Powered by

Κοινό σημείωμα Πισσαρίδη, Παναγιωτίδη και Συρίμη-Το νέο «Πόθεν Έσχες» θα αποδειχθεί αναποτελεσματικό

Την άποψη ότι το νέο σύστημα του «Πόθεν Έσχες» θα αποδειχθεί αναποτελεσματικό, όπως και τα προηγούμενα συστήματα που ίσχυσαν για μια εικοσαετία (2004 – 2024), εκφράζουν, σε κοινό τους σημείωμα, οι εγκεκριμένοι λογιστές ελεγκτές Χρήστος Παναγιωτίδης και Νίκος Συρίμης και ο νομπελίστας καθηγητής των Πανεπιστημίων Λονδίνου και Κύπρου, Σερ Χριστόφορος Πισσαρίδης.

Στο κοινό τους σημείωμα με θέμα «Αξιολόγηση του Νέου ‘Πόθεν Έσχες’, που νομοθετήθηκε στην Κύπρο το 2024», οι Παναγιωτίδης, Συρίμης και Πισσαρίδης αναφέρουν ότι η αποτελεσματική λειτουργία του «Πόθεν Έσχες» είναι ένα θέμα «υψίστης εθνικής σημασίας» και καλούν «όλους τους πολιτικούς και τους ανώτατους δημόσιους λειτουργούς να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να επιφέρουν τις αναγκαίες νομοθετικές τροποποιήσεις, ώστε να καταστεί επιτέλους το κυπριακό «Πόθεν Έσχες» λειτουργικό και αποτελεσματικό».

Αναφέρουν ότι το 2024, τόσο ο νόμος που ρύθμιζε το «Πόθεν Έσχες» του Προέδρου της Δημοκρατίας, των Υπουργών του και των Μελών του Κυπριακού Κοινοβουλίου, όσο και ο νόμος που ρύθμιζε το «Πόθεν Έσχες» των ανώτατων δημόσιων υπαλλήλων καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν από δύο νέα νομοθετήματα, στα οποία υιοθετήθηκαν πολλές από τις προτάσεις της μελέτης, που συνέταξαν και δημοσίευσαν τον Μάρτιο του 2021 και η οποία εντόπιζε τις αδυναμίες του τότε ισχύοντος συστήματος και προσδιόριζε τις αναγκαίες αλλαγές που θα το καθιστούν λειτουργικό και αποτελεσματικό, «αλλά διατηρήθηκαν ορισμένα σοβαρά κενά και αντιφάσεις, με συνέπεια να παραμείνει το σύστημα μη λειτουργικό και αναποτελεσματικό».

Αναφέρουν επίσης ότι το «Πόθεν Έσχες» είναι ένα λογιστικό εργαλείο για τον εντοπισμό των αδήλωτων εισοδημάτων των πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων και προσθέτουν ότι «η νομοθετική ρύθμιση του θέματος ήταν μια ‘κουτσοδουλειά’ που έγινε το 2004 και συνέχισε - με διάφορα ‘μπαλώματα’ – μέχρι το 2024». 

Επιπλέον, αναφέρουν ότι προς το τέλος του 2024, έγινε μια νέα νομοθετική προσπάθεια, ο δεδηλωμένος στόχος της οποίας ήταν να καταστήσει το εργαλείο λειτουργικό και αποτελεσματικό», προσθέτοντας, ωστόσο, ότι «και η προσπάθεια αυτή είναι καταδικασμένη σε αποτυχία» για πολλαπλούς λόγους.

Σύμφωνα με τους κ. Παναγιωτίδη, Συρίμη και Πισσαρίδη, «η ιλαροτραγική αυτή ιστορία θα σταματήσει μόνο όταν το σύνολο των δημοσιογράφων, αλλά και των εν γένει πνευματικών ανθρώπων της Κύπρου, κατανοήσει τον μηχανισμό του ‘Πόθεν Έσχες’ και αντιπαραταχθεί στη συνεχιζόμενη χειραγώγηση του θεσμού». 

Συγκεκριμένα, οι κ. Παναγιωτίδη, Συρίμη και Πισσαρίδη αναφέρουν σε σχέση με την απόκρυψη παράνομων εσόδων και περιουσιακών στοιχείων, ότι στη δική τους «Λευκή Βίβλο» είχαν προτείνει τη δήμευση της αποκρυφθείσας περιουσίας και την επιβολή επί των αποκρυφθέντων εσόδων των προβλεπόμενων φόρων και ανάλογων τιμωρητικών προσαυξήσεων και προστίμων.

«Κατά τη γνώμη μας, η φυλάκιση δεν συνθέτει επαρκώς αποτρεπτική ποινή για τους εμπλεκόμενους στο οικονομικό έγκλημα και επιβαρύνει την κοινωνία με το πρόσθετο κόστος της στέγασης, διατροφής και φύλαξης των φυλακισθέντων», προσθέτουν.

Επιπλέον, αναφέρουν ότι η επιζήτηση της πάταξης της διαφθοράς και της διαπλοκής από τους εμπλεκόμενους στις πράξεις αυτές είναι ουτοπικός στόχος και προσθέτουν ότι «ένα εξίσου σοβαρό πρόβλημα», που προκύπτει από τη μελέτη των δύο νέων νόμων που ψηφίστηκαν το 2024, είναι η «self-service» προσέγγιση του συστήματος εποπτείας και ελέγχου των υποβαλλομένων δηλώσεων, δεδομένου ότι το δύσκολο αυτό έργο, το οποίο απαιτεί τεχνικές γνώσεις και ανεξαρτησία του «κριτή» από τον «κρινόμενο», έχει νομοθετικά ανατεθεί σε μια τριμελή επιτροπή απαρτιζόμενη από την Πρόεδρο και δύο Μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων.

«Μάλιστα, ο νόμος αναγνωρίζει και το ενδεχόμενο η προβλεπόμενη «Ειδική Έρευνα» να αφορά την Πρόεδρο και τα Μέλη της «Ειδικής Επιτροπής» ή Υπουργούς ή τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας», αναφέρουν και προσθέτουν ότι σε περίπτωση κατά την οποία, από την έκθεση της Ειδικής Επιτροπής, διαπιστώνεται ότι υπόχρεο πρόσωπο έχει περιλάβει στην Κατάσταση Ενεργητικού και Παθητικού, στην Κατάσταση Εσόδων και Εξόδων ή στην Κατάσταση Συμφιλίωσης, «ένα ή περισσότερα περιουσιακά στοιχεία των οποίων η πηγή δεν δικαιολογείται» ή ότι η «διαφοροποίηση περιουσιακών στοιχείων δεν υποστηρίζεται από επαρκείς επεξηγήσεις», τότε (και μόνον τότε) τα ευρήματα διαβιβάζονται στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας από την ίδια την «Ειδική Επιτροπή».

Οι κ. Παναγιωτίδη, Συρίμη και Πισσαρίδη αναφέρουν ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Κύπρου έχει τη δυνατότητα να θέσει μια ποινική υπόθεση στο αρχείο, «για λόγους δημόσιου συμφέροντος», χωρίς να έχει την υποχρέωση να αιτιολογήσει την απόφασή του (nolle prosequi).

Αναφέρουν ότι αξιοσημείωτη είναι η νομοθετική διάταξη που προβλέπει ότι, «σε περίπτωση κατά την οποία τα πιο πάνω ευρήματα αφορούν τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τότε αυτά διαβιβάζονται στον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας» και προσθέτουν ότι «ουσιαστικά ο υφιστάμενος καλείται να κρίνει τον προϊστάμενό του».

Αναφορικά με τι σημαίνει η νομοθετική αναφορά στο ενδεχόμενο «να έχει διαπιστωθεί ότι η διαφοροποίηση των περιουσιακών στοιχείων δεν αιτιολογείται επαρκώς ή δεν αιτιολογείται καθόλου», οι κ. Παναγιωτίδη, Συρίμη και Πισσαρίδη αναφέρουν ότι δεν είναι δυνατό να διασυνδεθεί εννοιολογικά μια αύξηση ή μείωση ενός συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου με μια συγκεκριμένη πηγή εσόδων ή με ένα συγκεκριμένο έξοδο.

«Η ελλιπής αυτή κατανόηση ήταν βασικό πρόβλημα και της ανακληθείσας προγενέστερης νομοθεσίας που, δυστυχώς, δεν έχει εκλείψει», προσθέτουν.

Σε σχέση με την εμπλοκή του Εφόρου Φορολογίας στην πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής, οι κ. Παναγιωτίδη, Συρίμη και Πισσαρίδη αναφέρουν στο σημείωμα τους ότι τα δύο νεοεισαχθέντα νομοθετήματα επί του «Πόθεν Έσχες» προσδίδουν πρωταγωνιστικό ρόλο στον Έφορο Φορολογίας, στην προσπάθεια αποκάλυψης παράνομων πράξεων, όπως η δωροδοκία.

Αναφέρουν, ωστόσο, ότι το Τμήμα Φορολογίας δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στη βασική του αποστολή, που είναι η επιβολή και η είσπραξη των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία φόρων και, γενικότερα, η πάταξη της φοροδιαφυγής, λόγω της υπερφόρτωσής του με ένα μεγάλο και δύσκολο έργο.

«Η προσθήκη κυριολεκτικά χιλιάδων δηλώσεων ‘Πόθεν Έσχες’ στον φόρτο εργασίας του Τμήματος Φορολογίας θα έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια είτε την μη εξέταση των δηλώσεων ‘Πόθεν Έσχες’ ή την πλημμελή εξέταση των δηλώσεων φορολογίας», προσθέτουν.

Αναφέρουν επίσης ότι ακόμη ένα σοβαρό πρόβλημα στην εμπλοκή του Εφόρου Φορολογίας στις διεργασίες του «Πόθεν Έσχες» «είναι το πρόβλημα της έλλειψης της επιβεβλημένης ανεξαρτησίας από τους υποκείμενους στον έλεγχο».

Προσθέτουν ότι οι εργαζόμενοι στο Τμήμα Φορολογίας, συμπεριλαμβανομένου και του Εφόρου, είναι δημόσιοι υπάλληλοι η ανέλιξη των οποίων εξαρτάται από εκείνους που συνθέτουν το υποκείμενο της εξέτασης του «Πόθεν Έσχες».

«Μόνο μια απολύτως ανεξάρτητη Αρχή με εισαγγελικές αρμοδιότητες θα μπορούσε να επιτελέσει αποτελεσματικά το έργο της διαχείρισης και εποπτείας του «Πόθεν Έσχες» των πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων και των ανώτατων στελεχών της δημόσιας διοίκησης», προσθέτουν.

Αναφέροντας ότι άλλο «αξία» και άλλο «τιμή κτήσεως» ενός περιουσιακού στοιχείου, οι κ. Παναγιωτίδη, Συρίμη και Πισσαρίδη αναφέρουν ότι στο προοίμιο των νόμων αναφέρεται ρητά ότι η δηλούμενη περιουσία παρουσιάζεται σε «τιμές κόστους», αλλά στον νόμο που διέπει το « Πόθεν Έσχες» των ανώτατων στελεχών της δημόσιας διοίκησης κατάφερε να παρεισφρήσει (στο άρθρο 4 που αφορά το περιεχόμενο της δήλωσης) η λέξη «αξία» κατά το έτος απόκτησης του κάθε συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου.

Προσθέτουν ότι «το ολίσθημα αυτό αναπόφευκτα θα δημιουργήσει ερμηνευτικά προβλήματα».

Επιπλέον, οι Παναγιωτίδης, Συρίμης και Πισσαρίδης διερωτώνται «πέραν της ‘συγκάλυψης’, σε τι εξυπηρετεί η μη δημοσιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του/της συζύγου και των εξαρτωμένων.

Προσθέτει ότι «ένα μεγάλο βήμα προόδου σε σχέση με την προϊσχύουσα νομοθεσία, ήταν η επιβεβαίωση ότι ο περιορισμός του δικαιώματος προστασίας των προσωπικών δεδομένων είναι επιτρεπτός, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, στην περίπτωση κάθε προσώπου που ευρίσκεται σε δημόσια θέση ή διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα ή διαδραματίζει ρόλο στη δημόσια πολιτική και οικονομική ζωή, αφού προάγει τη διαφάνεια στον πολιτικό και δημόσιο βίο και εξυπηρετεί τον υπέρτερο στόχο της καταπολέμησης της διαφθοράς στη δημόσια ζωή».

«Όμως το επίτευγμα αυτό σε μεγάλο βαθμό ακυρώθηκε με τη θέση του νομοθέτη ότι η ανάγκη αυτή δεν επεκτείνεται εις τον/την σύζυγο και τους  ξαρτώμενους του πολιτικά εκτεθειμένου προσώπου», προσθέτει.

Αναφέρουν επίσης ότι ο διαχωρισμός της οικογενειακής περιουσίας σε περιουσία του κάθε μέλους της οικογένειας «θα αποδειχθεί αυθαίρετος και σε πολλές περιπτώσεις πρακτικά ανέφικτος».

Προσθέτουν ότι σαφώς ανέφικτος είναι ο επιμερισμός των οικογενειακών εξόδων και τούτο έχει αναγνωρισθεί από τον νομοθέτη, ο οποίος ρητά δηλώνει στο Παράρτημα (όπου προδιαγράφεται το περιεχόμενο της δήλωσης του «Πόθεν Έσχες»), ότι αναφορικά με τα έξοδα «δεν είναι απαραίτητος ο διαχωρισμός μεταξύ συζύγων», ακυρώνοντας έτσι την πρακτική αξία του εργαλείου, με το να καταστήσει ένα μέρος της εξίσωσης του «Πόθεν Έσχες» απροσπέλαστο από την κοινωνία των πολιτών.

Επιπλέον, αναφέρουν ότι ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα της νέας νομοθεσίας είναι το γεγονός ότι τόσο οι εταιρείες (ακόμη και οι ολοκληρωτικά ελεγχόμενες από την οικογένεια) και τα εμπιστεύματα (trusts) έχουν τεθεί εκτός της εμβέλειας του «Πόθεν Έσχες», αφού τα στοιχεία αυτά (για παράδειγμα, οι μετοχές μιας επενδυσιοδόχου εταιρείας) απεικονίζονται στην τιμή κτήσεώς τους και η προδιαγραφόμενη από τον νόμο διασύνδεσή τους περιορίζεται στα «διανεμόμενα μερίσματα».

Επίσης, οι Παναγιωτίδης, Συρίμης και Πισσαρίδης αναφέρουν ότι ένα σημαντικό θέμα που αγνοήθηκε παντελώς στις νέες νομοθεσίες είναι το θέμα των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων οι αξίες των οποίων είναι εκπεφρασμένες σε ξένα νομίσματα (δηλαδή σε νομίσματα άλλα από το ευρώ, στο οποίο πρέπει να συντάσσονται και να υποβάλλονται οι καταστάσεις του «Πόθεν Έσχες».

Αναφέρουν επίσης ότι το γεφύρωμα δύο συνεχόμενων καταστάσεων περιουσίας είναι πρακτικά ανέφικτη αν οι ημερομηνίες των περιουσιακών καταστάσεων είναι άλλες από την 31 Δεκεμβρίου.

«Η ετήσια ημερολογιακή βάση έχει το μεγάλο πλεονέκτημα ότι αυξάνει ουσιωδώς τις πιθανότητες του έγκαιρου εντοπισμού των παράνομων πράξεων των πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων και τη συνεπακόλουθη απομάκρυνσή τους από την πολιτική σκηνή, περιορίζοντας έτσι τη ζημιά που προκαλούν», καταλήγουν.

Δειτε Επισης

Τριάντα χιλιάδες δικαιούχοι αγρότες για εκταρικές επιδοτήσεις ύψους €60 εκατομμυρίων-Ο στόχος της ενίσχυσης
Εξαπέλυσε πυρά και μοίρασε ευθύνες στις κυβερνήσεις Αναστασιάδη-Χριστοδουλίδη για την ακρίβεια ο Στεφάνου
Περισσότερα από 60 έργα αξίας πέραν των 180 εκατ. για την επαρχία της Λάρνακας-Ανοίγει Σχολή του ΤΕΠΑΚ στην πόλη
«Υπάρχει ενδιαφέρον από εταιρείες στις ΗΠΑ για να επενδύσουν στην Κύπρο-Έχει οργανωθεί πολύ καλά αυτή η επίσκεψη»
«Αρχίζουμε να αποπληρώνουμε δάνειο που πήραμε γιατί κάποιοι ακολούθησαν ανεύθυνες πολιτικές...Με την οικονομία δεν παίζεις»
Πτώση την Παρασκευή στο Χρηματιστήριο και εβδομαδιαίες απώλειες
Περισσότερα τα αυγά εκκόλαψης πουλερικών για αυγοπαραγωγή τον Φεβρουάριο
Χαιρετίζει τις παρατηρήσεις και συστάσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το Υπουργείο Οικονομικών
Ο δρόμος που δείχνει στην Κύπρο το ΔΝΤ... Η καλή αποτίμηση πορείας και οι βασικές συστάσεις προς την Κυβέρνηση
Χωρίς προϋπολογισμό η Αρχή Ψηφιακής Ασφάλειας-Έμεινε απλήρωτο το προσωπικό, κατήλθε σε στάση εργασίας