Προϋπολογισμός 2025: Αυξημένες αναπτυξιακές δαπάνες κατά 2,1%, μείωση μόνιμων θέσεων στο δημόσιο
InBusinessNews 19:59 - 20 Σεπτεμβρίου 2024
Το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του σήμερα, 20.9.2024, ενέκρινε, το νομοσχέδιο του Προϋπολογισμού για το έτος 2025 και το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2025-2027.
Ο Προϋπολογισμός του 2025 και το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2025-2027 έχουν ως βασικές προτεραιότητες τη διατήρηση ενός πλεονασματικού δημοσιονομικού ισοζυγίου, τη συγκράτηση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα, τη μείωση του δημοσίου χρέους μεσοπρόθεσμα, την προώθηση της πράσινης μετάβασης και του ψηφιακού μετασχηματισμού, τη δημιουργία συνθηκών βιώσιμης ανάπτυξης σε βασικούς τομείς της οικονομίας και τη διατήρηση ενός εύρωστου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Παράλληλα, υψίστης σημασίας θεωρείται η υλοποίηση έργων υποδομής με σημαντική προστιθέμενη αξία, με ιδιαίτερη έμφαση στα συγχρηματοδοτούμενα έργα και τα έργα του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Στο πιο πάνω πλαίσιο σημειώνεται ότι οι αναπτυξιακές δαπάνες αναμένεται να αυξηθούν κατά 2,1% το 2025 σε σχέση το έτος 2024. Περαιτέρω, κατά το 2025 αναμένεται αύξηση της τάξης του 5,2% στις δαπάνες στις παροχές παιδείας, υγείας και κοινωνικές παροχές.
Όσον αφορά στην απασχόληση στον δημόσιο τομέα σημειώνεται ότι ενώ τα προηγούμενα χρόνια παρατηρήθηκε αύξηση των μόνιμων θέσεων στον Κρατικό Προϋπολογισμό, το 2025 επιτυγχάνεται μείωση τους κατά 4 θέσεις.
Στο πλαίσιο του Προϋπολογισμού για το 2025 συνεχίζεται η προσπάθεια συγκράτησης του κρατικού μισθολογίου, περιλαμβανομένης και της απασχόλησης με μείωση της συνολικής απασχόλησης στο Δημόσιο Τομέα κατά 1.569 άτομα κατά την περίοδο 2012 – 2024.
Σύμφωνα με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο, οι προοπτικές της κυπριακής οικονομίας μεσοπρόθεσμα παραμένουν θετικές αλλά με σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας. Μετά την επιτάχυνση το 2024, λόγω καλύτερης επίδοσης των εξαγωγών και της ιδιωτικής κατανάλωσης, προβλέπεται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα κυμανθεί γύρω στο 3,1% το 2025.
Σημειώνεται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας το 2024, μετά την επιβράδυνση που σημείωσε το 2023, αναμένεται να κυμανθεί γύρω στο 3,7%. Ως εκ τούτου, η αγορά εργασίας αναμένεται να επηρεαστεί θετικά, με μείωση του ποσοστού ανεργίας γύρω στο 4,8% του εργατικού δυναμικού το 2025 από 5,0% το 2024.
Το δημοσιονομικό ισοζύγιο το 2025, σύμφωνα με τις προκαταρκτικές μακροοικονομικές προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών, προβλέπεται πλεονασματικό και αναμένεται να ανέλθει στο 3,3%, ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο αναμένεται να φτάσει στο 4,8% του ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι, μεσοπρόθεσμα, η δημοσιονομική θέση προβλέπεται να παραμείνει πλεονασματική με το δημοσιονομικό ισοζύγιο να είναι κατά μέσο όρο γύρω στο 3,2% του ΑΕΠ την περίοδο 2025-2027.
Επισημαίνεται ότι η διατήρηση πλεονασμάτων στο δημοσιονομικό ισοζύγιο για το 2024, λόγω της βελτιωμένης οικονομικής δραστηριότητας στην οικονομία, σε συνδυασμό με την προβλεπόμενη απορρόφηση κονδυλιών μέσω του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αναμένεται να συμβάλουν θετικά στη διαμόρφωση του πλάνου χρηματοδότησης της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ να παραμένει σε πτωτική πορεία.
Στο πλαίσιο αυτό, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να περιοριστεί στο 64,2% το 2025, σε σύγκριση με 69,3% το 2024.
Αξιοσημείωτα είναι τα συμπεράσματα από τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις, που έλαβαν χώρα κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, οι οποίες ήταν ιδιαίτερα θετικές για την Κυπριακή Δημοκρατία καταδεικνύοντας τα βήματα σταθερότητας και προόδου της κυπριακής οικονομίας.
Η διασφάλιση της μακροοικονομικής σταθερότητας και η περαιτέρω βελτίωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος αποτελούν το κλειδί για περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όσον αφορά στους δημοσιονομικούς κινδύνους, επισημαίνεται ο κίνδυνος της αύξησης του πληθωρισμού που οδηγεί σε διάβρωση του πραγματικού εισοδήματος των πολιτών, με αρνητικές επιπτώσεις στην κατανάλωση και στα έσοδα του κράτους.
Περαιτέρω, υπάρχει ο κίνδυνος από τις επιπτώσεις που θα επιφέρει τυχόν αύξηση των μεταναστευτικών ροών, λαμβάνοντας υπόψη και τις εμπόλεμες ζώνες και τον κίνδυνο επέκτασής τους στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία.