Τι σημαίνουν για την ελληνική οικονομία τα υπερπλεονάσματα του 2024
InBusinessNews 08:26 - 23 Απριλίου 2025

Την υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας δείχνουν τα στοιχεία για τα… δίδυμα πλεονάσματα που δημοσιεύτηκαν χθες από την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Πέραν του θηριώδους πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξης του 4,8% για την περυσινή χρονιά, η Ελλάδα πέτυχε και δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξης του 1,3% κάτι που είχε να συμβεί πάρα πολλά χρόνια.
Αξίζει δε να σημειωθεί πως η πρώτη πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα ήταν στο 2,5% ενώ η αναθεωρημένη στο 3,5%, κάτι που δείχνει ότι οι επίσημες ανακοινώσεις υπερέβησαν κάθε προσδοκία, ενώ τα παραπάνω έλαβαν χώρα λίγες ημέρες μετά τη νέα αναβάθμιση της Ελλάδας από την S&P αλλά και την εκφρασμένη πρόθεση του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης να αποπληρώσει νωρίτερα το δάνειο του μνημονίου.
Η κίνηση αυτή αλλά και όλες οι άλλες ανάλογες που γίνονται τα τελευταία χρόνια, συντείνουν στο να βελτιωθεί το προφίλ του δημοσίου χρέους ως ποσοστό τους ΑΕΠ αλλά και στο όσο το δυνατόν καλύτερο «πλασάρισμα» των ελληνικών ομολόγων στις αγορές.
Η προαναγγελία της πρόωρης αποπληρωμής των δανείων του πρώτου μνημονίου, σε συνδυασμό με την ταχύτερη του αναμενομένου αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ μέσω και των υπερπλεονασμάτων που ανακοινώθηκαν χθες έχουν ως στόχο και την αναβάθμιση της οικονομίας στην βαθμίδα Α που βρισκόταν πριν η Ελλάδα πριν μπει στο φαύλο κύκλο των μνημονίων.
Επιπλέον, το ακαθάριστο ενοποιημένο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης σε ονομαστικές τιμές στο τέλος του 2024 εκτιμάται στα 364,9 δις ευρώ (153,6% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος) έναντι 154% του ΑΕΠ που ήταν η πρόβλεψη του προϋπολογισμού του 2025 με το υπόλοιπο να φτάνει 364,9 δις ευρώ (153,6% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος) από 163,9% του ΑΕΠ το 2023.
Με βάση τα όσα ανακοινώθηκαν την Τρίτη, το πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώθηκε στα 11,4 δις ευρώ έναντι 4,5 δις ευρώ το 2023, υπερβαίνοντας κατά 2,3% του ΑΕΠ την αρχική πρόβλεψη για πλεόνασμα 2,5% δημιουργώντας χώρο για μέτρα ενίσχυσης.
Πού οφείλεται η υπεραπόδοση
Η υπεραπόδοση αποτυπώθηκε και στο αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2024, σύμφωνα με το ESA 2010, το οποίο ήταν πλεονασματικό στα 3,18 δις ευρώ πράγμα που σημαίνει ότι για πέρσι είχαμε μετά από πολλές δεκαετίες δημοσιονομικό πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ έναντι πλεονάσματος 0,2% του ΑΕΠ που αναμένονταν στην αρχή του χρόνου, (όπως είχε πει στις 15 Μαρτίου και ο πρώην υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, κατά τη διάρκεια παράδοσης-παραλαβής στο νέο υπουργό Κυριάκο Πιερρακάκη) και ελλείμματος 0,7% που είχε ως στόχο ο προϋπολογισμός του 2025.
Η καλύτερη αυτή εικόνα έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να προχωρήσει στις χθεσινές ανακοινώσεις των μέτρων στήριξης, καθότι η καλύτερη βάση εκκίνησης μετακίνησε επί της ουσίας τον «κόφτη δαπανών» (με βάση τους νέους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης) από το 3,7% στο 4,5%, όπως εξήγησε και ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Θάνος Πετραλιάς, σημειώνοντας ότι δεν υφίσταται επιπλέον δημοσιονομικός χώρος για το 2025.
Παράλληλα, θα πρέπει να αναφερθεί ότι στην καλύτερη του αναμενόμενου δημοσιονομική πορεία του 2024 συνέβαλε τόσο η είσπραξη επιπλέον 2 δις ευρώ από τη μείωση της φοροδιαφυγής (6μηνη εφαρμογή POS και My DATA) όσο και η υπέρβαση του στόχου για τα φορολογικά έσοδα (11,5 δις ευρώ τη διετία 2023-2024) κάτι που δεν έχει τη βάση του μόνο στην ανάπτυξη αλλά και στην εκτεταμένη ακρίβεια. Άλλωστε, η υπέρβαση στο φοροέσοδα κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025 ξεπερνά τα 1,8 δις ευρώ.
Το «αγκάθι»
Ωστόσο, παραμένουν και σημαντικά προβλήματα. Το μεγάλο «αγκάθι» που αναδεικνύουν τα στοιχεία του ΔΝΤ που δημοσιεύτηκαν χθες είναι ότι εν μέσω εμπορικού πολέμου η Ελλάδα θα συνεχίζει να αντιμετωπίζει υψηλό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που θα είναι πάνω από 6% του ΑΕΠ σε μέσα επίπεδα.
Ειδικότερα, το ΔΝΤ προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών από το 6,9% του ΑΕΠ που θα μειωθεί φέτος στο 6,5% του ΑΕΠ και θα υποχωρήσει στο 5,9% του ΑΕΠ το 2026.
Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, σύμφωνα με το Ταμείο, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνει θετικό στην περιοχή του 3,5% του ΑΕΠ.
Πηγή: OT.gr