Απασχόληση στην Ελλάδα: Η θετική συμβολή του μη ενεργού πληθυσμού έναντι των ανέργων
InBusinessNews 11:30 - 16 Αυγούστου 2024
Η αύξηση στην απασχόληση στην Ελλάδα κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 προήλθε κυρίως από τη δεξαμενή του μη ενεργού πληθυσμού και σε μικρότερο βαθμό από τη δεξαμενή των ανέργων και αυτός είναι ο λόγος που ενώ ο ρυθμός αύξησης της απασχόλησης επιταχύνθηκε στο 6μηνο Ιανουαρίου -Ιουνίου 2024, ο αντίστοιχος ρυθμός μείωσης του ποσοστού ανεργίας επιβραδύνθηκε.
Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει από την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ για το 1ο εξάμηνο του 2024 και παρουσίασε αναλυτικά στην έκδοσή της 7 Ημέρες Οικονομία η Eurobank.
Το εν λόγω ποιοτικό χαρακτηριστικό ίσχυσε μέχρι και τον Μάιο 2024, καθότι όπως αναφέρθηκε στην αρχή του κειμένου, τον Ιούνιο 2024 η ισχυρή άνοδος της απασχόλησης προήλθε κυρίως από τη μείωση του αριθμού των ανέργων (θα μπορούσαν να είναι εποχικοί άνεργοι που βρήκαν εργασία στον κλάδο του τουρισμού).
Σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα Ιουνίου για το εργατικό δυναμικό από την ΕΛΣΤΑΤ, το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας, δηλαδή ο λόγος των ανέργων προς το εργατικό δυναμικό, μειώθηκε ισχυρά στο 9,6% τον Ιουν-24 από 10,3% τον Μαϊ-24 και 11,4% τον Ιουν-23.
Ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 κρατών μελών (ΕΕ-27), η Ισπανία κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας τον Ιουν-24 με 11,5% και ακολούθησαν: Ελλάδα (9,6%), Φινλανδία (8,4%), Λιθουανία (8,2%), Σουηδία (8,2%), Εσθονία (7,4%), Γαλλία (7,4%), Ιταλία (7,0%), Λετονία (6,7%), Πορτογαλία (6,7%), Ευρωζώνη (6,5%), ΕΕ-27 (6,0%), Βέλγιο (5,9%), Δανία (5,9%), Λουξεμβούργο (5,7%), Ρουμανία (5,5%), Σλοβακία (5,5%), Κροατία (5,3%), Αυστρία (5,3%), Βουλγαρία (4,5%), Ιρλανδία (4,5%), Κύπρος (4,4%), Ουγγαρία (4,3%), Ολλανδία (3,6%), Γερμανία (3,4%), Μάλτα (3,1%), Σλοβενία (3,1%), Πολωνία (3,0%) και Τσεχία (2,7%).
Με το υπάρχον εργατικό δυναμικό, αν το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα ήταν ίσο με το αντίστοιχο της Ευρωζώνης, η απασχόληση θα ήταν υψηλότερη κατά 147,9 χιλ. άτομα ή κατά 3,4%, ενισχύοντας το παραγόμενο προϊόν.
Όπως επισημαίνει η Eurobank, σε ό,τι αφορά τις 2 συνιστώσες που συνθέτουν το ποσοστό ανεργίας, η απασχόληση στην Ελλάδα τον Ιουν-24 διαμορφώθηκε στα 4.293,9 χιλ. άτομα, αυξημένη έναντι του Μαϊ-24 κατά 41,2 χιλ. άτομα ή 1,0%, και η ανεργία διαμορφώθηκε στα 456,7 χιλ. άτομα, μειωμένη έναντι του Μαϊ-24 κατά 30,6 χιλ. άτομα ή 6,3%.
Βάσει αυτών των μεγεθών, το εργατικό δυναμικό, δηλαδή των άθροισμα των απασχολούμενων και των ανέργων, ενισχύθηκε στα 4.750,6 χιλ. άτομα τον Ιουν-24, από 4.740,0 χιλ. άτομα τον Μαϊ-24, ενώ ο μη ενεργός πληθυσμός, δηλαδή τα άτομα που δεν εργάζονται και δεν αναζητούν εργασία, μειώθηκε στα 3.027,7 χιλ. άτομα τον Ιουν-24 από 3.040,5 χιλ. άτομα τον Μαϊ-24.
Τέλος, το ποσοστό συμμετοχής, ήτοι ο λόγος του εργατικού δυναμικού προς τον πληθυσμό, αυξήθηκε στο 61,1% τον Ιουν-24 από 60,9% τον Μαϊ-24.
Το ποσοστό ανεργίας και ο αριθμός των απασχολούμενων ατόμων παρουσιάζουν μεταβλητότητα από μήνα σε μήνα. Πέραν ακραίων συνθηκών όπως ήταν η πανδημία και τα lockdowns, ασφαλέστερα συμπεράσματα για την εγχώρια αγορά εργασίας δύνανται να εξαχθούν από την τάση που ακολουθούν οι σχετικές μεταβλητές. Επιπρόσθετα, συχνές είναι αναθεωρήσεις των εκάστοτε τελευταίων παρατηρήσεων.
Απασχόληση: Αύξηση εργατικού δυναμικού στο α΄ εξάμηνο
Τα στοιχεία του Ιουν-24 βελτίωσαν σε έναν βαθμό την εικόνα αναφορικά με την εξέλιξη του ποσοστού ανεργίας στην Ελλάδα το τρέχον έτος, με τη μέση ετήσια μείωση στο 6μηνο Ιαν-Ιουν-24 να ανέρχεται πλέον στις 0,6 ποσοστιαίες μονάδες, από 0,4 ποσοστιαίες μονάδες το 5μηνο Ιαν-Μαϊ-24, παραμένοντας ωστόσο αρκετά ηπιότερη από την αντίστοιχη μεταβολή του 6μηνου Ιαν-Ιουν-23 (-1,6 ποσοστιαίες μονάδες).
Σε ό,τι αφορά την απασχόληση, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης διαμορφώθηκε στο 1,9% το 6μηνο Ιαν-Ιουν-24 (80,4 χιλ. άτομα) από 1,6% το αντίστοιχο 6μηνο του προηγούμενου έτους, ενώ ο μέσος ετήσιος ρυθμός μείωσης των ανέργων διαμορφώθηκε στο 4,3% (23,5 χιλ. άτομα) από 12,3% το 6μηνο Ιαν-Ιουν-23.
Τέλος, το εργατικό δυναμικό σημείωσε μέση ετήσια αύξηση 1,2% το 6μηνο Ιαν-Ιουν-24 από οριακή μείωση 0,2% πέρυσι και ο μη ενεργός πληθυσμός κινήθηκε εντονότερα καθοδικά απ’ ό,τι το προηγούμενο έτος (2,6% vs. 0,6%).