MICHEL DALI: Στα 35 του… παραμένει παιδί

Το «παιδί» της ένδυσης, με γενέτειρα το Δάλι, μεγάλωσε, έκλεισε τα 35, όμως τα χρόνια δεν βαραίνουν τους ώμους του. Κάθε άλλο! Μάλιστα, εκείνο το «κάτι» που στην περίπτωση αυτή προσθέτει ιδιαίτερη βαρύτητα στο όλο προφίλ δεν είναι άλλο από την ενέργεια που η Michel Dali καταφέρνει, από το 1980, να κρατάει στα ύψη, αντλώντας τη ζωντάνια της από την παιδική αγορά, στην οποία δραστηριοποιείται με έξι μαγαζιά, σήμερα, και εισαγωγές από την Ευρώπη.   

Η ατμόσφαιρα καθόλα φιλική και το περιβάλλον φιλόξενο στο σπίτι του Γιώργου και της Παναγιώτας Χατζηκυριάκου, δημιουργών της Michel Dali, που βρίσκονται πάντοτε στις επάλξεις τόσο στο πρακτικό όσο και το συμβουλευτικό κομμάτι της δουλειάς.  Στην παρέα μας οι ίδιοι και τα δυο από τα έξι παιδιά τους - στελέχη, σήμερα, της επιχείρησης - Μιχάλης και Πέτρος. Πρώτη και δεύτερη γενιά σε αρμονία και με διάθεση να κρατάνε πάντα την ενεργητικότητα που παίρνουν από τα παιδιά για τα οποία εργάζονται και την επιστρέφουν με τη δραστηριότητά τους στην κυπριακή αγορά.

Η εταιρεία, με την αρχική ονομασία Samaria Savient, πρωτάρχισε από το εργαστήριο της Παναγιώτας Χατζήκυριακου ή για την ακρίβεια από το σπίτι της στο Δάλι, όπου είχε από το 1975 αρχίσει να ράβει παιδικά για φίλους και γνωστούς, αφού παρακολούθησε σχετικά μαθήματα σχεδιασμού. Μετά, ήρθε η πρώτη μηχανή, η δεύτερη, οι δύο έγιναν πέντε, οι πέντε δέκα και τελικά 20 ιαπωνικές ραπτομηχανές κατέφθασαν από την Αγγλία, μέχρι που το 1980 κτίστηκε το πρώτο εργοστάσιο και το 1992, περίπου, το δεύτερο. Η περίοδος εκείνη ήταν ευνοϊκή για την κυπριακή παραγωγή και την ένδυση, η οποία αποτελούσε έναν από τους πιο δυνατούς κλάδους της βιομηχανίας, που ήταν τότε βασικός αιμοδότης της κυπριακής οικονομίας. 

Η εταιρεία αρχικά διένεμε τα ρούχα της σε μεγάλο αριθμό καταστημάτων της Κύπρου. Της πώλησης προηγείτο δειγματισμός, ενώ πραγματοποιούνταν και επιδείξεις μόδας με τη συμμετοχή παιδιών. Επιπλέον, τροφοδοτούσε με ρούχα αρκετά νηπιαγωγεία για τις εκδηλώσεις τους. Το πρώτο κατάστημά της λειτούργησε στο Δάλι, όμως στην πορεία μεταφέρθηκε.  

Η χρυσή εποχή                                                                                      
Όπως λέει ο Πέτρος Χατζηκυριάκος, τα εργοστάσια δούλευαν πυρετωδώς, με 150 εργάτριες, κατά τη χρυσή εκείνη περίοδο της βιομηχανίας ένδυσης και της μεταποίησης γενικότερα. Είκοσι ώρες την ημέρα και με βάρδιες, με την παραγωγή να φτάνει σε πολύ μεγάλα νούμερα. Μέχρι το 2000 άγγιζε τα 60.000 κομμάτια ετησίως, ενώ για ένα μοντέλο θα έπρεπε να υπήρχαν παραγγελίες άνω των 500 κομματιών, ώστε να  βγει στην παραγωγή. 

Πανταχού παρούσα η πρωτεργάτρια Παναγιώτα Χατζηκυριάκου, να βλέπει, να ακούει, να δίνει συμβουλές για να πηγαίνουν όλα καλά, ακόμα και όταν χρειαζόταν να εργάζεται σερί έως και τα ξημερώματα, ώστε να είναι έτοιμα κομμένα τα υφάσματα, να τα βρουν οι εργάτριες το πρωί. Σε ένα από τα πολλά τέτοια ξενύχτια ήταν που αντί του υφάσματος το ψαλίδι βρήκε το καλώδιο του ρεύματος, χωρίς, όμως, ευτυχώς δυσάρεστες συνέπειες.

«Από τη στιγμή που παράγεις είναι αναπόφευκτο να προχωρήσεις και σε εξαγωγές», σύμφωνα με τον Γιώργο Χατζηκυριάκο. Αρχή έγινε με τη Λιβύη και ακολούθησαν Ελλάδα, Ισραήλ, Αγγλία, Ρωσία, Αυστραλία και Αραβικές Χώρες. Μάλιστα, για την ίδια την ονομασία της εταιρείας, που άλλαξε στην πορεία σε Michel Dali, αιτία στάθηκε η δραστηριοποίηση στον τομέα των εξαγωγών και αφορμή μια «διαμάχη» που προέκυψε στο πλαίσιο συγκεκριμένης συνεργασίας με τις Αραβικές Χώρες. Επισημαίνεται ότι η παραγωγή για τις εξαγωγές στις χώρες αυτές ήταν συγκεκριμένη, εξειδικευμένη, με διαφορετικά χρώματα και ύφος, αφού ήταν αλλιώτικος ο τρόπος που ντύνονταν, καθώς και η κουλτούρα τους. Η βάση ήταν πάντα η συλλογή Michel Dali κι από κει και πέρα τα σχέδια προσαρμόζονταν στις ανάγκες των πελατών.

Οι παραγγελίες αυξάνονταν χρόνο με τον χρόνο τόσο από την Κύπρο όσο και από το εξωτερικό. Τα πράγματα άλλαζαν και προσαρμόζονταν σύμφωνα και με τις εξελίξεις, όπως τότε με την εισαγωγή της τεχνολογίας. «Θυμάμαι όταν είχαν λειτουργήσει υπολογιστές στην εταιρεία θεωρήθηκε επανάσταση», σημειώνει ο Μιχάλης.

Το σημερινό «πακέτο»                                                               
Σήμερα η Michel Dali, με προσωπικό 15 ατόμων, γραφεία και αποθήκες στο Δάλι, διαθέτει μια μεγάλη γκάμα ειδών, με ρούχα σε νούμερα που ξεκινούν για νεογέννητα μέχρι και για παιδιά 14 χρόνων. Στα καταστήματά της βρίσκει, επίσης, κανείς παιδικά σεντόνια, κουβέρτες, πετσέτες και άλλα συναφή, είδη βάπτισης και σχολικά. 

Μιλώντας για τον ανταγωνισμό, οι αδελφοί Χατζήκυριάκου ανέφεραν ότι ο καταναλωτής βλέπει τα προϊόντα, πλέον, ως πακέτο, τι του προσφέρει το κατάστημα, την ποιότητα, την τιμή, την εμφάνιση, τη μόδα και κάνει τις επιλογές του: «Ο ανταγωνισμός δεν προέρχεται, όπως όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε, μόνο από τις κυπριακές εταιρείες, αλλά και από το εξωτερικό. Ειδικά από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις είναι αισθητά περισσότερος και χρειάζονται πολύ μεγαλύτερες οικονομίες κλίμακας για να μπορέσεις να επιβιώσεις και να ανταγωνιστείς. 

Οι σωστές αγορές και η ορθή τιμολόγηση αποτελούν τα σημεία - κλειδιά που καθιστούν μια εταιρεία ανταγωνιστική. Η προσπάθεια της οικογένειάς μας, τα τελευταία χρόνια, ήταν να βρει τις κατάλληλες συνεργασίες, που θα της έδιναν τα όπλα να ανταγωνιστεί τις μεγάλες επιχειρήσεις και ιδιαίτερα μετά το άνοιγμα των ασιατικών αγορών». 

Η ανάγκη για ελιγμούς
Οι διευθύνοντες τονίζουν ότι η εταιρεία πέρασε μέσα από πολλές φάσεις αναδιοργάνωσης, ώστε να μπορεί να υπάρχει με αξιώσεις στην αγορά. Τα χαρακτηριστικά της προσαρμοστικότητας στις αλλαγές, του καλού συνδυασμού εμπειρίας, γνώσης και καλής ενέργειας τη βοήθησαν να προχωρήσει και να κρατηθεί γερά: «Πάντα προσπαθούμε, βρίσκουμε τους τρόπους και τους μηχανισμούς. Εξάλλου, εδώ και 35 χρόνια η εταιρεία Michel Dali ντύνει δύο γενιές, τα παιδιά μας και τα παιδιά των παιδιών μας», σημειώνουν.

Η επιχείρηση εργάστηκε για κάποια περίοδο με τη μέθοδο franchise, ακολουθώντας τον δρόμο των εισαγωγών. Η παραγωγή εγκαταλείφθηκε γύρω στο 2004. Τα αδέλφια Μιχάλης και Πέτρος, με τη συμβολή του αδελφού τους Σάββα στο μάρκετινγκ και τον σχεδιασμό, ανέλαβαν να κρατήσουν δυνατή την εταιρεία στην αγορά, προχωρώντας σε εισαγωγές παιδικών ενδυμάτων από Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Ολλανδία και Βέλγιο, που σήμερα αγγίζουν τις €500.000 ετησίως. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι με το κλείσιμο του εργοστασίου στην Κύπρο, η εταιρεία έψαξε διεξόδους για παραγωγή στην Κίνα, αλλά οι ποσότητες που απαιτούνταν ήταν τρομακτικές για τα δικά μας μεγέθη. Οπότε, προχώρησε με τη μέθοδο franchise, βάζοντας κι άλλους συνεργάτες στο παιχνίδι, με τα δικά τους κεφάλαια. Από το 2000 μέχρι το 2010, η εταιρεία, με κυπριακό franchise, αποτελούσε τον αποκλειστικό προμηθευτή, αναλαμβάνοντας παράλληλα το κόστος και το ρίσκο του εμπορεύματος. Καταστήματα που δεν είχαν, πλέον, αυτόνομη αγοραστική δύναμη συνεργάστηκαν με την εταιρεία, πήραν το όνομα με συμβόλαιο συνεργασίας και διαχείρισης του ντόπιου καταστήματος και ο αριθμός των μαγαζιών είχε αγγίξει τα 15. 

Η κρίση και τα παρεπόμενα 
Ύστερα, ήρθε κρίση. Ήρθε και μάλιστα ήταν ιδιαίτερα αισθητή στον κλάδο της ένδυσης και της υπόδησης. Οι δυσκολίες ήταν πολλές. Απαιτείτο άλλου είδους οργάνωση για την επιβίωση. Οι τιμές έπεσαν, τα περιθώρια στένεψαν, δεν υπήρχε, πλέον, χώρος για ενδιάμεσους συνεργάτες. «Το εμπόρευμα έπρεπε να φτάνει κατευθείαν στον καταναλωτή, γι’ αυτό αποφασίσαμε να πάρουμε πίσω την τύχη στα χέρια μας και να προχωρήσουμε μόνοι μας ως εταιρεία. Μεταφέραμε πίσω κοντά μας δύο καταστήματα που λειτουργούσαν ως franchise», εξηγούν οι ίδιοι. Και προσθέτουν: «Προβλέψαμε την κρίση και προλάβαμε να αντιδράσουμε έγκαιρα. Αφήσαμε καταστήματα με ψηλό λειτουργικό κόστος κι αποδεσμεύσαμε συμβόλαια και δυστυχώς προσωπικό. Δουλεύουμε πολλές ώρες για να καλύψουμε τις ανάγκες της εταιρείας, προσπαθούμε να θέσουμε υγιείς βάσεις για να προχωρήσουμε και πάλι με επέκταση. Πιστεύω ότι θα χρειαστούμε ακόμα ένα - δύο χρόνια για να δημιουργήσουμε εκείνη τη βάση, στην οποία θα στηριχτούμε και θα μεγαλώσουμε ως εταιρεία ξανά». 

Σήμερα η εταιρεία λειτουργεί έξι καταστήματα, τρία στη Λευκωσία και τρία στη Λάρνακα κι ο επόμενος στόχος είναι να προχωρήσει με νέο στη Λεμεσό. 

Σημειώνεται ότι η Michel Dali προχώρησε φέτος σε μια σημαντική ενέργεια, ώστε να προσεγγίζει τους πελάτες της με προσφορές και χαμηλές τιμές ολόχρονα, διευρύνοντας ταυτόχρονα το πελατολόγιό της. Εξέδωσε loyalty card, η οποία έχει, μέχρι στιγμής, 5000 μέλη - πελάτες. Μάλιστα, η μεγάλη ανταπόκριση που είχε, ώθησε την εταιρεία να συζητήσει με τους προμηθευτές της και να καταφέρει, εν τέλει, να προσφέρει ολόχρονα 30% έκπτωση από την αρχική τιμή. 

Δειτε Επισης

Παγκόσμια διάκριση για τη Δέσποινα Πολυβίου στις εξετάσεις επαγγελματικού επιπέδου του ICAEW
Παρουσίαση βιβλίου «Σπύρος Κυπριανού: Στη μάχη της ιστορίας όπως την έζησα 1932-1959»
Nobu Matshuhisa: Η αγάπη του για την κυπριακή κουζίνα και η επέκταση στην Ευρώπη
Βαρδής Βαρδινογιάννης: Το κτίσιμο μιας επιχειρηματικής αυτοκρατορίας και η τεράστια κοινωνική προσφορά
Έφυγε από την ζωή ο Έλληνας εφοπλιστής και επιχειρηματίας Βαρδής Βαρδινογιάννης
Διευθύντρια για πολυμερείς υποθέσεις στο DG TRADE η Μυρτώ Ζαμπάρτα-Διορίστηκε από την Κομισιόν
Η fashion designer Βασιλική Χαρίτωνος στο 1ο Ευρωπαϊκό Φεστιβάλ Τέχνης και Πολιτισμού Αναπηρίας DIS
Ο ιδρυτής της M. Residence Νικόλας Μιχαλιάς στη λίστα «40 under 40» του Fortune Greece-«Είναι ένας πρωτοπόρος»
Ο Νικόλας Στρατής, μέλος του ICAEW, στην υψηλού κύρους επιτροπή IFAC Young Leaders Collective
Κυκλοφόρησε η βιογραφία της Ζέτας Αιμιλιανίδου-H χαρισματική προσωπικότητα και το σημαντικό της έργο