Καινοτομική επιχειρηματικότητα στην εκπαίδευση
10:26 - 01 Φεβρουαρίου 2013
Η εθνική και οικονομική μας επιβίωση εξαρτάται από την καινοτομία και επιχειρηματικότητα στην εκπαίδευση. Το αν η Κύπρος θα επιβιώσει εθνικά και οικονομικά θα εξαρτηθεί από το αν οι εκπαιδευτικοί καταφέρoυν να εμφυσήσουν στα παιδιά μας το πνεύμα της δημιουργικής σκέψης, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας. Ίσως σε πολλούς αυτό να φαίνεται υπερβολή. Πριν μερικά χρόνια ίσως να φαινόταν και παράλογο αν μη και επικίνδυνο. Κάποτε φτάσαμε στο σημείο να χλευάζουμε την καινοτομία και να δαιμονοποιούμε την επιχειρηματικότητα.
Ας αναλογιστούμε μόνο ότι σήμερα η κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού, η γενέτειρα της τέχνης και της επιστήμης παραπαίει στο χείλος της αβύσσου έχοντας «χρεοκοπήσει» και χάσει ακόμα και την εθνική της ανεξαρτησία που κέρδισε με τόσους αγώνες και θυσίες. Δεν υπάρχει ίχνος αμφιβολίας ότι η ριζική αιτία της κατάρρευσης της Ελληνικής οικονομίας είναι η κατακόρυφη πτώση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της με την είσοδο της χώρας στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα με ένα αναχρονιστικό συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν είχε καλλιεργήσει την δημιουργική σκέψη, την καινοτομία και το επιχειρείν στις γενιές που κλήθηκαν να ανταγωνιστούν ίσος προς ίσον στην αρένα της Ενωμένης Ευρωπαϊκής αγοράς.
Και εμείς εδώ στην Κύπρο τι κάναμε; Σαν το καλό αρνάκι ακολουθήσαμε την μητέρα πατρίδα στον κρημνό. Πρώτα αντιγράψαμε το εκπαιδευτικό της σύστημα. Μετά την ακολουθήσαμε στην Ευρωζώνη το ίδιο απροετοίμαστοι.
Τώρα απογυμνωμένοι και με άδεια ταμεία αντιμετωπίζουμε το τσουνάμι του διεθνούς ανταγωνισμού και εκλιπαρούμε οικονομική βοήθεια να πληρώσουμε ακόμα και μισθούς. Μέχρι χθες υπερηφανευόμασταν πως είχαμε εύρωστη οικονομία και ας ήταν κτισμένη στον άμμο: το τουρισμό που κατακρεούργησε το φυσικό περιβάλλον και την κουλτούρα μας, την πώληση ακινήτων σε Βρετανούς συνταξιούχους και Ρώσους ολιγάρχες , τις τράπεζες που επένδυαν τις καταθέσεις μας σε Ελληνικά ομόλογα κι’ ας ήταν ήδη στο δρόμο για τα σκουπίδια. Τώρα διερωτόμαστε, γιατί δεν πείθουμε ούτε τις διεθνείς αγορές ούτε τους εταίρους μας στην Ευρωζώνη.
Όπως και στη περίπτωση της Ελλάδας η διεθνής ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας είναι χαμηλή, (δηλαδή το κόστος της παραγωγής μας είναι ψηλό σε σχέση με την ποιότητα της )και όσο πάει χειροτερεύει. Σύμφωνα με το World Economic Forum η διεθνής μας ανταγωνιστικότητα έπεσε από την 35 θέση το 2009 στην 40 θέση το 2010/11. Οι λόγοι είναι παρόμοιοι με εκείνους που κατατρέχουν την Ελλάδα: έλλειψη καινοτομίας και επιχειρηματικότητας που οδηγούν σε χαμηλή παραγωγικότητα και ψηλό κόστος και γενικά απουσία ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών προς εξαγωγή. Αυτό οδηγεί στη κρίση εσόδων που μαζί με το σπάταλο κράτος καταδικάζει την χώρα στον υπερδανεισμό και το συνεχώς διογκούμενο χρέος και την χρεοκοπία.
Η Κύπρος συνεχίζει να είναι από τους ουραγούς της Ευρώπης στις εφευρέσεις και τις πατέντες ενώ είμαστε πρωτοπόροι στα λεφτά που ξοδεύουμε για την εκπαίδευση . Το 2007 ξοδεύσαμε €8000 ανά μαθητή/φοιτητή τον χρόνο, 23% περισσότερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και όμως είχαμε μια μονάχα αίτηση για πατέντα ευρεσιτεχνίας ανά 100,000 του πληθυσμού σε σύγκριση με το μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 12 αιτήσεις ανά 100,000 του πληθυσμού.
Σε σύγκριση με μια άλλη μικρή Ευρωπαϊκή χώρα, τη Φινλανδία, ξοδεύουμε 15% περισσότερα ανά μαθητή/ φοιτητή και όμως η Φινλανδία το 2007 έκανε 25 φορές περισσότερες αιτήσεις από την Κύπρο για πατέντες νέων εφευρέσεων ανά 100,000 πληθυσμού. Κι εδώ μιλάμε μόνο για αιτήσεις όχι για απονομές πατέντας ευρεσιτεχνίας. Όσον αφορά απονομές ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 160 φορές μεγαλύτερος και στην Φινλανδία 500 φορές μεγαλύτερος από την Κύπρο ανά 100,000 πληθυσμού (στοιχεία από το Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας των ΗΠΑ).
Αρκετές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες όπως, η Γερμανία, η Ολλανδία, η Δανία και οι άλλες Σκανδιναβικές χώρες , έχουν συνειδητοποιήσει την νέα πραγματικότητα εδώ και δεκαετίες και έχουν επενδύσει στην έρευνα, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα για να αυξήσουν την παραγωγικότητα και την διεθνή τους ανταγωνιστικότητα επινοώντας συνεχώς νέα προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και χαμηλού κόστους.
Εκτός Ευρώπης, και στην άμεση περιοχή μας το Ισραήλ έκαμε ακριβώς το ίδιο σε ακόμα εντονότερο βαθμό, αφού στην περίπτωση του διακυβεύεται όχι μόνο η οικονομική του ευμάρεια αλλά και η εθνική του επιβίωση. Με την τεχνολογική του επιτήδευση και το επιχειρηματικό του δαιμόνιο το Ισραήλ κατάφερε όχι μόνο να επιβιώσει σε μια περιοχή, όπου εχθροί τριακονταπλάσιοι τον αριθμό επιβουλεύονται την ύπαρξη του, αλλά και να το ζηλεύουν ακόμα και οι αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής. Το Ισραήλ έχει τις περισσότερες εταιρείες εγγεγραμμένες στο χρηματιστήριο NASDAQ, το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο. Κατά κεφαλή το Ισραήλ έχει τις περισσότερες νεοσύστατες εταιρείες στον κόσμο και ελκύει 30 φορές τα επιχειρηματικά κεφάλαια που ελκύει η Ευρώπη, και επάξια έχει κερδίσει τον τίτλο του start-up nation.
Πολλοί αποδίδουν αυτή την εθνική προσήλωση και εντατική προσπάθεια στο κίνδυνο αφανισμού του Ισραηλινού κράτους. Όμως και η Κύπρος αντιμετωπίζει παρόμοιους κινδύνους εθνικού εξαφανισμού, αλλά δεν βλέπουμε παρόμοια δυναμική προσήλωση και προσπάθεια οχύρωσης του κράτους μας με συνεχή αύξηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας δια της έρευνας, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας.
Η δική μας προσήλωση συνεχίζει να είναι στο βόλεμα, στη διατήρηση των κεκτημένων, στο γρήγορο κέρδος και τον εύκολο πλούτο. Μας ενθουσιάζει η ανακάλυψη φυσικού αερίου, η προσωρινή αύξηση των τουριστικών αφίξεων λόγω αναταραχών στις γειτονικές μας χώρες, η ανακοίνωση και μόνον μιας επιπόλαιας επενδυτικής σκέψης κάποιου ξένου μεγιστάνα που ζητά φορολογικό καταφύγιο, ακόμα κι’ ένα εύκολο δάνειο από φίλη χώρα ανεξάρτητα από το χρέος και την χρήση. Μας ενδιαφέρει περισσότερο πώς να μεγιστοποιήσουμε το δικό μας μερίδιο παρά το να δημιουργήσουμε στέρεες βάσεις αξίας και πλούτου για μας και τις επόμενες γενιές. Αυτά έχουν γίνει μέρος της νοοτροπίας μας και της κουλτούρας μας, πράγμα που δεν είναι καθόλου ευοίωνο για την εθνική και οικονομική μας επιβίωση, όταν ζούμε σε μια επικίνδυνη γειτονιά και αναμετρούμαστε καθημερινά σε μια άκρως ανταγωνιστική διεθνή οικονομία.
Αν έχουμε την θέληση έστω και την υστάτη να αποφύγουμε τα χειρότερα θα πρέπει να υπερβούμε εαυτούς και να λάβουμε τα αναγκαία μέτρα για ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας μας. Δεν είναι απλώς θέμα λεφτών, όπως διατείνονται ότι η περικοπές θα καταστρέψουν την παιδεία. Όταν το πρόβλημα είναι στη νοοτροπία και την κουλτούρα οι δαπάνες είναι αναποτελεσματικές, ίσως και αντιπαραγωγικές, εκτός και εάν στοχεύουν και στην αλλαγή της νοοτροπίας και της κουλτούρας.
Επομένως, η εκπαίδευση λαμβάνει στρατηγική σημασία: πέραν της συνήθους διαπαιδαγώγησης και καλλιέργειας της γνώσης και του χαρακτήρα πρέπει να αναλάβει και την αναμόρφωση, ή μάλλον την ριζική αλλαγή της νοοτροπίας και της κουλτούρας από τον κομφορμισμό και το κατεστημένο στην καινοτομία και το επιχειρείν, από το βόλεμα και τον καιροσκοπισμό στην δημιουργία πραγματικής αξίας.
Εισηγούμαι ως κατεπείγον και υψίστης εθνικής σημασίας μέτρο την άμεση εισαγωγή της δημιουργικότητας, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, καθώς και της ηθικής σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης, σαν βασικό μέρος του αναλυτικού προγράμματος αλλά και διαθεματικά. Όταν η επιβίωση ενός λαού εξαρτάται από την ανταγωνιστικότητα , κι’ αυτή με την σειρά της από την καινοτομία και την καλώς νοούμενη επιχειρηματικότητα, τότε η παιδεία και οι εκπαιδευτικοί γίνονται οι τορνευτές και οι στρατηγοί της αμυντικής μας θωράκισης. Το μεγάλο στοίχημα είναι αν οι εκπαιδευτικοί μας έχουν την διάθεση και τις απαιτούμενες δεξιότητες να αναλάβουν αυτή την εθνική αποστολή. Μάλλον θα χρειασθεί να γίνει πρώτα σημαντική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε θέματα καινοτομίας και επιχειρηματικότητας, αλλά και αλλαγή νοοτροπίας και στάσης εντός του εκπαιδευτικού επαγγέλματος για να γίνει λειτούργημα όχι κατ’ όνομα αλλά και πράξη.
Στο παρελθόν η καλλιέργεια της δημιουργικότητας, της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας ήταν μια επιλογή. Σήμερα είναι αδήριτος ανάγκη για την οικονομική και εθνική μας επιβίωση. Ως εκπαιδευτικοί έχουμε πρωτεύοντα ρόλο εφόσον η αλλαγή κουλτούρας και νοοτροπίας είναι πρωτίστως θέμα διαπαιδαγώγησης. Έχουμε ηθική υποχρέωση να απαντήσουμε θετικά και με ενθουσιασμό στην μεγάλη αυτή πρόκληση.