Examinership – Ευπρόσδεκτο αλλά Τρωτό
10:51 - 17 Δεκεμβρίου 2014
Διαδικασία που βάζει τις εταιρείες “στον αναπνευστήρα χωρίς προοπτικές επιβίωσης” περιγράφει το examinership ένας δικαστής στην Ιρλανδία το 2010, ο οποίος, συνεχίζοντας εξήγησε ότι γίνεται “όλο και πιο απρόθυμος να παράσχει προστασία σε προβληματικές εταιρείες” μέσω της διαδικασίας αυτής. Ωστόσο, αυτή είναι η διαδικασία που πρόκειται να εγκριθεί από την Κυπριακή Βουλή, πριν το τέλος του έτους, ως εργαλείο για την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων.
Κατά την διάρκεια ενός πολύ πρόσφατου σεμιναρίου για examinership, που πραγματοποιήθηκε στο Κυπριακό Επιμελητήριο Εμπορίου και Βιομηχανίας, στο οποίο εκπαιδευτής ήταν ένα από τα μέλη της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων που βοήθησε την Kυβέρνηση στην σύνταξη και διαμόρφωση του νομοσχεδίου, ισχυρίστηκε ότι, το examinership παρέχει μια πιο φιλική προς τον δανειστή επιλογή σε σχέση με τις υφιστάμενες διαδικασίες αφερεγγυότητας, όπως για παράδειγμα αυτή της εκκαθάρισης και συνέχισε υποστηρίζοντας ότι το μέρισμα προς τους πιστωτές θα είναι πολύ ψηλότερο.
Με όλο το σέβας, τα σχόλια αυτά με βρίσκουν κάθετα αντίθετη. Θεωρώ ότι, οι μόνοι κερδισμένοι από την προαναφερθείσα διαδικασία, θα είναι οι δικηγόροι που θα αναλαμβάνουν την καταχώρηση σχετικής αίτησης για έκδοση διατάγματος examinership, οι λογιστές, για την προετοιμασία της Ανεξάρτητης Έκθεσης και οι Σύμβουλοι Αφερεγγυότητας, που θα διορίζονται να επιβλέπουν την διαδικασία, σίγουρα δεν θα είναι οι πιστωτές και/ή οι μέτοχοι της εταιρείας.
Συμπεριλαμβανομένων στα αρνητικά της διαδικασίας αυτής, δεν είναι μόνο το κόστος που θα κληθεί να επωμιστεί μια ήδη προβληματική εταιρεία αλλά, κατά την επαγγελματική μου άποψη και το ότι η αίτηση για examinership θα χρησιμοποιείται ως εργαλείο κατάχρησης του συστήματος (abuse of process) από την στιγμή που δεν θα υπάρχουν επιπτώσεις έναντι αυτών που καταχράζονται το σύστημα.
Δυστυχώς, οι δικλίδες ασφάλειας που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από τις ρυθμιστικές αρχές (η Αρχή που θα αδειοδοτεί τους Συμβούλους Αφερεγγυότητας και θα έχει τον αποκλειστικό έλεγχο παρακολούθησης της εφαρμογής επαγγελματικής συμπεριφοράς και δεοντολογίας), για την προστασία των συμφερόντων των πιστωτών, σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν αγνοηθεί. Δεν υπάρχουν κανόνες Βέλτιστης Πρακτικής (Best Practice Directives), που να παρέχουν καθοδήγηση σχετικά με τα πρότυπα τα οποία πρέπει να ακολουθούν οι Σύμβουλοι Αφερεγγυότητας, προκειμένου: Να αποφευχθεί πειθαρχική δίωξη που μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια της επαγγελματικής τους άδειας σε περιπτωση που επηρεαστούν από την επιθυμία να επωμιστούν οφέλη σε προσωπικό επίπεδο, αντί να μείνουν πιστοί στις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις, αναγκάζοντας τους έτσι να σκεφτούν διπλά, όταν υποκινούν και/ή συμβουλεύουν διευθυντές εταιρειών να υποβάλλουν αιτήσεις που, εν γνώσει τους, είτε διαστρεβλώνουν την οικονομική κατάσταση της εταιρείας ή δεν έχουν πιθανότητες επιτυχούς αποτελέσματος.
Υπάρχει πρόδηλος κίνδυνος οι εξεταστές να ισχυριστούν ότι οι τετράμηνη περίοδος που θα τους παρέχεται, με βάση την νέα νομοθεσία, για να ετοιμάσουν Πρόταση Συμβιβασμού προς τους πιστωτές και μετόχους, δεν θα είναι επαρκή και θα καταχωρούν καταχρηστικά αιτήσεις στο δικαστήριο, για παράταση (στην Ιρλανδία, η περίοδος αύτη, έχει μειωθεί σε 70 μέρες με ικανότητα παράτασης μέχρι 100 μέρες).
Φυσικό επακόλουθο, όταν η διαδικασία του examinership αποτύχει, τα περιουσιακά στοιχεία των εταιρειών, θα εξαντλούνται ακόμη περισσότερο από τις αυξημένες επαγγελματικές αμοιβές, που αναμφίβολα θα απορροφούν την οποιαδήποτε ρευστότητα και/ή ταμειακή εισροή, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αποπληρωμής προνομιούχων και εξασφαλισμένων πιστωτών.
Μια εναλλακτική επιλογή, που θα μπορούσε να προταθεί από την Ομάδα Εμπειρογνωμόνων, είναι μια απλή Αίτηση στο Δικαστήριο, για λήψη ασφαλιστικών μέτρων (interim order), παρέχοντας έτσι προστασία από εχθρικούς πιστωτές και παράλληλα να τεθεί σε εφαρμογή ένα Σχέδιο Διακανονισμού (το οποίο ήδη προβλέπεται στην ισχύουσα νομοθεσία, άρθρο 198 του Κεφ. 113).
Στην Ιρλανδία μόνο το 2% των αφερέγγυων εταιρειών τίθενται υπό καθεστώς examinership (16 υποθέσεις για τα έτη 2010 και 2011 και 27 για το 2012) και ο λόγος είναι απλός, η διαδικασία αυτή επιβάλλει αυστηρότατους κανόνες επαγγελματικής υποχρέωσης εκ μέρους των Συμβούλων Αφερεγγυότητας εις το να εξετάζουν προσεκτικά τις πιθανότητες επιτυχίας, σε διαφορετική περίπτωση θα υποστούν τις συνέπειες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, κατά την δική μου κρίση, ότι όταν ο κάτοχος ομολόγου κυμαινόμενης επιβάρυνσης, αποφασίσει να επικαλεσθεί τους όρους αυτού και το δικαίωμα που του παρέχεται, να διορίσει Παραλήπτη Διαχειριστή (“ΠΔ”), μέσα στην περίοδο που επιτρέπει η νέα διαδικασία (εντός 30 ημερών), οι διευθυντές, προτρεπόμενοι από τους συμβούλους τους, θα προστρέχουν στο δικαστήριο με σκοπό την εξασφάλιση Διατάγματος examinership, το οποίο θα αποκλείει τον ΠΔ από το να παίρνει τον έλεγχο της περιουσίας μιας εταιρείας.
Σε τελική ανάλυση, οι διευθυντές μιας αφερέγγυας εταιρείας, θα χρησιμοποιούν καταχρηστικά την διαδικασία του examinership και θα βάζουν αχρείαστα τις αφερέγγυες εταιρείες “στον αναπνευστήρα”, παρ’ όλο που τα ποσοστά επιβίωσης θα είναι ανύπαρκτα. Χωρίς δικλίδες ασφάλειας για σκοπούς αποφυγής κατάχρησης διαδικασίας, ο κίνδυνος πρόκλησης περισσότερης ζημιάς στους πιστωτές, είναι πασιφανής και αναπόφευκτος.