Τι έπραξε η Κύπρος για να διεκδικήσει τον ΕΜΑ
15:59 - 03 Αυγούστου 2017
Όλες τι κινήσεις και ενέργειες της Κυβέρνησης στο πλαίσιο της προσπάθειας διεκδίκησης της έδρας του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων, ο οποίος θα πρέπει να εγκατασταθεί σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ δίνει στη δημοσιότητα το Υπουργείο Εξωτερικών.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών, οι διευκρινίσεις δίνονται «επειδή ασκήθηκε κριτική στην Κυβέρνηση για δήθεν ολιγωρία σχετικά με τις προσπάθειες εξασφάλισης της έδρας του υπό μετεγκατάσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) που εδρεύει στο ΗΒ, σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, λόγω της απόφασης για αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ».
«Αναγνωρίζοντας πλήρως τα οφέλη που θα είχε η μετεγκατάσταση του ΕΜΑ στην Κύπρο, η Κυπριακή Κυβέρνηση απεφάσισε να διεκδικήσει ενεργά την έδρα του EMA. Το ενδιαφέρον αυτό εκφράστηκε γραπτώς, με επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας ημερομηνίας 3 Μαΐου 2017 προς τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», αναφέρεται.
Πρόθεση της Κυβέρνησης, προστίθεται, «ήταν η κατάθεση μιας ελκυστικής πρότασης, βάσει της οποίας η Κυπριακή Δημοκρατία θα αναλάμβανε, με έξοδα της Δημοκρατίας, την ανέγερση κτιριακής μονάδας σε κρατική γη, βάσει προδιαγραφών που θα έθετε ο ίδιος Οργανισμός και η οποία θα παραχωρείτο στον Οργανισμό χωρίς ενοίκιο».
«Με γνώμονα τα πιο πάνω και για τον αποτελεσματικότερο τρόπο προώθησης του κυπριακού ενδιαφέροντος διεκδίκησης της έδρας του ΕΜΑ, συστάθηκε ειδική Υπουργική Επιτροπή, απαρτιζόμενη από τους Υπουργούς Εξωτερικών, Οικονομικών και Υγείας, η οποία συναντήθηκε τον περασμένο Απρίλιο και τον περασμένο Ιούνιο για καθορισμό και συντονισμό της απαιτούμενης δράσης», συνεχίζει η ανακοίνωση.
Ενημερώνει επίσης ότι «κατόπιν απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής, έγινε τον Απρίλιο επαφή με τον CIPA για την εξεύρεση κατάλληλου εξειδικευμένου οίκου που θα μπορούσε να ετοιμάσει τον απαραίτητο φάκελο και να συνδράμει στην εκστρατεία προώθησης της Κυπριακής υποψηφιότητας».
Σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών «οι διεργασίες αυτές βρίσκονταν σε προχωρημένο στάδιο όταν ξεκίνησαν παράλληλα και οι συζητήσεις στις Βρυξέλλες για καθορισμό της διαδικασίας και των κριτηρίων, βάσει των οποίων θα ληφθεί η τελική απόφαση για τη νέα έδρα του Οργανισμού».
«Από προκαταρκτική μελέτη που ετοιμάστηκε για τον CIPA από τον συμβουλευτικό οίκο που είχε εξευρεθεί, αναφορικά με τις προοπτικές της Κύπρου, προέκυπταν σοβαροί προβληματισμοί για τη δυνατότητα της Κύπρου να διασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία του ΕΜΑ, λόγω, π.χ. του γεγονός ότι η Κύπρος δεν έχει την απαιτούμενη συχνή αεροπορική σύνδεση με την Ευρώπη, καθώς και τον υπόλοιπο κόσμο, όπως έχουν οι άλλες χώρες που διεκδικούν την έδρα του ΕΜΑ ή ότι δεν υπήρχε έτοιμο κατάλληλο κτίριο, όπως αυτά που ήδη προσέφεραν άλλες χώρες που υπέβαλαν υποψηφιότητα, για τη στέγαση των 900 περίπου υπαλλήλων του ΕΜΑ», σημειώνεται.
Ενόψει των δεδομένων αυτών, αναφέρεται, «ο εν λόγω οίκος συμβούλευσε μάλιστα την απόσυρση της κυπριακής υποψηφιότητας, ώστε να μην πληγεί η αξιοπιστία της Δημοκρατίας στην ΕΕ και να διατηρήσει η Κύπρος τη δυνατότητα να διεκδικήσει στο μέλλον, με αξιώσεις, έναν οργανισμό στη βάση αντικειμενικών δεδομένων και των δυνατοτήτων της».
Αναφέρεται ακόμη ότι «από έρευνα που διεξήχθη εντός του ΕΜΑ, το 90% των υπαλλήλων του Οργανισμού είχε ψηφίσει ενάντια στη μετεγκατάσταση του ΕΜΑ σε χώρες της περιφέρειας, περιλαμβανομένης και της Κύπρου, οι οποίοι και εξέφρασαν την πρόθεση παραίτησής τους σε τέτοιο ενδεχόμενο».
Παράλληλα, «η απαιτούμενη δαπάνη για την ετοιμασία φακέλου και για την προώθηση της κυπριακής υποψηφιότητας θα κυμαινόταν, σύμφωνα με εκτίμηση εξειδικευμένου οίκου, μεταξύ των €80-€100 χιλιάδων τον μήνα, για έξι μήνες, μέχρι τη λήψη τελικής απόφασης».
Όσον αφορά στα κριτήρια μετεγκατάστασης, προστίθεται, «λόγω του μεγέθους του ΕΜΑ και της τεράστιας σημασίας του έργου που επιτελεί, καθώς και της αδήριτης ανάγκης να διασφαλισθεί η απρόσκοπτη λειτουργία του ΕΜΑ ευθύς μετά από την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, τα συγκεκριμένα κριτήρια που τέθηκαν ήταν ιδιαίτερα αυστηρά, με αποτέλεσμα να αποκλείουν εκ προοιμίου την Κύπρο από τη δυνατότητα να διεκδικήσει με αξιώσεις και επί ίσοις όροις τη φιλοξενία της έδρας του ΕΜΑ».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών τα κριτήρια που έχουν προταθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και υιοθετήθηκαν από το Συμβούλιο, προβλέπουν την ύπαρξη κτηριακών υποδομών, που να ανταποκρίνονται στα εξειδικευμένα πρότυπα, σύμφωνα με τις ανάγκες του Οργανισμού, οι οποίες θα πρέπει να είναι έτοιμες από την πρώτη μέρα εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και μικρή διάρκεια πτήσεων και εύκολη προσβασιμότητα του ΕΜΑ μέσω συχνών αεροπορικών συνδέσεων, όχι μόνο με την Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως.
«Την υιοθέτηση τόσο περιοριστικών κριτηρίων στηλίτευσε έντονα ο ίδιος ο Υπουργός Εξωτερικών κατά τη διάρκεια του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων στις 20 Ιουνίου 2017», αναφέρεται.
Ο κ. Κασουλίδης, επισημαίνεται, «καυτηρίασε με πολύ κατηγορηματικό και έντονο τρόπο το γεγονός ότι απαιτείται από τα κράτη μέλη να έχουν ήδη έτοιμες υποδομές με συγκεκριμένες προδιαγραφές, καθώς και ότι το κριτήριο της συχνότητας, διαθεσιμότητας και διάρκειας πτήσεων, αποκλείει μικρά κράτη μέλη της περιφέρειας, όπως η Κύπρος».
Επισήμανε, παράλληλα, ότι «η Κύπρος θα ήταν έτοιμη να κατασκευάσει όλες τις υποδομές που απαιτούνται για τη στέγαση του ΕΜΑ στη βάση των απαιτήσεων και προτύπων που θα έθετε ο ίδιος ο Οργανισμός και μάλιστα ότι θα μπορούσαν να διατεθούν χωρίς κόστος».
Κατόπιν παρέμβασης του Υπουργού Εξωτερικών, αναφέρεται, «προστέθηκε στη δέσμη κριτηρίων αναφορά στο γεγονός ότι τέτοια κριτήρια εγκατάστασης τίθενται κατά εξαίρεση λόγω της ιδιαιτερότητας των συνθηκών, ότι δεν θα ισχύσουν μελλοντικά για άλλους ευρωπαϊκούς οργανισμούς και ότι η συγκεκριμένη διαδικασία δεν θα αποτελέσει προηγούμενο».
Προστίθεται ακόμη ότι «ο κ. Κασουλίδης επέμεινε επίσης στην ανάγκη δίκαιης μεταχείρισης όλων των κρατών μελών μέσα από μια δέσμη αντικειμενικών κριτηρίων και στην ανάγκη για ισορροπημένη γεωγραφική κατανομή, σύμφωνα με την οποία για την επιλογή και φιλοξενία εδρών ευρωπαϊκών οργανισμών θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στα κράτη μέλη που εντάχθηκαν από το 2004 και μετά».
Ως εκ τούτου, σημείωσε «δεν θα πρέπει να προκρίνονται κριτήρια τα οποία θα έχουν ως αποτέλεσμα μια άνιση μεταχείριση και, σίγουρα, δεν θα πρέπει τα κριτήρια να δημιουργούν προηγούμενο στη βάση του οποίου να τιμωρούνται ουσιαστικά τα κράτη μέλη της περιφέρειας».
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση «κατόπιν επιμονής του Υπουργού Εξωτερικών, επιτεύχθηκε τελικά επαναβεβαίωση της Απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2003, με ξεκάθαρη αναφορά στο υιοθετημένο κείμενο για τη διαδικασία μετεγκατάστασης των δύο οργανισμών, με την οποία υπήρξε δέσμευση ότι θα δοθεί προτεραιότητα στη φιλοξενία Ευρωπαϊκών Οργανισμών στα κράτη που εντάχθηκαν στην ΕΕ από το 2004 και εντεύθεν».
Σημειώνεται παράλληλα ότι κράτη μέλη που δεν έχουν καμία έδρα ευρωπαϊκού Οργανισμού στη χώρα τους πέραν της Κύπρου, περιλαμβάνουν τη Σλοβακία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Κροατία.
Προστίθεται ότι «οι υποδείξεις του κ. Κασουλίδη, αν και στηρίχτηκαν από αριθμό άλλων κρατών μελών, δεν συγκέντρωσαν την απαραίτητη υποστήριξη, με αποτέλεσμα η Κύπρος να βρίσκεται σε δυσχερέστερη θέση από άλλους εταίρους που διεκδικούν την έδρα του ΕΜΑ και φαίνεται να πληρούν τα κριτήρια για να διεκδικήσουν τον Οργανισμό».
«Οι θέσεις της Κυβέρνησης, τόσο επί της διαδικασίας που αποφασίστηκε όσο και επί των απαράδεκτων περιοριστικών κριτηρίων που υιοθετήθηκαν για τη μετεγκατάσταση του ΕΜΑ, καταγγέλθηκαν επίσημα σε επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 28 Ιουλίου 2017, προς τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπου τονίστηκε ότι τα κριτήρια μετεγκατάστασης, εξ αντικειμένου, αποκλείουν μικρά κράτη μέλη που βρίσκονται στην περιφέρεια της Ένωσης, όπως η Κύπρος», αναφέρεται.
«Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογράμμισε συναφώς την ανάγκη διασφάλισης της ίσης μεταχείρισης όλων των κρατών μελών της ΕΕ, εξέφρασε δε την ετοιμότητα και την έντονη επιθυμία της Κύπρου να φιλοξενήσει έναν ευρωπαϊκό οργανισμό, στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων αλλά και μιας δίκαιης και ισορροπημένης γεωγραφικής κατανομής», καταλήγει η ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών, οι διευκρινίσεις δίνονται «επειδή ασκήθηκε κριτική στην Κυβέρνηση για δήθεν ολιγωρία σχετικά με τις προσπάθειες εξασφάλισης της έδρας του υπό μετεγκατάσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) που εδρεύει στο ΗΒ, σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, λόγω της απόφασης για αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ».
«Αναγνωρίζοντας πλήρως τα οφέλη που θα είχε η μετεγκατάσταση του ΕΜΑ στην Κύπρο, η Κυπριακή Κυβέρνηση απεφάσισε να διεκδικήσει ενεργά την έδρα του EMA. Το ενδιαφέρον αυτό εκφράστηκε γραπτώς, με επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας ημερομηνίας 3 Μαΐου 2017 προς τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», αναφέρεται.
Πρόθεση της Κυβέρνησης, προστίθεται, «ήταν η κατάθεση μιας ελκυστικής πρότασης, βάσει της οποίας η Κυπριακή Δημοκρατία θα αναλάμβανε, με έξοδα της Δημοκρατίας, την ανέγερση κτιριακής μονάδας σε κρατική γη, βάσει προδιαγραφών που θα έθετε ο ίδιος Οργανισμός και η οποία θα παραχωρείτο στον Οργανισμό χωρίς ενοίκιο».
«Με γνώμονα τα πιο πάνω και για τον αποτελεσματικότερο τρόπο προώθησης του κυπριακού ενδιαφέροντος διεκδίκησης της έδρας του ΕΜΑ, συστάθηκε ειδική Υπουργική Επιτροπή, απαρτιζόμενη από τους Υπουργούς Εξωτερικών, Οικονομικών και Υγείας, η οποία συναντήθηκε τον περασμένο Απρίλιο και τον περασμένο Ιούνιο για καθορισμό και συντονισμό της απαιτούμενης δράσης», συνεχίζει η ανακοίνωση.
Ενημερώνει επίσης ότι «κατόπιν απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής, έγινε τον Απρίλιο επαφή με τον CIPA για την εξεύρεση κατάλληλου εξειδικευμένου οίκου που θα μπορούσε να ετοιμάσει τον απαραίτητο φάκελο και να συνδράμει στην εκστρατεία προώθησης της Κυπριακής υποψηφιότητας».
Σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών «οι διεργασίες αυτές βρίσκονταν σε προχωρημένο στάδιο όταν ξεκίνησαν παράλληλα και οι συζητήσεις στις Βρυξέλλες για καθορισμό της διαδικασίας και των κριτηρίων, βάσει των οποίων θα ληφθεί η τελική απόφαση για τη νέα έδρα του Οργανισμού».
«Από προκαταρκτική μελέτη που ετοιμάστηκε για τον CIPA από τον συμβουλευτικό οίκο που είχε εξευρεθεί, αναφορικά με τις προοπτικές της Κύπρου, προέκυπταν σοβαροί προβληματισμοί για τη δυνατότητα της Κύπρου να διασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία του ΕΜΑ, λόγω, π.χ. του γεγονός ότι η Κύπρος δεν έχει την απαιτούμενη συχνή αεροπορική σύνδεση με την Ευρώπη, καθώς και τον υπόλοιπο κόσμο, όπως έχουν οι άλλες χώρες που διεκδικούν την έδρα του ΕΜΑ ή ότι δεν υπήρχε έτοιμο κατάλληλο κτίριο, όπως αυτά που ήδη προσέφεραν άλλες χώρες που υπέβαλαν υποψηφιότητα, για τη στέγαση των 900 περίπου υπαλλήλων του ΕΜΑ», σημειώνεται.
Ενόψει των δεδομένων αυτών, αναφέρεται, «ο εν λόγω οίκος συμβούλευσε μάλιστα την απόσυρση της κυπριακής υποψηφιότητας, ώστε να μην πληγεί η αξιοπιστία της Δημοκρατίας στην ΕΕ και να διατηρήσει η Κύπρος τη δυνατότητα να διεκδικήσει στο μέλλον, με αξιώσεις, έναν οργανισμό στη βάση αντικειμενικών δεδομένων και των δυνατοτήτων της».
Αναφέρεται ακόμη ότι «από έρευνα που διεξήχθη εντός του ΕΜΑ, το 90% των υπαλλήλων του Οργανισμού είχε ψηφίσει ενάντια στη μετεγκατάσταση του ΕΜΑ σε χώρες της περιφέρειας, περιλαμβανομένης και της Κύπρου, οι οποίοι και εξέφρασαν την πρόθεση παραίτησής τους σε τέτοιο ενδεχόμενο».
Παράλληλα, «η απαιτούμενη δαπάνη για την ετοιμασία φακέλου και για την προώθηση της κυπριακής υποψηφιότητας θα κυμαινόταν, σύμφωνα με εκτίμηση εξειδικευμένου οίκου, μεταξύ των €80-€100 χιλιάδων τον μήνα, για έξι μήνες, μέχρι τη λήψη τελικής απόφασης».
Όσον αφορά στα κριτήρια μετεγκατάστασης, προστίθεται, «λόγω του μεγέθους του ΕΜΑ και της τεράστιας σημασίας του έργου που επιτελεί, καθώς και της αδήριτης ανάγκης να διασφαλισθεί η απρόσκοπτη λειτουργία του ΕΜΑ ευθύς μετά από την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, τα συγκεκριμένα κριτήρια που τέθηκαν ήταν ιδιαίτερα αυστηρά, με αποτέλεσμα να αποκλείουν εκ προοιμίου την Κύπρο από τη δυνατότητα να διεκδικήσει με αξιώσεις και επί ίσοις όροις τη φιλοξενία της έδρας του ΕΜΑ».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών τα κριτήρια που έχουν προταθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και υιοθετήθηκαν από το Συμβούλιο, προβλέπουν την ύπαρξη κτηριακών υποδομών, που να ανταποκρίνονται στα εξειδικευμένα πρότυπα, σύμφωνα με τις ανάγκες του Οργανισμού, οι οποίες θα πρέπει να είναι έτοιμες από την πρώτη μέρα εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ και μικρή διάρκεια πτήσεων και εύκολη προσβασιμότητα του ΕΜΑ μέσω συχνών αεροπορικών συνδέσεων, όχι μόνο με την Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως.
«Την υιοθέτηση τόσο περιοριστικών κριτηρίων στηλίτευσε έντονα ο ίδιος ο Υπουργός Εξωτερικών κατά τη διάρκεια του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων στις 20 Ιουνίου 2017», αναφέρεται.
Ο κ. Κασουλίδης, επισημαίνεται, «καυτηρίασε με πολύ κατηγορηματικό και έντονο τρόπο το γεγονός ότι απαιτείται από τα κράτη μέλη να έχουν ήδη έτοιμες υποδομές με συγκεκριμένες προδιαγραφές, καθώς και ότι το κριτήριο της συχνότητας, διαθεσιμότητας και διάρκειας πτήσεων, αποκλείει μικρά κράτη μέλη της περιφέρειας, όπως η Κύπρος».
Επισήμανε, παράλληλα, ότι «η Κύπρος θα ήταν έτοιμη να κατασκευάσει όλες τις υποδομές που απαιτούνται για τη στέγαση του ΕΜΑ στη βάση των απαιτήσεων και προτύπων που θα έθετε ο ίδιος ο Οργανισμός και μάλιστα ότι θα μπορούσαν να διατεθούν χωρίς κόστος».
Κατόπιν παρέμβασης του Υπουργού Εξωτερικών, αναφέρεται, «προστέθηκε στη δέσμη κριτηρίων αναφορά στο γεγονός ότι τέτοια κριτήρια εγκατάστασης τίθενται κατά εξαίρεση λόγω της ιδιαιτερότητας των συνθηκών, ότι δεν θα ισχύσουν μελλοντικά για άλλους ευρωπαϊκούς οργανισμούς και ότι η συγκεκριμένη διαδικασία δεν θα αποτελέσει προηγούμενο».
Προστίθεται ακόμη ότι «ο κ. Κασουλίδης επέμεινε επίσης στην ανάγκη δίκαιης μεταχείρισης όλων των κρατών μελών μέσα από μια δέσμη αντικειμενικών κριτηρίων και στην ανάγκη για ισορροπημένη γεωγραφική κατανομή, σύμφωνα με την οποία για την επιλογή και φιλοξενία εδρών ευρωπαϊκών οργανισμών θα πρέπει να δίδεται προτεραιότητα στα κράτη μέλη που εντάχθηκαν από το 2004 και μετά».
Ως εκ τούτου, σημείωσε «δεν θα πρέπει να προκρίνονται κριτήρια τα οποία θα έχουν ως αποτέλεσμα μια άνιση μεταχείριση και, σίγουρα, δεν θα πρέπει τα κριτήρια να δημιουργούν προηγούμενο στη βάση του οποίου να τιμωρούνται ουσιαστικά τα κράτη μέλη της περιφέρειας».
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση «κατόπιν επιμονής του Υπουργού Εξωτερικών, επιτεύχθηκε τελικά επαναβεβαίωση της Απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2003, με ξεκάθαρη αναφορά στο υιοθετημένο κείμενο για τη διαδικασία μετεγκατάστασης των δύο οργανισμών, με την οποία υπήρξε δέσμευση ότι θα δοθεί προτεραιότητα στη φιλοξενία Ευρωπαϊκών Οργανισμών στα κράτη που εντάχθηκαν στην ΕΕ από το 2004 και εντεύθεν».
Σημειώνεται παράλληλα ότι κράτη μέλη που δεν έχουν καμία έδρα ευρωπαϊκού Οργανισμού στη χώρα τους πέραν της Κύπρου, περιλαμβάνουν τη Σλοβακία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και την Κροατία.
Προστίθεται ότι «οι υποδείξεις του κ. Κασουλίδη, αν και στηρίχτηκαν από αριθμό άλλων κρατών μελών, δεν συγκέντρωσαν την απαραίτητη υποστήριξη, με αποτέλεσμα η Κύπρος να βρίσκεται σε δυσχερέστερη θέση από άλλους εταίρους που διεκδικούν την έδρα του ΕΜΑ και φαίνεται να πληρούν τα κριτήρια για να διεκδικήσουν τον Οργανισμό».
«Οι θέσεις της Κυβέρνησης, τόσο επί της διαδικασίας που αποφασίστηκε όσο και επί των απαράδεκτων περιοριστικών κριτηρίων που υιοθετήθηκαν για τη μετεγκατάσταση του ΕΜΑ, καταγγέλθηκαν επίσημα σε επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 28 Ιουλίου 2017, προς τους Προέδρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπου τονίστηκε ότι τα κριτήρια μετεγκατάστασης, εξ αντικειμένου, αποκλείουν μικρά κράτη μέλη που βρίσκονται στην περιφέρεια της Ένωσης, όπως η Κύπρος», αναφέρεται.
«Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπογράμμισε συναφώς την ανάγκη διασφάλισης της ίσης μεταχείρισης όλων των κρατών μελών της ΕΕ, εξέφρασε δε την ετοιμότητα και την έντονη επιθυμία της Κύπρου να φιλοξενήσει έναν ευρωπαϊκό οργανισμό, στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων αλλά και μιας δίκαιης και ισορροπημένης γεωγραφικής κατανομής», καταλήγει η ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών.