Παρέμβαση ΕΚΤ για windfall tax στις τράπεζες-Προειδοποιεί για αρνητικές επιπτώσεις
InBusinessNews 15:36 - 13 Σεπτεμβρίου 2023
Επιφυλάξεις τόσο από την πλευρά της νομισματικής πολιτικής όσο και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, εξέφρασε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε γνώμη που δημοσιοποίησε σήμερα αναφορικά με την πρόθεση της ιταλικής κυβέρνησης να επιβάλει φόρο απροσδόκητων κερδών στις τράπεζες λόγω της ανόδου των επιτοκίων, που οδηγεί σε υψηλότερο επιτοκιακό εισόδημα.
Από τον Ιούλιο του 2022, η ΕΚΤ προέβη σε συνολικά εννέα αυξήσεις των βασικών της επιτοκίων, σε μια προσπάθεια να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη, ενώ ξεκίνησε τη μείωση των προγραμμάτων αγορών περιουσιακών στοιχείων.
«Καθώς τα επιτόκια της ΕΚΤ θα τεθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρόνο χρειαστεί για να πετύχουμε την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη ότι οι πράξεις νομισματικής πολιτικής έχουν κάποιες αναδιανεμητικές επιπτώσεις», αναφέρει μεταξύ άλλων η ΕΚΤ, υπενθυμίζοντας ότι αυτό σημαίνει ότι τα μέτρα αυτά έχουν και επιπτώσεις στα έσοδα και την κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Σημειώνοντας ότι από την σκοπιά της νομισματικής πολιτικής της πιστωτικά ιδρύματα διαδραματίζουν ένα ειδικό ρόλο στη διασφάλιση της ομαλούς μετάδοσης των μέτρων νομισματικής πολιτικής στην ευρύτερη οικονομία, η ΕΚΤ συμπληρώνει «σε αυτό το πλαίσιο, μια κατάλληλη κεφαλαιακή θέση βοηθά τα πιστωτικά ιδρύματα να αποφύγουν απότομες προσαρμογές στη δανειοδότηση της πραγματικής οικονομίας».
Η ΕΚΤ αναγνωρίζει ότι ο αντίκτυπος επί της κερδοφορίας των τραπεζών είναι ταχύτερος αν υπάρχει μεγαλύτερος αριθμός δανείων με μεταβλητά επιτόκια, αλλά τονίζει πως καθώς ο κύκλος της νομισματικής σύσφιξης προχωρά, «αυτός ο θετικός αντίκτυπος στα έσοδα μπορεί να αντισταθμιστεί από τα χαμηλότερα ποσά δανειοδοτήσεων, τα υψηλότερα κόστη χρηματοδότησης (των τραπεζών), απώλειες στο χαρτοφυλάκιο των ομολόγων και από την αύξηση των προβλέψεων λόγω δυνητικής επιδείνωσης των δανειακών χαρτοφυλακίων».
«Η εκδήλωση καθοδικών κινδύνων στο υφιστάμενο περιβάλλον, μπορεί να μειώσει σημαντικά την δυνατότητα αποπληρωμής των χρεωστών και να μεταφραστεί σε χαμηλότερη κερδοφορία των τραπεζών», αναφέρει η ΕΚΤ και συμπληρώνει ότι «ο καθαρός αντίκτυπος της πιο σφιχτής νομισματικής πολιτικής στην κερδοφορία των τραπεζών, όταν αποτιμάται έναντι του κύκλου πολιτικών αποφάσεων, μπορεί συνεπώς να είναι λιγότερο θετικός, ή ακόμη και αρνητικός σε ένα εκτεταμένο (χρονικό) ορίζοντα».
Πρόσθετα, η ΕΚΤ συστήνει προσοχή προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η έκτακτη φορολογία δεν θα έχει επιπτώσεις στην ικανότητα του κάθε πιστωτικού ιδρύματος να κτίσει ισχυρή κεφαλαιακή βάση και επαρκείς προβλέψεις πιστωτικού κινδύνου για αυξημένες ζημιές και επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού.
Ο περιορισμός της ικανότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων να διατηρούν επαρκή κεφαλαιακή θέση ή να κτίσουν από μακροπροληπτικής σκοπιάς προβλέψεις έναντι μιας πιθανής υποχώρησης της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ομαλή μετάδοση των νομισματικών μέτρων στην ευρύτερη οικονομία, τονίζει η ΕΚΤ.
Εξάλλου, από την σκοπιά της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η ΕΚΤ εκτιμά γενικότερα ότι η επιβολή έκτακτης φορολογίας στον τραπεζικό τομέα θα μπορούσε να οδηγήσει σε δυσκολίες για τα πιστωτικά ιδρύματα να κτίσουν πρόσθετα κεφαλαιακά αποθέματα, καθώς μειώνονται τα αδιανέμητα κέρδη (retained earnings), «καθιστώντας τα λιγότερο ανθεκτικά στο οικονομικούς κλυδωνισμούς».
Στην ουσία, αναφέρει, τέτοιες έκτακτες φορολογίες θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις περιορίζοντας την ικανότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να παραχωρήσουν δάνεια, συνεισφέροντας έτσι σε λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες για τους πελάτες τους, όταν τους παραχωρούν δάνεια και άλλες υπηρεσίες.
«Είναι σημαντικό τα πιστωτικά ιδρύματα να έχουν στέρεη κεφαλαιακή βάση, προκειμένου να εκπληρώσουν το ρόλο τους ως πιστωτικοί διαμεσολαβητές στην οικονομία. Τα υψηλότερα κόστη και η μειωμένη παραχώρηση πίστωσης ή τα ψηλότερα κόστη για άλλες τραπεζικές εργασίες μπορεί να επηρεάσουν την πραγματική οικονομική ανάπτυξη», τονίζει η ΕΚΤ.
Σημειώνει ακόμη ότι η φορολογία αυτή μπορεί να καταστήσει την προσέλκυση επενδυτών λιγότερο ελκυστική και να καταστήσει πιο δαπανηρή την εξασφάλιση χρηματοδότησης για τις τράπεζες, καθώς τόσο εγχώριοι όσο και ξένοι επενδυτές μπορεί να έχουν μειωμένη πρόθεση να επενδύσουν στα ιταλικά πιστωτικά ιδρύματα, που έχουν αβέβαιη προοπτική.
Η ΕΚΤ καταλήγει ότι η έκτακτη αυτή φορολογία που θα επιβληθεί σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας μπορεί να επηρεάσει τα λιγότερο σημαντικά, και συνεπώς μικρότερα, τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία τείνουν να επικεντρώνονται περισσότερο στις δανειοδοτήσεις, ενώ τα σημαντικά τραπεζικά ιδρύματα τείνουν να έχουν μεγαλύτερο μέρος της κερδοφορίας τους από άλλες πηγές.