Διασφαλίζει την αμεροληψία της η ΕΠΑ-Πότε και γιατί θα έχουν σύγκρουση συμφέροντος ο πρόεδρος και τα μέλη της
Μάριος Αδάμου 06:40 - 12 Νοεμβρίου 2024
Εχέγγυα για την διασφάλιση της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας του προέδρου και των μελών της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (ΕΠΑ) κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ενισχύοντας το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών στις αποφάσεις της Επιτροπής, παρέχει ο Κώδικας Δεοντολογίας που ετοίμασε η Επιτροπή.
Τον Κώδικα κατέθεσε στην Βουλή ο Υπουργός Εμπορίου, Γιώργος Παπαναστασίου, αφού με βάση τη νομοθεσία για να δημοσιευθεί και να τεθεί σε ισχύ θα πρέπει να τύχει έγκρισης από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ενέργειας, η οποία και θα τον εξετάσει κατά τη σημερινή (12/11) συνεδρία της στην παρουσία του Υπουργού ή εκπρόσωπού του, καθώς και εκπροσώπων της ΕΠΑ.
Όπως αναφέρει ο κ. Παπαναστασίου σε επιστολή του προς τα μέλη της Επιτροπής, «ο Κώδικας Δεοντολογίας σκοπό έχει να καθοδηγήσει την Επιτροπή, θέτοντας ένα πλαίσιο αρχών, στην αξιολόγηση στην οποία καθήκοντος προβαίνει, για σκοπούς διαπίστωσης ύπαρξης σύγκρουσης συμφερόντων».
Ο Κώδικας
Σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, η ΕΠΑ, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο και τα μέλη της, ως ανεξάρτητο διοικητικό όργανο που μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης πρέπει να παρέχει τα εχέγγυα της αμερόληπτης κρίσης.
Ως εκ τούτου, οι αρχές της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής και η τήρηση αυτών αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση, ούτως ώστε η Επιτροπή, αλλά και οι αποφάσεις της, να απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης των πολιτών και της πολιτείας εν γένει.
Επιπρόσθετα και με βάση τον Κώδικα, ο Πρόεδρος και τα μέλη της ΕΠΑ οφείλουν κατά την άσκηση των εξουσιών και των καθηκόντων τους, όχι μόνο να είναι, αλλά και να φαίνονται σε έναν εύλογο παρατηρητή ότι είναι αμερόληπτοι και οφείλουν κατά την άσκηση των εξουσιών και των καθηκόντων τους να μη ζητούν, ούτε να λαμβάνουν, εντολές από κρατικό ή οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα, να ενεργούν ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε πολιτικές ή εξωτερικές παρεμβάσεις και να απέχουν από κάθε πράξη ασυμβίβαστη με την εκτέλεση των καθηκόντων ή/και με την άσκηση των εξουσιών τους.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, «ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής δε μετέχουν στην παραγωγή διοικητικής πράξης όταν έχουν ιδιάζουσα σχέση ή συγγενικό δεσμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τέταρτου βαθμού ή βρίσκονται σε οξεία έχθρα με πρόσωπο που αφορά η εξεταζόμενη υπόθεση ή που έχει συμφέρον για την έκβασή της».
Σημειώνεται πως, ο Κώδικας Δεοντολογίας αναφέρεται σε περιπτώσεις που προκαλούν σύγκρουση συμφερόντων του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής.
Πέραν, όμως, από τα παραδείγματα που αναφέρονται, προστίθεται, «ο χειρισμός δυνητικών κινδύνων σύγκρουσης συμφερόντων θα γίνεται κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τον ‘περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο’ του 1998, ως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, τον Κώδικα, καθώς και τη σχετική νομολογία».
Σύγκρουση συμφερόντων
Όσον αφορά τη σύγκρουση συμφερόντων, όπως αναφέρεται στον Κώδικα, «(…) δεν επιτρέπεται στον Πρόεδρο και στα μέλη της Επιτροπής να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον, το οποίο δύναται να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης τους κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων τους, όπως απορρέουν από τον ‘περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμο’ του 2014, ως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και τον ‘περί Διατραπεζικών Προμηθειών για Πράξεις Πληρωμών με Κάρτες Νόμο’ του 2018».
Επίσης, προστίθεται, «σύμφωνα με το άρθρο 13 του Νόμου, ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε επάγγελμα ή εργασία ή να ασχολούνται σε επιχείρηση οποιασδήποτε φύσης ή να δέχονται με πληρωμή οποιαδήποτε άλλη απασχόληση πέραν των καθηκόντων τους».
Βάσει του Κώδικα, σύγκρουση συμφερόντων μπορεί να προκύψει όταν ο Πρόεδρος ή κάποιο μέλος της Επιτροπής έχει, άμεσα ή έμμεσα προσωπικό συμφέρον, οικονομικής ή άλλης φύσης, το οποίο δύναται να θέσει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα του να ενεργήσει με αμεροληψία και ανεξαρτησία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
Ως εκ τούτου, τονίζεται, «ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής οφείλουν να είναι σε εγρήγορση αναφορικά με κινδύνους σύγκρουσης συμφερόντων που ενδεχομένως να προκύπτουν στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων τους, αναγνωρίζοντας ότι ορισμένοι κίνδυνοι σύγκρουσης συμφερόντων είναι δυνατό εντοπιστούν εκ των προτέρων, ενώ άλλοι μπορεί να γίνουν εμφανείς μόνο κατά την εξέλιξη μιας υπόθεσης, λόγω παραδείγματος χάρη κάποιας αλλαγής των συνθηκών (π.χ. λόγω της αλλαγής των συμφερόντων του Προέδρου ή των μελών της Επιτροπής)».
Ενδεικτικά, και χωρίς περιορισμό, ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής μπορεί να περιέρχονται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, σύμφωνα με τον Κώδικα, στις παρακάτω περιπτώσεις:
- Ως αποτέλεσμα των οικονομικών τους συμφερόντων
- Ως αποτέλεσμα μη-οικονομικών τους συμφερόντων, τα οποία μπορεί να προκύπτουν, λόγω προηγούμενων επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων ή θέσεων.
- Ως αποτέλεσμα μη-οικονομικών τους συμφερόντων, τα οποία μπορεί να προκύπτουν λόγω προσωπικών σχέσεων.
Οικονομικά συμφέροντα
Με βάση τον Κώδικα, οικονομικά συμφέροντα του Προέδρου ή/και μέλους της ΕΠΑ περιλαμβάνουν, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, τη συμμετοχή τους στο κεφάλαιο μιας οντότητας και ιδίως την κατοχή μετοχών ή/και μεριδίων ή οποιασδήποτε άλλης μορφής οικονομικού συμφέροντος, όπως ομόλογα, χρεωστικά ομόλογα (συμπεριλαμβανομένων δικαιωμάτων προαίρεσης ή δικαιωμάτων επί τέτοιων τίτλων εξασφαλίσεων) ή πιστοποιητικά επενδύσεων, είτε συναλλάσσουν προσωπικά είτε μέσω διαμεσολαβητών (π.χ. μέσω ιδιωτικής τραπεζικής υπηρεσίας).
Τα οικονομικά συμφέροντα, ως καθορίζονται πιο πάνω, μπορεί να υφίστανται όχι μόνο σε σχέση με τα εμπλεκόμενα μέρη,, αλλά και σε σχέση με άλλες οντότητες που συμμετέχουν σε διαδικασίες ενώπιον της Επιτροπής, όπως κύριοι ανταγωνιστές, πελάτες ή προμηθευτές των εμπλεκόμενων μερών.
Σε περίπτωση, πάντως, που το εν λόγω οικονομικό συμφέρον ανήκει σε μέλος της οικογένειας του Προέδρου ή μέλους της Επιτροπής ή σε πρόσωπο με το οποίο ο Πρόεδρος ή μέλος της ΕΠΑ έχει ιδιάζουσα σχέση, αντιμετωπίζεται σαν να επρόκειτο για συμφέρον του Προέδρου ή μέλους της Επιτροπής, για σκοπούς της αξιολόγησης των κινδύνων σύγκρουσης συμφερόντων.
Σε περίπτωση, δε, που οικονομικά συμφέροντα κατέχονται από τον Πρόεδρο ή μέλος της Επιτροπής ως εμπιστευματοδόχοι ή με άλλο τρόπο για λογαριασμό άλλου προσώπου, τα εν λόγω συμφέροντα αντιμετωπίζονται και πάλι σαν να επρόκειτο για οικονομικά συμφέροντα του Προέδρου ή του μέλους της Επιτροπής.
Εξάλλου, συμμετοχές που κατέχουν ο Πρόεδρος ή το μέλος της Επιτροπής σε συστήματα συλλογικών επενδύσεων (collective investment schemes), ή σε επενδυτικά καταπιστεύματα (investment funds) ή διαχειριζόμενα κεφάλαια (managed funds), ομόλογα, συμβόλαια ή παρόμοια οχήματα (συμπεριλαμβανομένων συνταξιοδοτικών σχεδίων, προγραμμάτων και συμβολαίων), όπου οι επενδύσεις πραγματοποιούνται και τυγχάνουν διαχείρισης από επαγγελματίες διαχειριστές (professional managers) σε σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων χωρίς την συμμετοχή του Προέδρου ή σχετικού Μέλους της Επιτροπής στις επενδυτικές αποφάσεις (εκτός εάν οι εν λόγω επενδυτικές αποφάσεις επικεντρώνονται αδικαιολόγητα σε επενδύσεις σε συγκεκριμένο τομέα), δεν προκαλούν κατά κανόνα κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων».
Μη οικονομικά συμφέροντα λόγω προηγούμενων δραστηριοτήτων ή θέσεων
Όσον αφορά τα μη οικονομικά συμφέροντα λόγω προηγούμενων δραστηριοτήτων ή θέσεων, στον Κώδικα τονίζεται πως, σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση με συγκεκριμένη υπόθεση μπορεί να προκύψει λόγω των θέσεων που κατείχαν στο παρελθόν ο Πρόεδρος ή/και τα μέλη της Επιτροπής.
Ως εκ τούτου, αναφέρεται, θέσεις τις οποίες κατείχαν στα Εμπλεκόμενα Μέρη ο Πρόεδρος ή/και το μέλος της Επιτροπής τα δύο χρόνια που προηγούνται της ημερομηνίας του διορισμού τους θεωρείται κατά κανόνα ότι προκαλούν σύγκρουση συμφερόντων.
Ακολουθεί ενδεικτικός αλλά μη εξαντλητικός κατάλογος παραδειγμάτων σχετικών προηγούμενων θέσεων σε εμπλεκόμενα μέρη:
- Διοικητικές θέσεις (directorships)
- Θέσεις υψηλής ευθύνης αναφορικά με τη διακυβέρνηση και την απόδοση μίας επιχείρησης, όπως π.χ. θέση Εκτελεστικού Διευθυντή (CEO), θέση Οικονομικού Διευθυντή (CFO)
- Συμβουλευτικές, γνωμοδοτικές ή νομικές θέσεις, αμειβόμενες ή μη, ιδίως όταν περιλαμβάνουν την παροχή συμβουλευτικών ή άλλων υπηρεσιών σε θέματα ανταγωνισμού ή/και θέματα οικονομικής ρύθμισης, που ενδεχομένως σχετίζονται με το αντικείμενο συγκεκριμένης υπόθεσης ενώπιον της Επιτροπής.
Επισημαίνεται πως, θέσεις τις οποίες κατείχαν σε εμπλεκόμενα μέρη ο Πρόεδρος ή/και το μέλος της ΕΠΑ προγενέστερα των δύο χρόνων που προηγούνται της ημερομηνίας του διορισμού τους, αλλά και οποιεσδήποτε άλλες θέσεις που κατείχαν πριν από το διορισμό τους (όπως π.χ. θέση στους νομικούς εκπροσώπους των εμπλεκόμενων μερών, θέσεις στους κύριους ανταγωνιστές) δεν προκαλούν αυτομάτως σύγκρουση συμφερόντων αλλά χρήζουν εξέτασης, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών περιστάσεων, συμπεριλαμβανομένων του χρονικού διαστήματος για το οποίο ο Πρόεδρος ή το μέλος κατείχε την προηγούμενη θέση, τη φύση των καθηκόντων της εν λόγω θέσης καθώς και τη βαθμίδα της στο σχετικό οργανισμό/εταιρεία, την εμπλοκή του Προέδρου ή του Μέλους σε υποθέσεις των Εμπλεκόμενων Μερών κ.τ.λ.
Ως γενική αρχή, υποδεικνύεται, ο κίνδυνος σύγκρουσης συμφερόντων λόγω των προηγούμενων θέσεων που αναφέρονται πιο πάνω μειώνεται με την πάροδο του χρόνου.
Προσωπικές σχέσεις
Αναφορικά με τις προσωπικές σχέσεις, ο Κώδικας ξεκαθαρίζει πως ο Πρόεδρος και τα μέλη της ΕΠΑ περιέρχονται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων όταν εμπλεκόμενο μέρος ή πρόσωπο που έχει συμφέρον για την έκβαση υπόθεσης ενώπιον της Επιτροπής, είναι μέλος της Οικογένειας του Πρόεδρου ή μέλους της Επιτροπής ή έχει ιδιάζουσα σχέση μαζί τους ή όταν ο Πρόεδρος ή το μέλος της Επιτροπής βρίσκονται σε οξεία έχθρα με εμπλεκόμενο μέρος ή πρόσωπο που έχει συμφέρον για την έκβαση υπόθεσης ενώπιον της Επιτροπής.
Ενδεικτικά αλλά όχι εξαντλητικά παραδείγματα ιδιάζουσας σχέσης είναι σχέσεις φιλίας, σχέσεις ανάδοχου και αναδεκτού, σχέσεις γαμπρού και νύφης, σχέσεις συμπέθερου και πεθερού, τρέχουσες ή πρόσφατες επαγγελματικές σχέσεις.
Διευκρινίζεται ότι από την έννοια της φιλίας διακρίνεται η έννοια της γνωριμίας, η οποία είναι ή όχι δυνατό να αποτελέσει λόγο εξαίρεσης ανάλογα με τη φύση ή έκταση τέτοιας γνωριμίας.
Διευκρινίζεται, ακόμη, πως όταν ο Πρόεδρος ή το μέλος της ΕΠΑ βρίσκεται σε οξεία έχθρα με εμπλεκόμενο μέρος, η έννοια αυτή περιλαμβάνει, ενδεικτικά και όχι εξαντλητικά, την ύπαρξη έκδηλων εχθρικών σχέσεων, διένεξης ή/και διαφοράς ή/και αντιδικίας με εμπλεκόμενο μέρος.
Επιπρόσθετα, ο Πρόεδρος ή/και μέλος της Επιτροπής περιέρχονται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων όταν εμπλεκόμενο μέρος είναι ο δικηγόρος, λογιστής, γιατρός, ή άλλος επαγγελματικός τους σύμβουλος.
Κατά κανόνα ο όρος επαγγελματική σχέση, επισημαίνεται στον Κώδικα, δεν περιλαμβάνει τη σχέση ασφαλιστή- ασφαλιζόμενου, τραπεζίτη-πελάτη και δημότη ή μέλους κοινότητας-δημοτικής ή κοινοτικής αρχής, ωστόσο, σε τέτοιες περιπτώσεις ο Πρόεδρος ή/και το Μέλος της Επιτροπής αξιολογούν κατά περίπτωση τον κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων.
Διαδικασία χειρισμού σύγκρουσης συμφερόντων
Αναφορικά με τη διαδικασία χειρισμού ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφέροντος, σύμφωνα με τον Κώδικα ο Πρόεδρος ή/και τα μέλη της ΕΠΑ δηλώνουν μόλις περιέλθει στην αντίληψη τους στην Επιτροπή, οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον το οποίο δύναται να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων και να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Την ίδια ώρα, οφείλουν να προχωρούν σε εξαίρεση του εαυτού τους από οποιαδήποτε διαδικασία στην οποία διαπιστώνουν σύγκρουση συμφερόντων ή/και κώλυμα να αποφασίσουν την υπόθεση αμερόληπτα ή και στην οποία μπορεί να φανεί σε εύλογο παρατηρητή ότι έχουν σύγκρουση συμφερόντων ή/και κώλυμα να αποφασίσουν την υπόθεση αμερόληπτα.
Παράλληλα, όταν ο Πρόεδρος ή/και μέλος της Επιτροπής διαπιστώνουν ότι περιέρχονται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, απέχουν από την άσκηση των καθηκόντων τους στην υπό εξέταση υπόθεση, δηλαδή, από κάθε συμμετοχή σε συζήτηση, χειρισμό φακέλου, δημόσια διαβούλευση, ψηφοφορία ή λήψη απόφασης στην εν λόγω υπόθεση, είτε αυτή αφορά καταγγελία, αυτεπάγγελτη έρευνα, εξέταση συγκέντρωσης μεταξύ επιχειρήσεων, ή υπόθεση για διατραπεζικές προμήθειες.