Διπλές αναβαθμίσεις για Τράπεζα Κύπρου και Ελληνική από Fitch
InBusinessNews 18:25 - 03 Νοεμβρίου 2023
Σε αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης της Τράπεζας Κύπρου σε "BB", από "B+", με θετικές προοπτικές, προχώρησε την Παρασκευή ο Οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings, αναβαθμίζοντας παράλληλα την αξιολόγηση Βιωσιμότητας (VR) της τράπεζας σε "bb" από "b+"
Ταυτόχρονα, ο Fitch προχώρησε σε αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης αξιολόγησης της Ελληνικής Τράπεζας σε "BB+", από "BB-", θέτοντας παράλληλα σε «σταθερές» τις προοπτικές της τράπεζας.
Ο οίκος αναβάθμισε επίσης την αξιολόγηση Βιωσιμότητας (VR) της τράπεζας σε "bb+" από "bb-".
Η Τράπεζα Κύπρου
Σε ό,τι αφορά την Τράπεζα Κύπρου, οι θετικές προοπτικές, όπως αναφέρει ο Οίκος, υποδηλώνουν ότι μια νέα αναβάθμιση της Τράπεζας Κύπρου είναι «πιθανή εντός των επόμενων δύο ετών, ιδίως εάν η ποιότητα του ενεργητικού και η κεφαλαιοποίηση συνεχίσουν να ενισχύονται».
Η αναβάθμιση της αξιολόγησης της Τράπεζας Κύπρου σε "BB", σύμφωνα με τον Fitch, αντανακλά τον συνδυασμό της βελτιωμένης αξιολόγησης του λειτουργικού περιβάλλοντος στην Κύπρο και της συνεχιζόμενης βελτίωσης του πιστωτικού προφίλ της Τράπεζας.
Σημειώνει ότι το λειτουργικό περιβάλλον της Κύπρου επωφελείται από τις προσδοκίες του Οίκου για συνεχή εγχώρια οικονομική ανάπτυξη, βελτιωμένα θεμελιώδη μεγέθη του τραπεζικού τομέα και μείωση, αν και ακόμα πάνω από τον μέσο όρο, του χρέους του ιδιωτικού τομέα.
Η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει, επίσης, σύμφωνα με τον αμερικανικό Οίκο, την ενισχυμένη κεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Κύπρου, το μειωμένο απόθεμα παλαιών προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (συμπεριλαμβανομένων των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και των καθαρών ακινήτων που έχουν κατασχεθεί), τη διαρθρωτικά βελτιωμένη κερδοφορία και το ισχυρό καταθετικό franchise, το οποίο μεταφράζεται σε μια μεγάλη καταθετική βάση χαμηλού κόστους.
Ο Fitch αναφέρει ότι οι αξιολογήσεις της Τράπεζας Κύπρου αντικατοπτρίζουν την ισχυρή ανταγωνιστική της θέση ως της μεγαλύτερης εγχώριας τράπεζας στη μικρή κυπριακή αγορά και τη συνεχή πρόοδο στην απομόχλευση των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού.
«Αντανακλούν επίσης τις διαρθρωτικά βελτιωμένες προοπτικές κερδοφορίας στο περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και τη μειωμένη κεφαλαιακή επιβάρυνση από τα καθαρά προβληματικά περιουσιακά στοιχεία», υπογραμμίζει.
Αναφέρει, επίσης, ότι η Τράπεζα αποτελεί τη μεγαλύτερη Τράπεζα στην Κύπρο και το επιχειρηματικό της μοντέλο επικεντρώνεται στην παραδοσιακή λιανική και εμπορική τραπεζική.
«Η μείωση του αποθέματος των παλαιών προβληματικών στοιχείων ενεργητικού και η βελτιωμένη κερδοφορία υποστηρίζουν τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του επιχειρηματικού της προφίλ», αναφέρει, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι οι ευκαιρίες ανάπτυξης είναι περιορισμένες, δεδομένου του μικρού μεγέθους της Κύπρου και του χρέους του ιδιωτικού τομέα που εξακολουθεί να υπερβαίνει το μέσο όρο.
Αναβάθμιση-Υποβάθμιση
Ο Fitch αναφέρει ότι θα μπορούσε να αναθεωρήσει τις προοπτικές της Τράπεζας σε σταθερές, εάν ο δείκτης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού τερματίσει ή αντιστρέψει την πτωτική του τάση ή εάν οι προοπτικές κερδοφορίας της Τράπεζας επιδεινωθούν, με αποτέλεσμα χαμηλότερη συσσώρευση κεφαλαίου από τις προσδοκίες του οίκου.
Αρνητική δράση θα μπορούσε επίσης να προκύψει εάν το οικονομικό περιβάλλον στην Κύπρο επιδεινωθεί απότομα, αναφέρει, και προσθέτει πως αυτό θα μπορούσε να προκληθεί από μια εγχώρια οικονομική ύφεση και μια απότομη αύξηση της ανεργίας χωρίς προοπτικές ανάκαμψης, βραχυπρόθεσμα, οδηγώντας σε ουσιαστική επιδείνωση της πιστοληπτικής ικανότητας των δανειοληπτών και μειωμένες επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις τράπεζες.
Ο Fitch θα μπορούσε να υποβαθμίσει τις αξιολογήσεις της Τράπεζας Κύπρου εάν ο δείκτης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού της Τράπεζας αυξηθεί πάνω από το 15% ή εάν ο δείκτης CET1 μειωθεί κάτω από το 14% σε μόνιμη βάση, με αποτέλεσμα την ουσιαστική αύξηση της κεφαλαιακής επιβάρυνσης από τα καθαρά προβληματικά στοιχεία ενεργητικού.
Επιπλέον, αναφέρει ότι θα μπορούσε επίσης να είναι αρνητική για την αξιολόγηση της Τράπεζας μια πτώση του δείκτη λειτουργικών κερδών έναντι των σταθμισμένων περιουσιακών στοιχείων (RWAs) κάτω από το 1,5%, λόγω διαρθρωτικών αδυναμιών στο επιχειρηματικό μοντέλο της τράπεζας ή ενδείξεων αστάθειας της χρηματοδότησης.
Από την άλλη, μια αναβάθμιση θα μπορούσε να προκύψει από τη βελτίωση της κεφαλαιακής επιβάρυνσης από τα καθαρά προβληματικά στοιχεία ενεργητικού με διατηρήσιμο τρόπο και κάτω από το 50% του δείκτη κεφαλαίων CET1 της Τράπεζας, οδηγούμενη από τη διαρκή μείωση του δείκτη προβληματικών στοιχείων ενεργητικού κάτω από το 10% και τη διατήρηση του δείκτη CET1 άνω του 16%.
Αναφέρει, επίσης, ότι μια αναβάθμιση της εκτίμησής του Οίκου σε σχέση με το λειτουργικό περιβάλλον θα ωφελούσε επίσης τις αξιολογήσεις της τράπεζας και προσθέτει ότι θα απαιτούσε αναβάθμιση της αξιολόγησης της κυπριακής οικονομίας και την προσδοκία συνέχισης της οικονομικής ανάπτυξης στην Κύπρο, καθώς οι βελτιώσεις αυτές «θα μεταφράζονταν πιθανώς σε καλύτερες επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις εγχώριες τράπεζες, μειωμένο πιστωτικό κίνδυνο από τα μεγάλα ανοίγματα των τραπεζών στο κράτος και βελτιωμένη πρόσβαση στην αγορά εν μέσω μεγαλύτερης εμπιστοσύνης των επενδυτών».
Η Ελληνική
Σε ό,τι αφορά την Ελληνική Τράπεζα, η αναβάθμιση, σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, αντικατοπτρίζει τον συνδυασμό της βελτιωμένης αξιολόγησης του κυπριακού λειτουργικού περιβάλλοντος και τη συνεχιζόμενη βελτίωση του πιστωτικού προφίλ της Ελληνικής Τράπεζας.
Το λειτουργικό περιβάλλον της Κύπρου επωφελείται από τις προσδοκίες του Fitch «για συνεχιζόμενη εγχώρια οικονομική ανάπτυξη, βελτιωμένα θεμελιώδη μεγέθη του τραπεζικού τομέα και μείωση, αν και ακόμα πάνω από τον μέσο όρο, του χρέους του ιδιωτικού τομέα».
Αναφέρει επίσης ότι η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει και την ενισχυμένη κεφαλαιοποίηση της τράπεζας, το μειωμένο απόθεμα παλαιών προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (συμπεριλαμβανομένων των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και των καθαρών ακινήτων που έχουν κατασχεθεί), τη διαρθρωτικά βελτιωμένη κερδοφορία και το ισχυρό καταθετικό franchise, το οποίο «μεταφράζεται σε μια μεγάλη καταθετική βάση χαμηλού κόστους», σύμφωνα με τον οίκο.
Ο Fitch αναφέρει ότι η αξιολόγηση της Ελληνικής Τράπεζας αντανακλά την ισχυρή ανταγωνιστική της θέση, ως δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα, στη μικρή κυπριακή αγορά, υποστηρίζοντας τις επιχειρηματικές της προοπτικές, τη σταθερή χρηματοδότηση με βάση τις καταθέσεις και την ισχυρή ρευστότητα.
Αντανακλά επίσης, σύμφωνα με τον οίκο, τις διαρθρωτικά βελτιωμένες προοπτικές κερδοφορίας στο περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων, τις άνω του μέσου όρου δείκτες εποπτικών κεφαλαίων και τις διαχειρίσιμες μετρήσεις ποιότητας ενεργητικού.
Επιπλέον, ο αμερικανικός οίκος αναφέρει ότι το επιχειρηματικό προφίλ της Ελληνικής χαρακτηρίζεται από παραδοσιακές εμπορικές τραπεζικές δραστηριότητες, με περιορισμένη διαφοροποίηση σε αμοιβές που δημιουργούνται από δραστηριότητες και ασφαλιστικές εργασίες.
Αναφέρει επίσης ότι η τράπεζα δραστηριοποιείται σχεδόν αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά με ισχυρά μερίδια αγοράς, ιδίως προς τα νοικοκυριά, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι «οι ευκαιρίες ανάπτυξης είναι περιορισμένες, δεδομένου του μικρού μεγέθους της Κύπρου και του χρέους του ιδιωτικού τομέα που εξακολουθεί να είναι πάνω από το μέσο όρο».
Ο Fitch αναφέρει πως θα μπορούσε να υποβαθμίσει την τράπεζα εάν μεταξύ άλλων το οικονομικό περιβάλλον στην Κύπρο επιδεινωθεί απότομα και εάν ο δείκτης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού της τράπεζας (συμπεριλαμβανομένων των ΜΕΔ και των καθαρών κατασχεθέντων στοιχείων ενεργητικού, αλλά εξαιρουμένων των ΜΕΔ που εγγυείται το κράτος μέσω του σχεδίου APS) αυξανόταν πάνω από το 7% σε μόνιμη βάση ή εάν ο δείκτης CET1 μειωνόταν κάτω από το 14%.
Αναφορικά με νέα αναβάθμιση της αξιολόγησης της τράπεζας, ο οίκος αναφέρει μεταξύ άλλων πως αυτή εξαρτάται από τη βελτίωση του λειτουργικού περιβάλλοντος στην Κύπρο, το οποίο θα απαιτούσε αναβάθμιση του κρατικού μακροπρόθεσμου αξιόχρεους και την προσδοκία συνέχισης της οικονομικής ανάπτυξης στην Κύπρο.
"Οι βελτιώσεις αυτές θα μεταφράζονταν πιθανότατα σε καλύτερες επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις εγχώριες τράπεζες, μειωμένο πιστωτικό κίνδυνο από τα μεγάλα ανοίγματα των τραπεζών στο κράτος και βελτιωμένη πρόσβαση στην αγορά, εν μέσω μεγαλύτερης εμπιστοσύνης των επενδυτών", σημειώνει.
Σύμφωνα με τον Fitch, μια αναβάθμιση θα απαιτούσε επίσης, μεταξύ άλλων, ένα ισχυρότερο επιχειρηματικό προφίλ, ο δείκτης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (εξαιρουμένων των εγγυημένων δανείων από το κράτος) να υποχωρήσει κάτω από το 4% και ο δείκτης CET1 να παραμείνει πάνω από τον μεσοπρόθεσμο στόχο της τράπεζας για 14%, με χαμηλή κεφαλαιακή επιβάρυνση από τα προβληματικά στοιχεία ενεργητικού.