Οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες ζητούν περισσότερα μέτρα σχετικά με την ενέργεια
15:07 - 16 Σεπτεμβρίου 2022
Οι ευρωπαϊκοί βιομηχανικοί όμιλοι προειδοποιούν ότι η δέσμη έκτακτων μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μείωση του ενεργειακού κόστους δεν είναι αρκετή και καλούν τις Βρυξέλλες να κάνουν περισσότερα για να μειώσουν τις τιμές του φυσικού αερίου, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η Κομισιόν πρότεινε την Τετάρτη περικοπές στη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας και την εφαρμογή εισφορών έκτακτων κερδών στις ενεργειακές εταιρείες, οι οποίες, όπως είπε, θα συγκεντρώσουν 140 δισ. ευρώ, για να βοηθήσουν οι κυβερνήσεις τις επιχειρήσεις και τους πολίτες που αντιμετωπίζουν την εκτίναξη των λογαριασμών ενέργειας.
"Τα μέτρα αυτά δεν είναι αρκετά και δεν θα σώσουν τη βιομηχανία αλουμινίου υψηλής ενεργειακής έντασης από περαιτέρω περικοπές στην παραγωγή, απώλειες θέσεων εργασίας και πιθανώς πλήρη κατάρρευση", ανέφερε σε ανακοίνωσή της η βιομηχανική ομάδα European Aluminium.
Ο ενεργοβόρος κλάδος προέτρεψε τους υπουργούς ενέργειας της ΕΕ να λάβουν "πρόσθετα μέτρα" όταν συναντηθούν στις 30 Σεπτεμβρίου για να διαπραγματευτούν τα σχέδια - ιδίως για να αντιμετωπίσουν τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, οι οποίες είναι ο κύριος παράγοντας που οδηγεί στην εκτόξευση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας.
"Χρειαζόμαστε μια φυσική προμήθεια φυσικού αερίου σε ανταγωνιστικές τιμές για να μπορέσουν οι Ευρωπαίοι παραγωγοί λιπασμάτων να επανεκκινήσουν την παραγωγή", δήλωσε ο γενικός διευθυντής της Fertilizers Europe, Τζέικομπ Χάνσεν. Η ομάδα ζήτησε "περαιτέρω βήματα" με στόχο την αγορά φυσικού αερίου.
Περίπου το 70% της ευρωπαϊκής παραγωγής αμμωνίας είχε σταματήσει από τον Αύγουστο λόγω της εκτίναξης των τιμών του φυσικού αερίου, δήλωσε η Fertilizers Europe. Το φυσικό αέριο αποτελεί βασικό συστατικό στις τρέχουσες μεθόδους παραγωγής αμμωνίας.
Οι ολλανδικές τιμές φυσικού αερίου κατά τον πρώτο μήνα υποχώρησαν αυτόν τον μήνα, αλλά εξακολουθούν να είναι περίπου 14 φορές υψηλότερες από ό,τι πριν από δύο χρόνια. Το άλμα των τιμών τροφοδοτήθηκε από τη Ρωσία που μείωσε τις παραδόσεις φυσικού αερίου στην Ευρώπη μετά την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο.
Το ευρωπαϊκό λόμπι του χαλυβουργικού κλάδου Eurofer δήλωσε ότι τα σχέδια της ΕΕ "δεν επαρκούν για την εξασφάλιση προσιτών ενεργειακών προμηθειών" και είναι απίθανο να αποτρέψουν τις περικοπές παραγωγής και τις προσωρινές απολύσεις στον κλάδο.
Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρνήθηκε να σχολιάσει τις αντιδράσεις στις προτάσεις, αλλά δήλωσε ότι οι Βρυξέλλες έχουν ήδη θέσει σε εφαρμογή πολλά μέτρα για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών της ενέργειας και εργάζονται για περαιτέρω ελαφρύνσεις όσον αφορά τη ρευστότητα των εταιρειών και τις κρατικές ενισχύσεις.
Ωστόσο, οι εκκλήσεις για τον περιορισμό των τιμών του φυσικού αερίου έχουν διχάσει τις χώρες της ΕΕ.
Η Ιταλία και η Πολωνία είναι μεταξύ εκείνων που τάσσονται υπέρ ενός ανώτατου ορίου τιμών στο εισαγόμενο φυσικό αέριο. Η ιδέα αυτή βρίσκει αντίθετη τη Γερμανία, τον μεγαλύτερο αγοραστή φυσικού αερίου στην Ευρώπη, και χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ολλανδίας, που φοβούνται ότι αυτό θα απομάκρυβε προμηθευτές όπως τη Νορβηγία, την Αλγερία και άλλους παραγωγούς.
Η Επιτροπή άφησε τα ανώτατα όρια τιμών φυσικού αερίου εκτός των προτάσεών της και ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΕ επανέλαβαν τις ανησυχίες ότι η θέσπιση ανώτατων τιμών θα έθετε σε κίνδυνο την ικανότητα της Ευρώπης να ενισχύσει τον εφοδιασμό.
Η ΕΕ απέσυρε επίσης ένα προηγούμενο σχέδιο για την επιβολή ανώτατων ορίων μόνο στις τιμές του ρωσικού φυσικού αερίου. Αυτό έγινε μετά από αντιδράσεις από χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης που ανησυχούσαν ότι η Μόσχα θα αντεπιδρούσε σταματώντας τις ελάχιστες προμήθειες που εξακολουθεί να στέλνει στο μπλοκ.
Ωστόσο, ορισμένοι διπλωμάτες είναι συγκρατημένα αισιόδοξοι ότι οι προτάσεις της Επιτροπής θα εγκριθούν στη συνεδρίαση της 30ής Σεπτεμβρίου, ακόμη και αν ορισμένες χώρες έχουν εκφράσει ανησυχίες για τα σχέδια.
Για παράδειγμα, η Πολωνία και η Ουγγαρία αμφισβήτησαν τα σχέδια για την επιβολή εισφοράς έκτακτου κέρδους στις εταιρείες ορυκτών καυσίμων με την υποστήριξη της ενισχυμένης πλειοψηφίας των χωρών της ΕΕ, αντί της ομόφωνης έγκρισης που συνήθως απαιτούν οι φορολογικοί νόμοι.