Η Κύπρος καλείται να μειώσει το κόστος ανάπτυξης ευρυζωνικών δικτύων
12:15 - 30 Σεπτεμβρίου 2016
Την εφαρμογή μέτρων μείωσης τους κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμών δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ζήτησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από 19 κράτη-μέλη, μεταξύ αυτών και η Κύπρος. Αξίζει να σημειωθεί πως οι εν λόγω κανόνες επιδιώκουν να αυξήσουν την κοινή χρήση και επαναχρησιμοποίηση της υπάρχουσας υλικής υποδομής σε διάφορους τομείς (ενέργεια, μεταφορές κ.λπ.) και υπολογίζεται ότι θα μειώσουν κατά 30 % το κόστος ανάπτυξης διαδικτύου υψηλής ταχύτητας.
Τον Μάρτιο του 2016 η Επιτροπή απηύθυνε προειδοποιητική επιστολή σε όλα τα κράτη μέλη που δεν είχαν μεταφέρει τα μέτρα στην εθνική τους νομοθεσία μέχρι τότε. Οι κανόνες για τη μείωση του κόστους υποστηρίζουν τους στρατηγικούς στόχους συνδεσιμότητας που πρότεινε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή: έως το 2025, όλοι οι βασικοί κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, όπως τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα, οι συγκοινωνιακοί κόμβοι, όλοι οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών, όπως τα νοσοκομεία και οι δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και οι επιχειρήσεις που βασίζονται στις ψηφιακές τεχνολογίες, θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε εξαιρετικά υψηλή –της τάξης των gigabit– συνδεσιμότητα (που θα επιτρέπει στους χρήστες να τηλεφορτώνουν προς τα πάνω ή προς τα κάτω δεδομένα με ταχύτητα 1 gigabit ανά δευτερόλεπτο).
Όλα τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά, αγροτικά ή αστικά, θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε συνδεσιμότητα με ταχύτητα τηλεφόρτωσης τουλάχιστον 100 Mbps, με δυνατότητα αναβάθμισης σε Gbps, και όλες οι αστικές περιοχές καθώς και οι μεγάλοι οδικοί άξονες και οι σιδηρόδρομοι θα πρέπει να έχουν συνεχή κάλυψη 5G –πέμπτη γενιά συστημάτων ασύρματης επικοινωνίας. Ως ενδιάμεσος στόχος, η κάλυψη 5G θα πρέπει να είναι εμπορικά διαθέσιμη τουλάχιστον σε μία μεγάλη πόλη σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ μέχρι το 2020.
Τα κράτη μέλη είχαν προθεσμία μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2016 για τη μεταφορά της οδηγίας στην εθνική νομοθεσία. Η Επιτροπή απέστειλε τελική προειδοποίηση στα 19 κράτη μέλη και έχουν πλέον δύο μήνες στη διάθεσή τους για να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τα μέτρα που έλαβαν για την ευθυγράμμιση της εθνικής νομοθεσίας με τη νομοθεσία της ΕΕ. Διαφορετικά, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ περί παράβασης, να τα παραπέμψει στο Δικαστήριο της ΕΕ και να προτείνει την επιβολή οικονομικών κυρώσεων.