Κατά διαστήματα -και ειδικά τις μέρες που συνεδριάζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα- ακούμε για τη νομισματική πολιτική που χαράζει, χωρίς ωστόσο, πολλοί να είναι σε θέση να καταλάβουν ακριβώς τι είναι και κυρίως τη σημασία της.
Ενόψει της νέας συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ στις 17 και 18 Δεκεμβρίου, το InBusinessNews θα επιχειρήσει να εξηγήσει με απλά λόγια τι είναι η νομισματική πολιτική, πώς αυτή καθορίζεται, καθώς και τον πρωταρχικό στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά τη διαμόρφωσή της.
Ουσιαστικά η νομισματική πολιτική αφορά τις αποφάσεις που λαμβάνει το Δ.Σ. της ΕΚΤ προκειμένου να επηρεάσουν το κόστος και τη διαθεσιμότητα του χρήματος, με στόχο τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στην ζώνη του ευρώ, γνωστότερη ως Ευρωζώνη.
Το πρωτεύον εργαλείο που αξιοποιεί η ΕΚΤ, είναι τα βασικά επιτόκιά της, τα οποία διαχωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:
- Επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, το οποίο σήμερα είναι στο 2%,
- Επιτόκιο πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, το οποίο σήμερα ανέρχεται στο 2,15%, και
- Επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης, το οποίο σήμερα ανέρχεται στο 2,4%.
Τονίζεται πως στο πλαίσιο της ενιαίας νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη, τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ εφαρμόζονται ομοιογενώς από όλες τις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες στις συναλλαγές τους (π.χ. χρηματοδοτήσεις, αποδοχή καταθέσεων) με τις αντισυμβαλλόμενες εμπορικές τράπεζες, στη βάση των οποίων προσαρμόζονται και τα τραπεζικά επιτόκια.
Γιατί είναι σημαντική η σταθερότητα των τιμών
Πρωταρχικός στόχος, πάντως, της ΕΚΤ κατά τη διαμόρφωση της νομισματικής πολιτικής, είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ.
Κι αυτό καθότι, σε ένα οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από χαμηλές και σταθερές τιμές, οι οποίες είναι και προβλέψιμες, αυτό βοηθά τα νοικοκυριά, αλλά και τις επιχειρήσεις να προγραμματίσουν καλύτερα τις αποταμιεύσεις, τις δαπάνες και τις επενδύσεις τους, ενώ παράλληλα προωθείται η οικονομική ανάπτυξη και η απασχόληση.
Τονίζεται πως η σταθερότητα των τιμών διατηρείται καλύτερα με την επιδίωξη ρυθμού πληθωρισμού 2% μεσοπρόθεσμα, όπως είναι άλλωστε και η δέσμευση του Δ.Σ. της ΕΚΤ, η οποία μάλιστα είναι συμμετρική, αφού για την Τράπεζα οποιεσδήποτε θετικές και αρνητικές αποκλίσεις από τον εν λόγω στόχο είναι εξίσου ανεπιθύμητες.
Γιατί, όμως, 2% πληθωρισμός;
Ως προς τους λόγους που ο στόχος καθορίστηκε στο 2%, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ένας πληθωριστικός ρυθμός 2% θεωρείται αρκετά χαμηλός ώστε η οικονομία να αποκομίζει πλήρως τα οφέλη της σταθερότητας των τιμών.
Επίσης, το 2% προστατεύει και από τον αποπληθωρισμό -όπως συμβαίνει τους τελευταίους μήνες στην Κύπρο-, παρέχοντας ένα περιθώριο ασφάλειας ώστε να είναι αποτελεσματική η νομισματική πολιτική όταν χρειάζεται να ανταποκριθεί σε έναν πολύ χαμηλό πληθωρισμό, αφού υπάρχουν όρια στο πόσο μπορούν να μειωθούν τα βασικά επιτόκια και να εξακολουθούν να επηρεάζουν τον πληθωρισμό.
Γιατί ο στόχος τέθηκε μεσοπρόθεσμα;
Για όσους, δε, διερωτώνται γιατί ο στόχος του 2% τίθεται μεσοπρόθεσμα, θα πρέπει να τονιστούν τα εξής:
Το Δ.Σ. της ΕΚΤ αποδέχεται πως ο πληθωρισμός μπορεί προσωρινά να αποκλίνει από τον στόχο, καθώς η επίδραση της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία και τις τιμές εμφανίζεται με καθυστέρηση, η οποία συνήθως κυμαίνεται από 12 έως 18 μήνες, και έχει αβεβαιότητα.
Προσφέρει ευελιξία στη λήψη αποφάσεων, ώστε η αντίδραση της νομισματικής πολιτικής να προσαρμόζεται ανάλογα με τις συνθήκες, λαμβάνοντας υπόψη την αιτία της απόκλισης του πληθωρισμού, το μέγεθός της και τη διάρκειά της.
Επιτρέπει στην ΕΚΤ να μην αντιδρά υπερβολικά σε προσωρινούς κραδασμούς, να λαμβάνει υπόψη την απασχόληση και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, και να προσαρμόζει σταδιακά την νομισματική πολιτική.
Πώς καθορίζεται η νομισματική πολιτική
Σε σχέση με το πώς καθορίζεται η νομισματική πολιτική, αξίζει να αναφερθεί πως το Δ.Σ. της ΕΚΤ, στο οποίο συμμετέχει και ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Χριστόδουλος Πατσαλίδης, συνέρχεται κάθε έξι εβδομάδες και λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά τα βασικά επιτόκια, αξιολογώντας τις προοπτικές του πληθωρισμού και τους κινδύνους που τις περιβάλλουν, υπό το πρίσμα των εισερχόμενων μακροοικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, περιλαμβανομένων και των προβλέψεων κάθε τρίμηνο, καθώς και για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού (underlying dynamics) και την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.
Επίσης, κατά τη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ, γίνεται αξιολόγηση των κινδύνων και της αβεβαιότητας μέσω σεναρίων και αναλύσεων ευαισθησίας (scenario and sensitivity analysis).
Επισημαίνεται πως η προσέγγιση που ακολουθεί το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εδώ και καιρό, βασίζεται στα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία και λαμβάνονται αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση χωρίς δέσμευση για συγκεκριμένη πορεία των επιτοκίων.
Σε ό,τι αφορά τα εισερχόμενα μακροοικονομικά και χρηματοπιστωτικά στοιχεία (hard data), που θέτει στο μικροσκόπιο της η ΕΚΤ, αυτά-μεταξύ άλλων-αφορούν:
- Δείκτες πληθωρισμού, μισθών και προσδοκιών για τον πληθωρισμό,
- Δείκτες μακροοικονομικών συνθηκών, όπως της οικονομικής ανάπτυξης, της ιδιωτικής κατανάλωσης, των επενδύσεων, κ.ά.,
- Συνθήκες στην αγορά εργασίας,
- Χρηματοπιστωτικές συνθήκες, όπως δάνεια, κόστος χρηματοδότησης, αποδόσεις κρατικών ομολόγων, συναλλαγματικές ισοτιμίες, κ.ά.,
- Εξωτερικές και γεωπολιτικές εξελίξεις, τιμές βασικών εμπορευμάτων και πρώτων υλών, όπως η ενέργεια, τα μέταλλα, τα αγροτικά προϊόντα, κ.ά., και
- Δημοσιονομικές εξελίξεις.
Πέραν των πιο πάνω, η ΕΚΤ συλλέγει στοιχεία για οικονομικά και χρηματοπιστωτικά δεδομένα και μέσω διαφόρων ερευνών (soft data), όπως:
- Euro Area Bank Lending Survey (BLS): Πληροφόρηση σε σχέση με πολιτικές δανεισμού των τραπεζών της ζώνης του ευρώ,
- Survey on the Access to Finance of Enterprises (SAFE): περιλαμβάνει πληροφόρηση σε σχέση με τις συνθήκες χρηματοδότησης που αντιμετωπίζουν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις,
- Consumer Expectations Survey (CES): πληροφόρηση σε σχέση με την οικονομική και χρηματοοικονομική συμπεριφορά των νοικοκυριών στη ζώνη του ευρώ,
- Survey of Professional Forecasters: πληροφορίες σχετικά με την αναμενόμενη πορεία του πληθωρισμού, του ΑΕΠ και της ανεργίας στη ζώνη του ευρώ σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα,
- Survey of Monetary Analysts (SMA): πληροφορίες σχετικά με τις προσδοκίες των συμμετεχόντων στις χρηματαγορές σχετικά με τη μελλοντική εξέλιξη βασικών παραμέτρων νομισματικής πολιτικής, μεταβλητών της χρηματοπιστωτικής αγοράς και της οικονομίας, και
- Corporate Telephone Survey (CTS): προσδοκίες μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών για τη δραστηριότητα και ζήτηση της επιχείρησής τους, την απασχόληση και την τιμολογιακή τους πολιτική.
Ακόμη, η ΕΚΤ αξιολογεί και αναλύει τις μακρο-οικονομικές προβλέψεις του ευρωσυστήματος, όπως το ΑΕΠ, ο πληθωρισμός (περιλαμβανομένου και του δομικού), η αγορά εργασίας (απασχόληση, ανεργία, μισθολογικές πιέσεις), ισοζύγιο πληρωμών (εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών), δημοσιονομικά (έσοδα, δαπάνες, χρέος), επιτόκια και δανεισμός, και τιμές ακινήτων.
Στη βάση των πιο πάνω, η νομισματική πολιτική είναι σε θέση να αντιμετωπίσει πληθωριστικές πιέσεις που καθορίζονται από την πλευρά της ζήτησης (demand side shocks), όπως η αύξηση των δαπανών.
Πληθωριστικές πιέσεις από πλευράς προσφοράς
Τι συμβαίνει, όμως, όταν οι πληθωριστικές πιέσεις προκύπτουν από την πλευρά της προσφοράς (supply side shocks); Η απάντηση είναι διπλή. Από την μία, εάν οι διαταραχές στον πληθωρισμό αναμένονται να είναι προσωρινές, ο μεσοπρόθεσμος προσανατολισμός της νομισματικής πολιτικής παρέχει ευελιξία, και οι διαταραχές δύναται να αγνοηθούν (“look throught”), αφού θα διορθωθούν από μόνες τους.
Από την άλλη, εάν οι διαταραχές είναι μεγάλες και επίμονες, τότε αξιολογείται κατά πόσο χρειάζεται οποιαδήποτε νομισματική παρέμβαση, έτσι ώστε οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα να παραμείνουν σταθερές («αγκυροβολημένες» - “anchored”).
Περισσότερες πληροφορίες για την νομισματική πολιτική της ΕΚΤ είναι διαθέσιμες ΕΔΩ.







