Ευοίωνες οι προοπτικές για την Τράπεζα Κύπρου-Οι αναθεωρημένοι στόχοι για έσοδα, ΜΕΔ και ίδια κεφάλαια
Μάριος Αδάμου 06:30 - 20 Αυγούστου 2024
Ευοίωνες προδιαγράφονται οι προοπτικές για την Τράπεζα Κύπρου, η οποία μετά τα ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου, προχώρησε σε αναθεώρηση των οικονομικών στόχων της τόσο για το 2024 όσο και για το 2025.
Σύμφωνα με την Ενδιάμεση Οικονομική Έκθεση της Τράπεζας, ο στόχος για καθαρά έσοδα από τόκους για το 2024 αναβαθμίζεται από μεγαλύτερος από €670 εκατομμύρια σε περίπου €800 εκατ. Όσον αφορά το 2025, τα καθαρά έσοδα από τόκους αναμένεται να είναι χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2024, αλλά να παραμείνουν ταυτόχρονα ισχυρά, ξεπερνώντας τα €700 εκατ.
Διαβάστε επίσης:
- Τα τέσσερα οφέλη από την εισαγωγή της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου στο ΧΑ-Το κάλεσμα Αράπογλου
- Τράπεζα Κύπρου: Ο λόγος στους μετόχους για εισαγωγή στο Χρηματιστήριο Αθηνών-Στις 13/9 η έκτακτη γενική συνέλευση
Την ίδια ώρα, η πειθαρχημένη διαχείριση εξόδων παραμένει σημαντική προτεραιότητα του Συγκροτήματος, ενώ όσον αφορά την ποιότητα δανειακού χαρτοφυλακίου, η Τράπεζα Κύπρου στοχεύει σε ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια χαμηλότερο από 3% μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024 και χαμηλότερο από 2.5% μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
- Διαβάστε εδώ: Τρ. Κύπρου: Αυξημένη κερδοφορία με κέρδη €270 εκατ. στο εξάμηνο-Αναβαθμίζει οικονομικούς στόχους για 2024 και 2025
Στρατηγική και προοπτικές
Ειδικότερα και όπως αναφέρεται στην ενότητα «Στρατηγική και Προοπτικές», το όραμα του Συγκροτήματος είναι να δημιουργήσει συνεργασίες δια βίου με τους πελάτες του, καθοδηγώντας και στηρίζοντας τους σε μια εξελισσόμενη παγκόσμια οικονομία.
Οι βασικοί πυλώνες της στρατηγικής του Συγκροτήματος, προστίθεται, παραμένουν οι πιο κάτω:
- Ενίσχυση εσόδων με βέλτιστη διαχείριση κεφαλαίων, μέσω δημιουργίας εσόδων από αύξηση ποιοτικού νέου δανεισμού, διαφοροποίηση σε τραπεζικές και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες με χαμηλότερες απαιτήσεις κεφαλαίου (όπως ασφαλιστικού κλάδου και ψηφιακής οικονομίας), καθώς και συνετή διαχείριση της ρευστότητας του Συγκροτήματος,
- Επίτευξη ορθολογιστικού μοντέλου λειτουργίας, με συνεχή επικέντρωση στην αποδοτικότητα μέσω των αυτοματοποιήσεων που στηρίζονται στον ψηφιακό μετασχηματισμό,
- Διατήρηση της ισχυρής ποιότητας δανειακού χαρτοφυλακίου, μέσω διατήρησης ποιοτικού νέου δανεισμού μέσω αυστηρών πρακτικών, της μείωσης της χρέωσης πιστωτικών ζημιών δανείων (cost of risk) σε κανονικά επίπεδα και της μείωσης των άλλων απομειώσεων, και
- Ενίσχυση οργανωτικής ανθεκτικότητας και πολιτικής για Περιβαλλοντικά, Κοινωνικά και σχετικά με τη Διακυβέρνηση (ΠΚΔ) θέματα (Environmental, Social and Governance, ESG), με το να έχει ηγετική θέση στη μετάβαση της Κύπρου σε ένα βιώσιμο μέλλον και να εργάζεται στη δημιουργία ενός οργανισμού με όραμα για το μέλλον, συμπεριλαμβάνοντας τα θέματα ΠΚΔ σε όλους τους τομείς.
Με βάση την ενδιάμεση έκθεση, κατά το εξάμηνο που έληξε στις 30 Ιουνίου 2024, το Συγκρότημα συνέχισε να καταγράφει ισχυρά οικονομικά και λειτουργικά αποτελέσματα, αποδεικνύοντας τη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού του μοντέλου.
Ως εκ τούτου, επισημαίνεται, λαμβάνοντας υπόψη αυτή την ισχυρή επίδοση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, το Συγκρότημα αναβάθμισε τους οικονομικούς του στόχους για το 2024 και 2025.
- Διαβάστε εδώ: Φεύγει από το Χρηματιστήριο του Λονδίνου και μπαίνει στο Χρηματιστήριο Αθηνών η Τράπεζα Κύπρου-Σειρά από στρατηγικά οφέλη
Κύριοι παράγοντες των αναβαθμισμένων οικονομικών στόχων
Σε ό,τι αφορά τα καθαρά έσοδα από τόκους, αναφέρεται πως ο στόχος για το 2024 αναβαθμίζεται από μεγαλύτερος από €670 εκατ. σε περίπου €800 εκατ.
Η αναβάθμιση αυτή, υπογραμμίζει η Τράπεζα, οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι το περιβάλλον επιτοκίων αποδείχθηκε πιο ανθεκτικό από ό,τι αρχικά αναμενόταν, με τον ρυθμό της μείωσης των επιτοκίων να παρατείνεται.
«Σύμφωνα με τα εκτιμώμενα επιτόκια της αγοράς τον Ιούλιο 2024, το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ και το επιτόκιο Euribor 6-μηνών αναμένεται να διαμορφωθούν κατά μέσο όρο στο 3.8% και στο 3.6% αντίστοιχα για το 2024, έναντι του επιτοκίου διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ ύψους 3.4% και του Euribor 6-μηνών ύψους 3.2% που αναμενόταν τον Φεβρουάριο 2024», εξηγεί περαιτέρω.
Σημειώνεται πως, άλλοι παράγοντες που οδήγησαν στην αναβάθμιση του στόχου για καθαρά έσοδα από τόκους περιλαμβάνουν:
- Το κόστος των καταθέσεων αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 35 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο το 2024, υποστηριζόμενο από την υψηλή ρευστότητα που χαρακτηρίζει τον τραπεζικό τομέα της Κύπρου,
- Σταδιακή αλλαγή στο μείγμα καταθέσεων προς τις εμπρόθεσμες καταθέσεις και με προειδοποίηση, σε περίπου 43% μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024,
- Χαμηλή μονοψήφια ετήσια αύξηση των δανείων για το 2024-2025, υποστηριζόμενη από τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Η αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου περιορίζεται από τις αποπληρωμές.
- Οι ενέργειες αντιστάθμισης θα συνεχιστούν κατά το 2024, με σκοπό τη συμμόρφωση με τον στόχο που έθεσε το Συγκρότημα ύψους €4-€5 δισ. Μέχρι τις 30 Ιουνίου 2024, πραγματοποιήθηκαν ήδη ενέργειες αντιστάθμισης ύψους €3.4 δισ.
- Συνεχιζόμενη αύξηση στο χαρτοφυλάκιο ομολόγων, ανάλογα με τις συνθήκες αγοράς, με αποτέλεσμα να αντιπροσωπεύει περίπου το 17% του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων στις 31 Δεκεμβρίου 2024 (σε σύγκριση με τον προηγούμενο στόχο ύψους 16%), επωφελούμενο επίσης από την αντικατάσταση των ομολόγων που λήγουν σε υψηλότερα επιτόκια, και
- Υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης, αντικατοπτρίζοντας τη συνολική επίδραση που προκύπτει από την έκδοση ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας κατά το 2023, καθώς και την έκδοση πράσινου ομολόγου υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο 2024.
Για το 2025, πάντως, τα καθαρά έσοδα από τόκους αναμένεται να είναι χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2024, αλλά να παραμείνουν ισχυρά, ξεπερνώντας τα €700 εκατ., βασισμένα σε επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ και επιτόκιο Euribor 6-μηνών στο 3.0% κατά μέσο όρο, αντανακλώντας κυρίως τα προβλεπόμενα χαμηλότερα επιτόκια και υψηλότερο κόστος καταθέσεων, σε σύγκριση με το 2024.
- Διαβάστε εδώ: Τράπεζα Κύπρου: Ακόμα μεγαλύτερο μέρισμα το 2024
Αύξηση εσόδων από διάφορες πρωτοβουλίες
Επιπρόσθετα των πιο πάνω και σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση, το Συγκρότημα στοχεύει στη συνεχή αύξηση των εσόδων μέσω διάφορων πρωτοβουλιών για έσοδα με χαμηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις, με έμφαση στα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες, στις ασφαλιστικές και στις μη τραπεζικές υπηρεσίες, ενισχύοντας περαιτέρω το διαφοροποιημένο επιχειρηματικό μοντέλο του Συγκροτήματος.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «τα μη επιτοκιακά έσοδα συμβάλλουν σημαντικά στην κερδοφορία του Συγκροτήματος και στο παρελθόν κάλυπταν κατά μέσο όρο περίπου 80% των συνολικών λειτουργικών του εξόδων», ενώ «αναμένεται να συνεχίσουν να καλύπτουν περίπου 70-80% των συνολικών λειτουργικών εξόδων του Συγκροτήματος, υποστηριζόμενα από την αύξηση στα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες με ρυθμό ανάλογο περίπου με την αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη για τα έτη 2024-2025».
Την ίδια ώρα, η πειθαρχημένη διαχείριση εξόδων παραμένει σημαντική προτεραιότητα του Συγκροτήματος κι έτσι ο στόχος για τον δείκτη κόστος προς έσοδα αναπροσαρμοσμένος για τον ειδικό φόρο επί των καταθέσεων και άλλα τέλη/εισφορές για το 2024 μειώνεται σε χαμηλότερος από 35% (σε σύγκριση με τον προηγούμενο στόχο ύψους περίπου 40%), αντανακλώντας κυρίως τα υψηλότερα έσοδα ως αποτέλεσμα του βελτιωμένου επιτοκιακού περιβάλλοντος.
Για το 2025, ο δείκτης κόστος προς έσοδα αναπροσαρμοσμένος για τον ειδικό φόρο επί των καταθέσεων και άλλα τέλη/εισφορές αναμένεται χαμηλότερος από 40%, αντανακλώντας κυρίως χαμηλότερα έσοδα ως αποτέλεσμα της σταδιακής μείωσης των επιτοκίων.
Όσον αφορά την ποιότητα δανειακού χαρτοφυλακίου, η Τράπεζα τονίζει πως το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια του Συγκροτήματος μειώθηκε σε 2.8% στις 30 Ιουνίου 2024, καταδεικνύοντας ότι το Συγκρότημα έχει ήδη ευθυγραμμιστεί με τον στόχο του για ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια που έθεσε για το 2024.
Στο πλαίσιο αυτό, το Συγκρότημα στοχεύει σε ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια χαμηλότερο από 3% μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2024 και χαμηλότερο από 2.5% μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
Παράλληλα και λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχιζόμενες ισχυρές επιδόσεις του δανειακού χαρτοφυλακίου, ο στόχος για χρέωση πιστωτικών ζημιών δανείων (cost of risk) μειώνεται και αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 40 μονάδες βάσης για το 2024 και να ομαλοποιηθεί σε 40-50 μονάδες βάσης το 2025.
Ίδια κεφάλαια
Αναφορικά με τα ίδια κεφάλαια, το Συγκρότημα αναμένει συνολικά να επιτύχει δημιουργία Απόδοσης Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) πάνω από 19%, που μεταφράζεται σε πάνω από 24% Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων υπολογισμένη σε Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 15% για το 2024.
Για το 2025, το Συγκρότημα αναμένει δημιουργία Απόδοσης Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (ROTE) σε επίπεδα mid-teens, που αντιστοιχεί σε επίπεδα high-teens για Απόδοση Ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων υπολογισμένη σε Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 15%.
«Αυτή η ισχυρή επίδοση για το 2024 και 2025, θα συμβάλει στην ταχεία δημιουργία κεφαλαίου, με τη δημιουργία Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 να αναμένεται να ξεπεράσει τις 300 μονάδες βάσης ετησίως, πριν την αφαίρεση των διανομών», τονίζεται στην ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας.
Διανομές
Βάσει, εξάλλου, της ενδιάμεσης έκθεσης, στόχος του Συγκροτήματος είναι η παροχή σταθερής απόδοσης στους μετόχους. Σύμφωνα με την πολιτική διανομής του Συγκροτήματος, υπογραμμίζεται, το ποσοστό (payout ratio) αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 30%-50% της προσαρμοσμένης επαναλαμβανόμενης κερδοφορίας του Συγκροτήματος και οι διανομές να περιλαμβάνουν μερίσματα σε μετρητά και επαναγορά ιδίων μετοχών, με οποιαδήποτε διανομή να υπόκειται σε ρυθμιστική έγκριση.
«Η προσαρμοσμένη επαναλαμβανόμενη κερδοφορία καθορίζεται ως τα κέρδη μετά τη φορολογία και πριν τα μη επαναλαμβανόμενα στοιχεία (που αναλογούν στους μετόχους της Εταιρίας) λαμβάνοντας υπόψη τις διανομές για τους λοιπούς συμμετοχικούς τίτλους όπως την πληρωμή κουπονιού στους κατόχους των Χρεογράφων Πρόσθετης Κατηγορίας 1», τονίζεται.
Σύμφωνα, πάντως, με την πολιτική διανομής του, το Συγκρότημα είναι προσηλωμένο στην παροχή σταθερών και αυξανόμενων διανομών, συνδυάζοντας μέρισμα σε μετρητά και επαναγορά ιδίων μετοχών, διατηρώντας παράλληλα την ισχυρή κεφαλαιακή του θέση, στηρίζοντας έτσι την αύξηση της κερδοφορίας και την συνετή προετοιμασία του Συγκροτήματος ως προς επερχόμενες πιθανές κανονιστικές αλλαγές.
«Υποστηριζόμενο από την συνεχή του πρόοδο ως προς τους στρατηγικούς του στόχους, το Συγκρότημα, για το 2024, επιδιώκει να κινηθεί προς το υψηλότερο ποσοστό του εύρους του ποσοστού διανομής (δηλαδή 50%), ανάλογα με τις απαιτούμενες εγκρίσεις», προστίθεται.
«Οποιοδήποτε προτεινόμενο ποσό διανομής, καθώς και η προβλεπόμενη κατανομή μεταξύ μερίσματος σε μετρητά και επαναγοράς ιδίων μετοχών, θα λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες της αγοράς όπως επίσης και τα αποτελέσματα του σχεδιασμού κεφαλαίου και ρευστότητας κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή. Δεδομένης της ισχυρής δημιουργίας κεφαλαίου, η πολιτική διανομής του Συγκροτήματος αναμένεται να επανεξεταστεί με τα οικονομικά αποτελέσματα για το έτος 2024, στο πλαίσιο των εκάστοτε συνθηκών της αγοράς», επισημαίνεται περαιτέρω.
Η σημασία της επανόδου στο Χρηματιστήριο Αθηνών
Αναφορικά με την επάνοδο της Τράπεζας στο Χρηματιστήριο Αθηνών, τονίζεται πως «στο πλαίσιο της αξιολόγησης της στρατηγικής του Συγκροτήματος για την επίτευξη των μακροπρόθεσμων στρατηγικών του στόχων και τη δημιουργία σταθερής αξίας για τους μετόχους, το διοικητικό συμβούλιο αξιολογεί τον τρόπο ενίσχυσης της ρευστότητας των συνήθων μετοχών του Συγκροτήματος, οι οποίες επί του παρόντος είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Λονδίνου και στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου».
Σε συνέχεια εκτεταμένης επικοινωνίας με τα ενδιαφερόμενα μέρη του Συγκροτήματος, προστίθεται, το διοικητικό συμβούλιο κατέληξε πως η εισαγωγή των συνήθων μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών, σε συνδυασμό με τη διαγραφή από το Χρηματιστήριο Αξιών του Λονδίνου, θα αποφέρει μια σειρά από μακροπρόθεσμα στρατηγικά οφέλη και θα ενισχύσει την παρουσία του Συγκροτήματος στις αγορές.
Αυτές περιλαμβάνουν την ενίσχυση του προφίλ του Συγκροτήματος στους επενδυτές που επικεντρώνονται στην περιοχή, επιτρέποντας τους να συγκρίνουν άμεσα τις επιδόσεις του με άλλες τράπεζες τις περιοχής, προσελκύοντας έτσι μακροπρόθεσμους θεσμικούς επενδυτές σε μια πιο επικεντρωμένη αγορά εντός του Χρηματιστήριο Αθηνών και παρέχοντας περιθώριο για ένταξη της μετοχής του Συγκροτήματος σε χρηματιστηριακούς δείκτες με την πάροδο του χρόνου.
Λαμβάνοντας, δε, υπόψη τα εν λόγω οφέλη, το διοικητικό συμβούλιο του Συγκροτήματος «πιστεύει ότι η εισαγωγή των συνήθων μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών και η διαγραφή τους από το Χρηματιστήριο Αξιών του Λονδίνου έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει τη ρευστότητα των συνήθων μετοχών και μπορεί να αυξήσει την παρουσία του Συγκροτήματος στις αγορές προς όφελος των μετόχων».
Επισημαίνεται πως, οι συνήθεις μετοχές του Συγκροτήματος θα συνεχίσουν να είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, ενώ θα συγκληθεί έκτακτη γενική συνέλευση για πρόταση ψηφίσματος στους μετόχους προκειμένου να εξετάσουν την προτεινόμενη εισαγωγή στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Με βάση την έκθεση, το διοικητικό συμβούλιο της Τράπεζας αναμένει ότι η εισαγωγή στο Χρηματιστήριο Αθηνών και η διαγραφή από το Χρηματιστήριο του Λονδίνου θα πραγματοποιηθεί το φθινόπωρο του 2024, υπό την αίρεση της έγκρισης των μετόχων, των απαραίτητων κανονιστικών εγκρίσεων και των συνθηκών της αγοράς.
Σημειώνεται πως, η εισαγωγή στο Χρηματιστήριο Αθηνών υπόκειται υπό την σχετική έγκριση από την Επιτροπή Εισαγωγών του Χρηματιστήριου Αθηνών.