Καμπανάκι από ΕΚΤ για νομοθετικές αλλαγές που αφορούν τα ΜΕΔ και τις εκποιήσεις
InBusinessNews 06:40 - 27 Οκτωβρίου 2023
Τον έντονο προβληματισμό εποπτικών και τραπεζικών θεσμών, όπως του ΔΝΤ και της ΕΚΤ, προκαλεί η διαιώνιση της συζήτησης για αλλαγές επί του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τις εκποιήσεις και τα ΜΕΔ.
Οι εκπεφρασμένες αντιρρήσεις ευρωπαϊκών και διεθνών θεσμών για νομοθετικές αλλαγές, οι οποίες δυνατόν να δημιουργήσουν στρεβλώσεις του πλαισίου ρύθμισης των ΜΕΔ και ανάκτησης των εξασφαλίσεων, καταγράφονται σε μια κομβική στιγμή και για την Κύπρο, με την πιθανή επαναφορά της συζήτησης για το πλαίσιο των εκποιήσεων ενώπιον της Βουλής.
Το γεγονός ότι η χώρα βρέθηκε πρόσφατα ενώπιον μεταμνημονιακών αξιολογήσεων από την Τρόικα αλλά και από διεθνείς οίκους αξιολόγησης, όπως η Moody’s, αναδεικνύει την ανάγκη προστασίας των αναπτυξιακών της κεκτημένων, της τραπεζικής σταθερότητας και της πιστοληπτικής της ικανότητας.
Υπό αυτό το πρίσμα, ιδιαίτερη βαρύτητα θεωρείται ότι έχει παρέμβαση ανώτατων στελεχών της ΕΚΤ, οι οποίοι εμφανίζονται θορυβημένοι με νομοθετικές αλλαγές σε κράτη-μέλη της ΕΕ, που ενδέχεται να διακυβεύσουν την προσπάθεια μείωσης και ελέγχου των ΜΕΔ.
Ειδικότερα, σε πρόσφατες παρεμβάσεις τους μέσω αρθρογραφίας, η Elizabeth McCaul, μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ και ο Korbinian Ibel, Γενικός Διευθυντής Καθολικών και Διαφοροποιημένων Ιδρυμάτων, υπενθυμίζουν ότι η αντιμετώπιση του ζητήματος των ΜΕΔ αποτελεί βασική προτεραιότητα του κορυφαίου τραπεζικού ιδρύματος της ΕΕ.
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν, η πρόοδος που συντελείται σε αυτό το επίπεδο είναι πολύ αργή. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ανησυχούμε ιδιαίτερα για νομοθετικές προτάσεις που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την αποτελεσματική επίλυση των ΜΕΔ», υπογραμμίζουν οι ίδιοι, τονίζοντας ότι χρειάζεται ενίσχυση των πλαισίων που αποτρέπουν τη συσσώρευση ΜΕΔ και όχι αποδυνάμωσή τους.
Όπως αναλύουν ειδικοί του χρηματοπιστωτικού κλάδου, η ύπαρξη ενός αυστηρά προσδιορισμένου, σταθερού και λειτουργικού πλαισίου, το οποίο επιτρέπει την αποτελεσματική ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων και εν τέλει τη μείωση των ΜΕΔ, συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζών και για τη δυνατότητά τους να χορηγούν νέα δάνεια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Όταν οι τράπεζες δυσκολεύονται να προχωρήσουν στην αντιμετώπιση των ΜΕΔ, εκείνοι που επηρεάζονται περισσότερο είναι οι νέοι δανειολήπτες, καθώς τα κριτήρια χορήγησης νέων δανείων καθίστανται αυστηρότερα και το κόστος δανεισμού για αυτούς μοιραία αυξάνεται.
Σε αυτό το πλαίσιο, ανώτατα στελέχη της ΕΚΤ προειδοποιούν ότι οι τραπεζικές εποπτικές αρχές παρακολουθούν με πολύ μεγάλη προσοχή οποιεσδήποτε εξελίξεις και νομοθετικές προτάσεις θα μπορούσαν να αντιστρέψουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στο επίπεδο μείωσης των ΜΕΔ και εξομάλυνσης των εκποιήσεων.
Νοείται ότι για τις εποπτικές αρχές, τα αποτελεσματικά νομικά πλαίσια και οι ταχείες δικαστικές διαδικασίες για την εφαρμογή τους συνιστούν ακρογωνιαίο λίθο της ικανότητας των τραπεζών να μειώνουν τα ΜΕΔ, να εξασφαλίζουν τη χορήγηση νέων δανείων σε νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και συνεπακόλουθα να συμβάλλουν στην υγεία και την ομαλή λειτουργία της οικονομίας.
Υπό το φως αυτών των δεδομένων, στελέχη της ΕΚΤ δεν κρύβουν την έντονη διαφωνία τους με αλλαγές που μπορεί να θέσουν σε διακινδύνευση τη σταθερότητα του κλάδου. «Ανησυχούμε έντονα για μέτρα που ενδέχεται να δημιουργήσουν αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στις νομικές διαδικασίες και να επηρεάσουν την ανακτησιμότητα και την αξία των περιουσιακών στοιχείων.
Αντιθέτως, πρέπει να συνεχίσουμε να ενισχύουμε τα πλαίσια που επιτρέπουν τη μείωση των ΜΕΔ και αποτρέπουν εξαρχής τη συσσώρευσή τους», αναφέρουν οι McCaul και Ibel από την ΕΚΤ, στο άρθρο τους.
Μάλιστα, τονίζεται ιδιαίτερα η ανάγκη για πρωτοβουλίες χάραξης πολιτικής που συνεπικουρούν το τραπεζικό σύστημα στη μείωση των ΜΕΔ, μέσα από βελτιώσεις στα πλαίσια αφερεγγυότητας και αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και μέσα από αποτελεσματικότερες δικαστικές διαδικασίες απόκτησης της κυριότητας των εξασφαλίσεων και ανάκτησης της αξίας του δανείου.
Πρόκειται, όπως εκτιμάται, για βήματα τα οποία εν τέλει θα προστατεύσουν τη δυνατότητα των πιο ευάλωτων πολιτών να έχουν πρόσβαση σε δανεισμό.