Μάριος Ηροδότου: Ακριβή επένδυση, αλλά δεν αντιμετωπίζονται ισότιμα οι επιχειρηματίες του κινηματογράφου
Χαράλαμπος Χαραλάμπους 06:30 - 18 Οκτωβρίου 2024
Την καλύτερη χρονιά των τελευταίων χρόνων κατέγραψαν πέρσι οι κινηματογράφοι στην Κύπρο, μετά την πανωλεθρία της πανδημίας και την πολύ δύσκολη τριετία 2020-2022, με τις ταινίες «Barbie» και «Oppenheimer» να απογειώνουν το ενδιαφέρον του κοινού κατά το δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου.
Αυτό ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Αιθουσαρχών, Μάριος Ηροδότου, ο οποίος μιλώντας στο InBusinessNews σημείωσε πως αναμένει ότι η φετινή χρονιά θα είναι στο επίπεδο της περσινής και μάλλον λίγο καλύτερη.
Όπως εξήγησε, η περσινή χρόνια ήταν μη ζημιογόνα, με την απόδοση των κινηματογράφων να φτάνει κοντά στο 70% μιας κανονικής χρονιάς, δηλαδή των αποτελεσμάτων που καταγράφονταν μέχρι το 2012 και αυτών του 2019, αφού οι χρονιές μετά το κούρεμα των καταθέσεων ήταν αρνητικές.
Οι νέες ταινίες
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Παγκύπριου Συνδέσμου Αιθουσαρχών, η φετινή χρονιά θα είναι παρόμοια με την περσινή και μάλλον λίγο καλύτερη, παρά ην απογοήτευση που προέκυψε από την ταινία «Joker», η οποία ενώ αναμενόταν να είναι μια μεγάλη επιτυχία, κατέληξε σε μια παταγώδη αποτυχία.
«Η επιτυχία μας εξαρτάται από τις ταινίες που προβάλλονται το κάθε διάστημα και οι μεγάλες επιτυχίες είναι αυτές που συντηρούν εμπορικά τους κινηματογράφους», εξήγησε ο ίδιος.
Για να υποδείξει ότι κάποιες από τις ταινίες που αναμένεται να προσελκύσουν μεγάλο ενδιαφέρον από το κοινό μέχρι το τέλος της χρονιάς είναι οι: «Gladiator II», «Mufasa: The Lion King» και «Υπάρχω».
Χρειάζονται τη βοήθεια της πολιτείας
Ο κ. Ηροδότου εξέφρασε παράπονα αναφορικά με τη διαχρονική αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνει η βιομηχανία του κινηματογράφου από την πολιτεία, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσεων, όπως ήταν η πανδημία ή για την αντιμετώπιση ζωτικών προβλημάτων για τον τομέα, όπως η πειρατεία ταινιών.
Όπως υποστήριξε ο πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Αιθουσαρχών, οι επιχειρηματίες του κλάδου, λόγω του μικρού όγκου τους, δεν αντιμετωπίζονται ισότιμα με επιχειρηματίες άλλων κλάδων.
Και όλα αυτά, όπως προσθέτει, σε μια εποχή κατά την οποία οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν διαφοροποιήσει κατά πολύ-προς τα πάνω-το κόστος συντήρησης ή αναβάθμισης των κινηματογραφικών μηχανών.
Ο κ. Ηροδότου έφερε ως παράδειγμα την ταινία «Avatar», η οποία κυκλοφόρησε πέρσι με νέα ψηφιακή τεχνολογία, η οποία απαιτούσε από τους κινηματογράφους την αγορά νέας γενιάς προτζέκτορα, ώστε να είναι σε θέση να την προβάλουν.
Όπως υπέδειξε, το συνολικό κόστος μιας τέτοιας αναβάθμισης για τους κινηματογράφους ανέρχεται στις €130.000, αφού με τον νέο προτζέκτορα συνεπάγεται ότι θα γίνουν και επιπρόσθετες αλλαγές, όπως αυτές στους φακούς και τις οθόνες.
Και συνέχισε υπογραμμίζοντας, παράλληλα, ότι είναι αδύνατον για τους ίδιους να αλλάζουν κάθε πέντε χρόνια προτζέκτορες και πως για τον σκοπό αυτό πρέπει να δοθούν κάποιες επιχορηγήσεις από την κυβέρνηση.
Κίνδυνος λουκέτων
Ερωτηθείς για το φαινόμενο της αναστολής λειτουργίας κινηματογραφικών αιθουσών που παρατηρείται τον τελευταίο χρόνο και για το κατά πόσο τίθεται ζήτημα επιβίωσης των κινηματογράφων, ο ίδιος απάντησε ότι είναι φυσιολογικό, μετά από δέκα χρόνια μειωμένων αποδόσεων και ζημιών, να τίθεται θέμα επιβίωσης των επιχειρήσεων.
«Ο κινηματογράφος είναι μια ακριβή επένδυση για τους επιχειρηματίες και είναι σημαντικό να καταγράφουν σημαντικές αποδόσεις για να είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους», πρόσθεσε ο κ. Ηροδότου.
Παρόμοια προβλήματα υπάρχουν και στο εξωτερικό, όπως είπε, και έφερε ως παράδειγμα εταιρείες κολοσσούς στις ΗΠΑ, όπως η Regal Cinemas και η AMC, οι οποίες κατά την περίοδο της πανδημίας έφτασαν κοντά στη χρεοκοπία, ωστόσο, σώθηκαν λόγω των κρατικών επιδοτήσεων.
Σε αυτό το σημείο εξέφρασε το παράπονο του για τον τρόπο που αντιμετωπίζονται τα σινεμά στην Κύπρο και διερωτήθηκε εάν οι αρμόδιοι τα αντιμετωπίζουν ως μέρος του πολιτισμού.
Παράλληλα, ο κ. Ηροδότου τάχθηκε κατά του φόρου θεάματος, εξηγώντας ότι είναι ένας αναχρονιστικός φόρος.
Η πειρατεία ταινιών το μεγαλύτερο πρόβλημα
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα μέλη του Παγκύπριου Συνδέσμου Αιθουσαρχών, σύμφωνα με τον κ. Ηροδότου, είναι η πειρατεία ταινιών, η οποία φαίνεται να βρίσκει πρόσφορο έδαφος στη χώρα μας, αφού η Κύπρος είναι από τις πρώτες χώρες στις σχετικές μετρήσεις.
Μάλιστα, όπως μας υπέδειξε, η χώρα μας βρίσκεται στην κατηγορία «κόκκινο» σε σχετικές μελέτες, μαζί με υπανάπτυκτες χώρες και η συνολική ζημιά για τους κυπριακούς κινηματογράφους ανέρχεται στο ένα τρίτο των εργασιών τους.
«Το κράτος πρέπει να εγκύψει πάνω σε αυτό το πρόβλημα, αλλά δεν ενδιαφέρεται ούτε το κράτος, ούτε τα κόμματα», σημείωσε περαιτέρω.
Σύμφωνα με τον κ. Ηροδότου, πριν από την πανδημία και το κούρεμα του 2012, η κατά κεφαλή απόδοση των σινεμά στην Κύπρο ήταν υψηλότερη από την Ελλάδα, με τα εισιτήρια κάθε χρόνου να ανέρχονται κοντά στο 1.2 εκατ., σε σύγκριση με 800.000-850.000 που είναι σήμερα.
Οι συνήθειες του κοινού
Ερωτηθείς εάν έχουν αλλάξει οι συνήθειες του κοινού σήμερα, με αντίκτυπο και στον κινηματογράφο, ο κ. Ηροδότου απάντησε καταφατικά, σημειώνοντας όμως ότι το σινεμά έχει μια διαχρονικότητα και μια ευελιξία, η οποία του επιτρέπει να επιβιώνει διά της παρέλευσης των χρόνων, κάτι που θα γίνει και σήμερα.
Έφερε ως παράδειγμα την ανακάλυψη του ραδιοφώνου στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1920 η οποία προκάλεσε μια κρίση στον κινηματογράφο, ο οποίος ωστόσο «αντεπιτέθηκε», προσθέτοντας ήχο και επανήλθε στη θέση του, ως ο βασιλιάς της ψυχαγωγίας.
Αργότερα-τη δεκαετία του 1940-όταν ανακαλύφθηκε η τηλεόραση στις ΗΠΑ το σινεμά βρέθηκε σε νέα κρίση και… αναγκάστηκε να γίνει έγχρωμο, να αλλάξει τους ήχους του και να κάνει κάποιες μεγάλες παραγωγές για τις οποίες απαιτούνταν πολλοί ηθοποιοί και τελικά επιβίωσε για άλλη μια φορά, όπως είπε.
«Το σινεμά πέρασε πολλές κρίσεις, όπως είναι και η κρίση της πειρατείας, η οποία σε άλλες χώρες αντιμετωπίστηκε αμέσως. Για παράδειγμα, σε χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία όσοι κατεβάζουν ταινίες στον ηλεκτρονικό τους υπολογιστή παράνομα, λαμβάνουν αυτόματα επιστολή, εντός λίγων ημερών, από τον πάροχο ηλεκτρονικής επικοινωνίας τους και τους επιβάλλεται μεγάλο πρόστιμο. Μάλιστα, στις τρεις παραβάσεις το άτομο μπορεί να δεχθεί και ποινή φυλάκισης», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.