Η πρώτη δικαστική απόφαση στην Κύπρο που επέτρεψε τη λήψη μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης σε αστική υπόθεση
Sponsored Article 09:02 - 19 Απριλίου 2024
Από την Σταύρη Κοσιάρη*
Το 2010 εισήχθη στην Κυπριακή έννομη τάξη, με το άρθρο 36Α του Περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9. η δυνατότητα εξέτασης μαρτύρων σε ποινικές και αστικές υποθέσεις μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης, όταν ο μάρτυρας βρίσκεται εκτός Κύπρου.
Εκ των σκοπών του νομοθέτη ήταν η Κυπριακή νομοθεσία να εναρμονιστεί με την εξέλιξη της τεχνολογίας.[1] Περαιτέρω, η Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να ενθαρρύνει και να διευκολύνει τα κράτη να κάνουν χρήση της διαδικασίας αυτής, εξέδωσε κανονισμούς που αφορούν το θέμα αλλά και οδηγούς για τον τρόπο διεξαγωγής μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης. [2] Αξίζει να σημειωθεί ότι η δυνατότητα εξέτασης μαρτύρων μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης υπάρχει στα Αγγλικά δικαστήρια ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.[3]
Η δυνατότητα εξέτασης μαρτύρων σε δικαστικές διαδικασίες μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης, όπως έχει αποδειχθεί βοηθά μεταξύ άλλων, στην εξοικονόμηση δικαστικού χρόνου, κόστους, στην προστασία των μαρτύρων και στην καλύτερη δυνατή παρουσίαση της υπόθεσης και κατ’ επέκταση στην υποβοήθηση των Δικαστηρίων να καταλήξουν σε ορθά συμπεράσματα, εφόσον εξαλείφει τον κίνδυνο ένας σημαντικός για την πορεία της υπόθεσης μάρτυρας να μην ακουστεί ποτέ.
Από τότε που η Κυπριακή έννομη τάξη έχει θεσπίσει την συγκεκριμένη νομοθετική πρόνοια, δηλαδή από το 2010, διατάγματα για εξέταση μαρτύρων μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης εκδίδονται κατά βάση σε σοβαρές, κυρίως ποινικές υποθέσεις, με την νομολογία να αντιμετωπίζει με μεγάλη επιφύλαξη την έκδοση τους σε πολιτικές αγωγές, απορρίπτοντας αιτήσεις για λήψη μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης σε Αγωγές, θέτοντας αυστηρά κριτήρια, όπως για παράδειγμα την ανάγκη ο μάρτυρας να παρουσιάζει σοβαρό πρόβλημα υγείας το οποίο τον εμποδίζει σε δια ζώσης εμφάνιση του κ.α.
Η στάση αυτή των Κυπριακών δικαστηρίων έρχεται σε αντίθεση με την εξέλιξη του δικαίου σε σχέση με την εξέλιξη της τεχνολογίας σε πολλές χώρες, την έκδοση σωρείας σχετικών κανονισμών αλλά και αποφάσεων όπου αποφάνθηκαν πως τέτοια αιτήματα δεν πρέπει να εξετάζονται περιοριστικά.
Παρά την πρόοδο που υπάρχει ανά το παγκόσμιο σε τέτοιες διαδικασίες, στην Κυπριακή έννομη τάξη υπάρχει ακόμα ρυθμιστικό κενό, καθώς σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχουν κανονισμοί που να ρυθμίζουν τον τρόπο διεξαγωγής τέτοιων διαδικασιών, εκτός όπου υπάρχει σχετικός ευρωπαϊκός κανονισμός.
Κόντρα στην αρνητική αντιμετώπιση αιτήσεων για λήψη μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης μέχρι σήμερα, στις 9 Απριλίου 2024 εκδόθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου, σε υπόθεση διεκδίκησης αποζημιώσεων μετά από θαλάσσιο ατύχημα, διάταγμα για λήψη μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης αυτόπτη μάρτυρα εκ μέρους της Ενάγουσας, ο οποίος διαμένει και εργάζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και ο οποίος αδυνατούσε να προσέλθει με φυσική παρουσία ενώπιον των Κυπριακών Δικαστηρίων λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων.
Κατά την εκδίκαση της εν λόγω Αίτησης το δικαστήριο ανέφερε ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να απορριφθεί το αίτημα καθώς δεν θα διαπιστωνόταν ποτέ από το Δικαστήριο η τροπή που ενδεχομένως να λάμβανε η υπόθεση εάν εκδιδόταν το διάταγμα και ο μάρτυρας εξεταζόταν μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης.
Όπως ανέφερε το Δικαστήριο, το άρθρο 34Α του Κεφ 9 έχει δικονομική στόχευση και αρκεί από μόνο του για να επιτευχθεί η διαδικασία μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης, καθώς δίνει διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να υλοποιήσει τη διαδικασία εικονοτηλεδιάσκεψης με τέτοιους όρους και τρόπο ώστε να διασφαλιστεί η σωστή διεξαγωγή της διαδικασίας.
Ως προς τον λόγο αδυναμίας δια ζώσης εμφάνισης του μάρτυρα, το Δικαστήριο ανέφερε ότι η Αιτήτρια κατάφερε να αποδείξει ότι η αδυναμία είναι γνήσια. Σημειώνεται ότι, με την Αίτηση κατατέθηκαν ως τεκμήρια αποδεικτικά της επαγγελματικής κατάστασης του μάρτυρα και το πρόγραμμα εργασίας του από το οποίο πρόκυπτε ότι για τους επόμενους μήνες είναι αδύνατο να αφήσει τα καθήκοντα του.
Αποδεκτοί έγιναν και οι ισχυρισμοί της πλευράς της Αιτήτριας ότι ένα υπερατλαντικό ταξίδι λόγω του ότι είναι χρονοβόρο θα ανάγκαζε τον μάρτυρα να λείπει από την εργασία του για μέρες, με προβλεπτό τον κίνδυνο να τον επηρέαζε αρνητικά στην επαγγελματική του πορεία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, στην παρούσα απόφαση έπειτα από εισήγηση της πλευράς της Αιτήτριας το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του για την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας τους νέους κανονισμούς πολιτικής δικονομίας, παρά το ότι η υπόθεση εκδικαζόταν με τους παλαιούς θεσμούς. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε το μέρος 1.2 των νέων κανονισμών αλλά και το γενικότερο πνεύμα και ο σκοπός τους που όπως αναφέρθηκε ήταν ο εκσυγχρονισμός της δικαιοσύνης.
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι, σαν κράτος έχουμε εκσυγχρονίσει τους θεσμούς πολιτικής δικονομίας και δίδονται πλέον εργαλεία για σύγχρονη αποτελεσματική, ποιοτική και ταχεία απονομή της δικαιοσύνης, η οποία θα συμβαδίζει με την εξέλιξη και ψηφιοποιήσει της δικαιοσύνης ανά το παγκόσμιο.
Η εν λόγω απόφαση, ακόμα και στην έλλειψη διαδικαστικού κανονισμού και της αρνητικής στάσης της Κυπριακής νομολογίας σε παρόμοιες αιτήσεις μέχρι τώρα, αποτελεί υπενθύμιση της ανάγκης εκσυγχρονισμού της Κυπριακής έννομης τάξης.
Χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις από τη δικαστική εξουσία για να μην είμαστε ουραγοί στην ταχύτητα και στην τεχνολογική εξέλιξη της δικαιοσύνης. Όπως έχει εύστοχα λεχθεί σε άλλη υπόθεση: «Όλα είναι σχετικά, με αναγκαία τη διάθεση και επιδίωξη για προσαρμογή στα νέα, χωρίς κατ΄ ανάγκη απομάκρυνση από τις βασικές νομικές αρχές που αφορούν στο θέμα. Έτσι είναι που αναπροσαρμόζεται και εξελίσσεται το Δίκαιο.»[4]
*Junior Associate του Τμήματος Ασφαλιστικού Δικαίου στην HARRIS KYRIAKIDES
[2] Βλέπε ενδεικτικά Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1206/2001 του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 2001 για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις, Κανονισμός (ΕΕ) 2020/1783 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2020 για τη συνεργασία μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών κατά τη διεξαγωγή αποδείξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (διεξαγωγή αποδείξεων)
[3] Βλέπε ενδεικτικά Rowland and another v Bock and another, [2002] 4 All ER 370