να αναφερθεί πως πέραν της ΟΕΒ, της ΠΑΣΥΔΥ, της ΣΕΚ και της ΠΕΟ, την υπογράφουν το ΚΕΒΕ και η ΔΕΟΚ, ενώ την προσυπογράφει ο τότε Υπουργός Εργασίας, Μάκης Κεραυνός.
Η εν λόγω συμφωνία, πάντως, προέβλεπε συγκεκριμένη διαδικασία επίλυσης των διαφορών ανάμεσα σε εργοδοτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς και σύσταση Επιτροπής Διαιτησίας η οποία «απαρτίζεται από πρόσωπα κοινής αποδοχής των δύο μερών και που επιλαμβάνεται διαφορών που παραπέμπονται σ’ αυτή από τον Υπουργό (σ.σ. Εργασίας) για διερεύνηση, εξέταση και έκδοση απόφασης».
Με βάση τα άρθρα της συμφωνίας, η διαδικασία που προβλέπεται στην συμφωνία τίθεται σε εφαρμογή μετά την κήρυξη αδιεξόδου σε ουσιώδεις υπηρεσίες, σύμφωνα με πρόνοιες του Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων.
Η Επιτροπή Διαιτησίας
Όσον αφορά την Επιτροπή Διαιτησίας, η συμφωνία προνοεί πως «στην περίπτωση διαπραγματεύσεων, είτε για τη σύναψη συλλογικής σύμβασης για πρώτη φορά είτε για ανανέωση συλλογικής σύμβασης, και εφόσον διαπιστωθεί ότι έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια διαπραγματεύσεων βάσει των υφιστάμενων διαδικασιών για τον κάθε τομέα και κηρύσσεται αδιέξοδο, τότε τα δύο μέρη υποχρεούνται να παραπέμψουν τη διαφορά σε Επιτροπή Διαιτησίας γνωστοποιώντας την απόφασή τους στον Υπουργό Εργασίας. Η παραπομπή γίνεται είτε από κοινού είτε χωριστά».
Βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης ότι έχει δημιουργηθεί αδιέξοδο, ο Υπουργός προβαίνει στο διορισμό κατάλληλων ατόμων, ως μελών της Επιτροπής Διαιτησίας. Η σύνθεση της Επιτροπής συνίσταται εκ τριών ατόμων, του ενός οριζόμενου ως Προέδρου αυτής.
Σημειώνεται πως, πριν τον διορισμό των μελών της Επιτροπής, ο Υπουργός Εργασίας διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και επιλέγει τα μέλη της από καθορισμένο κατάλογο 15-30 ατόμων, ο οποίος καταρτίζεται από τα εν λόγω μέρη.
Τα διορισθησόμενα στην Επιτροπή Διαιτησίας μέλη, προστίθεται, θα πρέπει να είναι άτομα εγνωσμένης αξίας και κύρους, ακέραιου χαρακτήρα, να διακατέχονται από ψηλό αίσθημα ευθύνης και αντικειμενικότητας, να έχουν ευρεία γνώση και πείρα στην επίλυση εργατικών διαφορών, να έχουν αντίληψη των θεμάτων που σχετίζονται με τη διαφορά και να μην έχουν οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον σε σχέση με τη διαφορά.
Βάσει της ίδιας συμφωνίας, η Επιτροπή Διαιτησίας προβαίνει σε πλήρη εξέταση των θεμάτων που συνιστούν τη διαφορά και μπορεί να ζητά έγγραφα, πληροφορίες και στοιχεία από τα εμπλεκόμενα στη διαφορά μέρη και γενικά να κάνει χρήση οποιουδήποτε μέσου θεωρεί χρήσιμο ή αναγκαίο για επιτέλεση του έργου της.
Σύμφωνα με τη συμφωνία, η Επιτροπή Διαιτησίας υποχρεούται όπως εντός έξι εβδομάδων από τη παραπομπή της διαφοράς ενώπιον της, εκδώσει και γνωστοποιήσει την απόφασή της.
Παρότι, πάντως, η απόφαση της Επιτροπής δεν είναι δεσμευτική, εντούτοις, τα εμπλεκόμενα μέρη είναι υποχρεωμένα να απαντήσουν γραπτώς στον Υπουργό Εργασίας, εντός διαστήματος επτά ημερών, και σε περίπτωση μη αποδοχής της απόφασης να τεκμηριώσουν γραπτώς τους λόγους απόρριψης.
Σε περίπτωση, εξάλλου, μη αποδοχής από τα μέρη ή από οποιοδήποτε μέρος της απόφασης της Επιτροπής Διαιτησίας, τότε οποιασδήποτε μορφής απεργιακά ή ανταπεργιακά μέτρα, θα μπορούν να ληφθούν ύστερα από γραπτή προειδοποίηση 25 ημερών, σε αντίθεση με 15 ημέρες σύμφωνα με τον Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων.
Σε περίπτωση, δε, που η Επιτροπή Διαιτησίας για οποιονδήποτε λόγο δεν εκδώσει την απόφασή της εντός της χρονικής περιόδου των έξι εβδομάδων, τότε κάθε μέρος δικαιούται να προχωρήσει και στη λήψη μέτρων ύστερα από γραπτή προειδοποίηση 25 ημερών.
Ισχύς της συμφωνίας
Αξίζει να αναφερθεί πως, με βάση τη συμφωνία που υπογράφηκε στις 16 Μαρτίου 2004, η διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών σε ουσιώδεις υπηρεσίες ισχύει από την ημέρα υπογραφής της και οποιαδήποτε πλευρά επιθυμεί τροποποίηση ή τερματισμό της, θα πρέπει να δώσει προειδοποίηση έξι εβδομάδων στις άλλες πλευρές και στο Υπουργείο Εργασίας.
Συνεπώς κι από τη στιγμή που κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη μέχρι στιγμής δεν ζήτησε είτε την τροποποίηση ή την κατάργησή της, η συμφωνία παραμένει σε ισχύ, ασχέτως εάν μέχρι και σήμερα δεν αξιοποιήθηκε ποτέ.
Μιχάλης Αντωνίου: Η συμφωνία να γίνει νόμος χωρίς κυρώσεις
Με αφορμή, εξάλλου, τις απεργιακές κινητοποιήσεις ο γενικός διευθυντής της ΟΕΒ, Μιχάλης Αντωνίου, μιλώντας στο InBusinessNews, τόνισε την ανάγκη η συμφωνία του 2004 να γίνει νόμος, εκφράζοντας την βεβαιότητα πως εάν συμβεί κάτι τέτοιο, όλες οι πλευρές θα τη σεβαστούν.
Ειδικότερα, και αφού υπέδειξε ότι η συμφωνία του 2004 δεν αξιοποιήθηκε ποτέ, είπε πως «ζητούμε αυτή η συμφωνία, όπως συνομολογήθηκε τότε, να γίνει νόμος του κράτους, χωρίς, όμως, να περιλαμβάνει οποιεσδήποτε κυρώσεις-συνέπειες για όποιο θα τον παραβιάσει, γιατί σε καμία περίπτωση και το ξεκαθαρίζω, δεν θέλουμε, αλλά και ούτε επιδιώκουμε την ποινικοποίηση του δικαιώματος της απεργίας».
Όταν αυτή η συμφωνία γίνει νόμος, υπογράμμισε ο κ. Αντωνίου, «πιστεύω ότι θα εφαρμοστεί και θα γίνει σεβαστή από όλες τις πλευρές, έστω κι αν δεν θα προβλέπονται οποιεσδήποτε κυρώσεις».
«Είμαστε βέβαιοι στην ΟΕΒ ότι η ψυχολογία και η νοοτροπία κάθε Κύπριου πολίτη, έχει πλήρη σεβασμό στις νομοθεσίες και οι εργοδότες, οι εργαζόμενοι και οι συντεχνίες όταν ξέρουν πως υπάρχει νόμος που πρέπει να ακολουθήσουν για μία συγκεκριμένη διαδικασία, θα την ακολουθήσουν.
Καμία πλευρά δεν θα θέλει να τους στιγματίζει ως παράνομους που περιφρονούν τους νόμους επειδή μόνο και μόνο δεν θα έχουν κυρώσεις εάν παραβιάσουν την νομοθεσία», διεμήνυσε ο γενικός διευθυντής της ΟΕΒ.