Αναβάθμιση μακροχρόνιας πιστοληπτικής ικανότητας Τράπεζας Κύπρου από S&Ps-Ενισχυμένη κεφαλαιακή θέση
InBusinessNews 10:07 - 19 Ιουνίου 2024
Ο οίκος αξιολόγησης Standard and Poor’s αναβάθμισε την Τρίτη (18/6) τη μακροχρόνια πιστοληπτική αξιολόγηση της Τράπεζας Κύπρου στο ΒΒ+ (μια βαθμίδα πριν την επενδυτική βαθμίδα) με θετική προοπτική.
Η αναβάθμιση της αξιολόγησης της Τράπεζας, ακολουθεί την αναβάθμιση του αξιόχρεου της Κύπρου την περασμένη Παρασκευή, αναθέτοντας επίσης θετική προοπτική.
Ο οίκος επικαλείται την ενισχυμένη κεφαλαιακή θέση του ομίλου, και ισχυρή ικανότητα δημιουργίας κερδών σε συνδυασμό με την υποχώρηση των οικονομικών κινδύνων στην Κύπρο.
«Αναβαθμίσαμε την Τράπεζα Κύπρου και την (μητρική) BOC Holdings στη βάση της εκτίμησης μας ότι η κεφαλαιοποίηση του ομίλου έχει ενισχυθεί», αναφέρει σε χθεσινό του δελτίο ο οίκος.
Σημειώνει μάλιστα πως, ακόμη και με την υποχώρηση των ευνοϊκών συνθηκών λόγω των υψηλών επιτοκίων «αναμένουμε ότι το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο της Τράπεζας Κύπρου θα παραμείνει ανθεκτικό στις 350-400 μονάδες βάσης το 2024 και το 2025, πέραν των 100 μονάδων πάνω από την ιστορική τάση αλλά κάτω από το ιστορικό υψηλό των 573 μονάδων το 2023», αναφέρεται.
Ο S&Ps επισημαίνει ακόμη ότι ο αυστηρός έλεγχος του κόστους θα καταστήσει περαιτέρω διατηρήσιμη την κερδοφορία, με τον δείκτη κόστους προς έσοδα να κινείται προς το 44% με 46% περί το τέλος του 2026 από το χαμηλό του 33% στο τέλος Μαρτίου του 2024, αλλά κάτω από τον μέσο όρο του 66% την περίοδο 2018 – 2022.
Επιπλέον, ο οίκος διαβλέπει ομαλοποίηση του κόστους του ρίσκου, περιλαμβανομένων και των προβλέψεων για ακίνητα που έχουν ανακτηθεί σε κάτω από 80 μονάδες βάσης από τον μέσο όρο των 100 μονάδων την περίοδο 2021-2022.
«Αυτό θα θωρακίσει περαιτέρω τη δημιουργία κερδοφορίας από την ομαλοποίηση των επιτοκίων», αναφέρει ο οίκος, προσθέτοντας ότι ευρύτερα εκτιμά ότι ο όμιλος θα διατηρήσει δείκτη απόδοσης ενσώματων κεφαλαίων πέραν του 16% φέτος και 12%-13% την περίοδο 2025-2026.
Υποχωρούν οι κίνδυνοι, τερματίζεται η απομόχλευση
Ευρύτερα για το τραπεζικό σύστημα, ο S&Ps θεωρεί ότι οι τράπεζες έχουν απορροφήσει την πλειοψηφία των πιστωτικών απωλειών που σχετίζονται με το καθάρισμα των ισολογισμών τους.
«Ύστερα από χρόνια μεγάλων πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων, τιτλοποιήσεων, διαγραφών και ανακτήσεων, ο κυπριακός τραπεζικός τομέας έχει σε μεγάλο βαθμό απορροφήσει το κτύπημα στην ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2012», συμπληρώνει.
Όπως αναφέρει, παρά το ότι ο δείκτης των ΜΕΔ είναι υψηλότερος από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες, εντούτοις συνέχισε να υποχωρεί φτάνοντας στο 7,3% στο τέλος Μαρτίου 2024 με τον δείκτη κάλυψης να βρίσκεται στο 53,3%.
Παρατηρεί ακόμη ότι τα περισσότερα ΜΕΔ βρίσκονται στους ισολογισμούς των μικρότερων τραπεζών, οι οποίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να μεταφέρουν τα κόκκινα δάνεια εκτός των βιβλίων τους μέσω συναλλαγών, «επηρεάζοντας αρνητικά τον δείκτη για όλο το τραπεζικό σύστημα».
«Καθώς η κληρονομιά των προβληματικών δανείων υποχωρεί και οι οικονομικές συνθήκες παραμείνουν υποστηρικτικές, οι τράπεζες σταδιακά θα επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους. Παρόλο που η απομόχλευση συνεχίστηκε το 2023, αναμένουμε ότι η τάση θα αρχίσει να αντιστρέφεται το 2024, με την αύξηση της δανειοδότησης να ανέρχεται στο 2,5% κατά μέσο όρο την περίοδο 2024-2027.