Αναστασιάδης: Η τρόικα δεν άγγιξε τη ναυτιλία
13:07 - 07 Οκτωβρίου 2013
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης χαιρέτισε τις εργασίες του Διεθνούς Ναυτιλιακού Συνεδρίου «Ναυτιλιακή Κύπρος 2013», που πραγματοποιούνται στη Λεμεσό.
Στο χαιρετισμό του στο Συνέδριο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε ότι «το γεγονός ότι το Συνέδριο αυτό λαμβάνει χώρα για 13η φορά δεικνύει ότι έχει εδραιωθεί ως ένα διεθνούς φήμης συνέδριο. Αποτελεί, επίσης, απόδειξη της διεθνούς φήμης και θέσης που κατέχει η Κύπρος ως ένα διεθνές ναυτιλιακό κέντρο.
Η ναυτιλιακή βιομηχανία είναι από τις πλέον επιτυχείς υπηρεσίες της χώρας μας, είπε ο Πρόεδρος, σημειώνοντας ότι «η Κύπρος προσφέρει πολλά οικονομικά πλεονεκτήματα στη βιομηχανία αυτή, όπως είναι τα ανταγωνιστικά κόστα στην εγγραφή πλοίων, ένα ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς στις ναυτιλιακές εταιρείες, χαμηλά λειτουργικά κόστα, η στρατηγική θέση της νήσου, ένα πλήρως εναρμονισμένο με την ΕΕ φορολογικό και νομικό καθεστώς, ένα υψηλού επιπέδου εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό, η ναυτιλιακή υποδομή και η συνεχής συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα».
Πρόσθεσε ότι η Κύπρος είναι η εντέκατη χώρα σε μέγεθος εμπορικού στόλου παγκοσμίως και η τρίτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ σημείωσε ότι είναι το μεγαλύτερο ναυτιλιακό κέντρο διοίκησης στην ΕΕ και ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο.
Επεσήμανε ότι περίπου 150 διεθνείς ναυτιλιακές εταιρείες λειτουργούν από την Κύπρο οι οποίες ελέγχουν 2.200 πλοία, ενώ απασχολούνται 4.500 υπάλληλοι στις εταιρείες αυτές, καθώς και 55.000 άτομα ως ναυτικό προσωπικό.
«Η ναυτιλία αποτελεί ένα από τους κύριους οικονομικούς πυλώνες της Κύπρου με ετήσιο εισόδημα πέραν του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ και συμβάλλει περίπου στο 7% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος», είπε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης. Τόνισε ότι «κατά τις διαπραγματεύσεις με την Τρόικα, η ναυτιλία διατήρησε το πολύ ανταγωνιστικό της φορολογικό σύστημα και ως αποτέλεσμα συνέχισε να προσελκύει ναυτιλιακές εταιρείες στην Κύπρο».
Όπως είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, «η Κυβέρνηση μου έχει ως μια από τις πρώτες προτεραιότητές της την πολιτική στήριξη προς τη ναυτιλιακή βιομηχανία», προσθέτοντας ότι «η Κυβέρνηση έχει αποφασίσει να προχωρήσει στη δημιουργία Υφυπουργείων παρά τω Προέδρω, με τον τομέα της ναυτιλίας να καταλαμβάνει ένα από τα πλέον σημαντικά Υφυπουργεία που θα δημιουργηθούν».
Σημείωσε ότι σχετικό Νομοσχέδιο, ήδη, συζητείται στη Βουλή των Αντιπροσώπων και αναμένεται να εγκριθεί τις επόμενες δύο βδομάδες. Αυτό το σημαντικό Νομοσχέδιο, είπε, θα δώσει ουσιαστική ώθηση στην κυπριακή ναυτιλία τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά.
Πρόσθεσε ότι μέσω αυξημένων κονδυλίων που δόθηκαν πρόσφατα από την Κυβέρνηση στον Κυπριακό Οργανισμό Προσέλκυσης Επενδύσεων «φιλοδοξούμε να προωθήσουμε την κυπριακή ναυτιλία στο εξωτερικό πιο εντατικά».
Αναφερόμενος στο θέμα του φυσικού αερίου, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε ότι «η απόφαση και η σταθερή δέσμευση της Κυβέρνησης για δημιουργία τερματικού σταθμού υγροποίησης φυσικού αερίου στην Κύπρο, κάτι που θα εδραιώσει την Κύπρο ως ένα περιφερειακό ενεργειακό κέντρο, δημιουργεί μια σημαντική επιπρόσθετη προοπτική για την περαιτέρω ανάπτυξη της διεθνούς και της κυπριακής ναυτιλίας».
Σε ό,τι αφορά το μακροχρόνιο πρόβλημα της τουρκικής απαγόρευσης σε κυπριακά πλοία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απηύθυνε έκκληση στους ξένους αξιωματούχους που συμμετέχουν στο Συνέδριο, να ασκήσουν την επιρροή τους στην Τουρκία, ώστε να αρθεί άμεσα αυτή η παράνομη απαγόρευση «η οποία επηρεάζει την περιφερειακή και διεθνή ναυτιλία και την έννοια του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Η άρση αυτής της απαγόρευσης», είπε ο Πρόεδρος, «αποτελεί μέρος της πρότασης μας για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την επιστροφή της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της.
Μέχρι στιγμής δεν έχουμε λάβει θετική απάντηση. Ελπίζω ότι η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι θα αντιληφθούν – πέραν από το προφανές πλεονέκτημα της δημιουργίας μιας δυναμικής στη διαδικασία διαπραγμάτευσης και στην αναπτέρωση της ελπίδας του κυπριακού λαού σε σχέση με την προοπτική επίτευξης λύσης – τα οικονομικά και εμπορικά οφέλη από την αποδοχή και την πλήρη εφαρμογή των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης», κατέληξε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.