Αυστηρότεροι κανόνες κατά ξεπλύματος στην Ε.Ε.-Τι προβλέπει η συμφωνία που... πιάνει και το ποδόσφαιρο
InBusinessNews 12:35 - 18 Ιανουαρίου 2024
Σε προσωρινή συμφωνία για τους κανόνες κατά του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν την προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ από τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (AML/CFT), κατέληξαν οι διαπραγματευτές του Συμβουλίου της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Η προσωρινή συμφωνία αφορά μέρος του γενικότερου πακέτου για καταπολέμηση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Περιλαμβάνει κανονισμό ο οποίος θα εναρμονίσει για πρώτη φορά το σύνολο των σχετικών κανόνων σε όλη την ΕΕ (“single rulebook” regulation), κλείνοντας πιθανά κενά τα οποία εκμεταλλεύονται οι εγκληματίες.
Η συμφωνία περιλαμβάνει επίσης την έκτη οδηγία κατά του ξεπλύματος (6th Anti-Money Laundering Directive) που θα βελτιώσει την οργάνωση των εθνικών συστημάτων καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Μεταξύ άλλων, βάσει της συμφωνίας η εποπτεία και η εφαρμογή των κανόνων θα πρέπει να είναι ομοιόμορφη σε όλη την ΕΕ, οι πληροφορίες για τους πραγματικούς ιδιοκτήτες πρέπει να είναι προσβάσιμες, αυξάνονται οι εξουσίες των εθνικών μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (FIU), ενώ επιβάλλεται διαφάνεια στα ποδοσφαιρικά σωματεία από το 2029.
Η συμφωνία θα πρέπει τώρα να οριστικοποιηθεί σε τεχνικό επίπεδο, προτού κατατεθεί προς έγκριση στην επιτροπή των μονίμων αντιπροσώπων των 27 (COREPER) και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
«Η συμφωνία αυτή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του νέου συστήματος της ΕΕ κατά του ξεπλύματος χρήματος» ανέφερε μετά την επίτευξη της συμφωνίας ο Βέλγος Υπουργός Οικονομικών, Βίνσεντ Βαν Πέτεγκεμ, σημειώνοντας πως «θα βελτιώσει τον τρόπο οργάνωσης και συνεργασίας των εθνικών συστημάτων» στον τομέα αυτό.
Βάσει της συμφωνίας για τη νέα δέσμη μέτρων, οι κανόνες που ισχύουν για τον ιδιωτικό τομέα θα μεταφερθούν σε νέο κανονισμό, ενώ η οργάνωση των συστημάτων καταπολέμησης AML/CFT σε επίπεδο κρατών μελών θα ρυθμίζεται από σχετική οδηγία.
Ειδικότερα, ο κανονισμός AML/CTF θα επεκτείνει τον κατάλογο των υπόχρεων οντοτήτων (obliged entities) οι οποίες έχουν υποχρέωση να διενεργούν δέουσα επιμέλεια και να ενημερώνουν τις αρχές για πιθανό ξέπλυμα, καθώς πρόκειται για οντότητες (χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τράπεζες, κτηματομεσιτικά γραφεία, υπηρεσίες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, καζίνο, έμποροι) που έχουν προνομιακή θέση στην προσπάθεια εντοπισμού ύποπτων δραστηριοτήτων.
Οι νέοι κανόνες θα καλύψουν το μεγαλύτερο μέρος του τομέα των κρυπτογραφημένων περιουσιακών στοιχείων (crypto sector), υποχρεώνοντας όλους τους παρόχους υπηρεσιών κρυπτογράφησης περιουσιακών στοιχείων (CASPs) να διενεργούν δέουσα επιμέλεια για τους πελάτες τους. Οι CASPs θα πρέπει να προχωρούν σε δέουσα επιμέλεια όταν διενεργούν συναλλαγές ύψους 1.000 ευρώ και άνω. Επίσης, οι νέοι κανόνες προσθέτουν μέτρα για τον μετριασμό των κινδύνων σε σχέση με τις συναλλαγές με αυτοδιαχειριζόμενα πορτοφόλια.
Άλλοι τομείς που προστίθενται στον κατάλογο των υπόχρεων οντοτήτων, είναι οι έμποροι ειδών πολυτελείας, όπως πολύτιμων μετάλλων και λίθων, κοσμηματοπώλες, ωρολογοποιοί και χρυσοχόοι, πολυτελών αυτοκινήτων, αεροσκαφών και σκαφών αναψυχής, καθώς και έργων τέχνης.
Στον κατάλογο προστίθεται ακόμα ο τομέας του ποδοσφαίρου, ειδικότερα με τη συμπερίληψη των επαγγελματικών ποδοσφαιρικών ομάδων και των ατζέντηδων. Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να αφαιρούν οντότητες από τον κατάλογο αν ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν είναι χαμηλός, ενώ η μεταβατική περίοδος για αυτή την κατηγορία θα είναι τα πέντε χρόνια από την έναρξη ισχύος, σε αντίθεση με τα τρία χρόνια που ισχύουν για τις άλλες υπόχρεες οντότητες.
Ο κανονισμός εισάγει επίσης ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας για τις διασυνοριακές σχέσεις όσον αφορά τους παρόχους υπηρεσιών κρυπτογραφικών περιουσιακών στοιχείων. Επίσης συμφωνήθηκε πως τα πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα λαμβάνουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας σε επιχειρηματικές σχέσεις που συνεπάγονται τη διαχείριση μεγάλου ποσού περιουσιακών στοιχείων. Καθορίζεται ακόμα ανώτατο όριο 10 χιλιάδων ευρώ σε όλη την ΕΕ για τις πληρωμές στα μετρητά.
Τα κράτη μέλη θα έχουν ευελιξία να επιβάλουν χαμηλότερο ανώτατο όριο. Παράλληλα, οι οι υπόχρεες οντότητες θα πρέπει να ταυτοποιούν και να επαληθεύουν την ταυτότητα προσώπου που πραγματοποιεί περιστασιακή συναλλαγή σε μετρητά μεταξύ 3.000 και 10.000 ευρώ.
Ακόμα, η συμφωνία προβλέπει την εναρμόνιση και την ενίσχυση της διαφάνειας για τους κανόνες για την πραγματική ιδιοκτησία (beneficial ownership) νομικών οντοτήτων όπως εταιρίες, ιδρύματα ή καταπιστεύματα, στη βάση δύο συνιστωσών, της κυριότητας και του ελέγχου. Η συμφωνία αφορά και τις οντότητες εκτός ΕΕ όταν δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στην ΕΕ ή αγοράζουν ακίνητα στην ΕΕ. Η συμφωνία ορίζει το κατώτατο όριο πραγματικής ιδιοκτησίας στο 25%.
Διευκρινίζονται επίσης οι σχετικοί κανόνες που ισχύουν για τις πολυεπίπεδες δομές ιδιοκτησίας και ελέγχου, ώστε να αποτραπεί στο μέλλον η απόκρυψη πίσω από πολλαπλά επίπεδα ιδιοκτησίας εταιρειών.
Οι υπόχρεες οντότητες θα πρέπει ακόμα να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας σε περιστασιακές συναλλαγές και επιχειρηματικές σχέσεις που αφορούν τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου.
Όσον αφορά την οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εισάγει την υποχρέωση επαλήθευσης από τις εθνικές αρχές των πληροφοριών που υποβάλλονται στο κεντρικό μητρώο, και την επισήμανση των προσώπων ή οντοτήτων που υπόκεινται σε στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις.
Η οδηγία θα δίνει στους φορείς που είναι υπεύθυνοι για τα μητρώα την εξουσία να διενεργούν επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις των νομικών προσώπων που είναι εγγεγραμμένα. Επίσης ορίζεται πως πέρα από τις εποπτικές και τις δημόσιες αρχές, στα μητρώα θα μπορούν να έχουν πρόσβαση και φορείς όπως εκπρόσωποι του Τύπου και της κοινωνίας των πολιτών.
Προκειμένου να διευκολυνθούν οι έρευνες όσον αφορά εγκλήματα στον τομέα τον ακινήτων, η οδηγία ορίζει πως τα μητρώα ακινήτων θα πρέπει να είναι προσβάσιμα στις αρμόδιες αρχές μέσω ενός ενιαίου σημείου πρόσβασης και να περιλαμβάνουν πληροφορίες μεταξύ άλλων σχετικά με την τιμή, τον τύπο του ακινήτου, το ιστορικό, υποθήκες, δικαστικούς περιορισμούς και δικαιώματα ιδιοκτησίας.
Όσον αφορά τις αρμοδιότητες των εθνικών μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (FIU), η οδηγία θα ορίζει πως θα πρέπει να έχουν άμεση και απευθείας πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές, διοικητικές πληροφορίες και πληροφορίες επιβολής του νόμου. Μεταξύ άλλων η συμφωνία καθορίζει το πλαίσιο στο οποίοι οι FIU θα μπορούν να αναστέλλουν ή να αρνούνται συγκατάθεση για μια συναλλαγή στο πλαίσιο διερεύνησης.
Ακόμα, όσον αφορά τη λειτουργία των εποπτικών αρχών, εισάγονται νέα εποπτικά μέτρα για τον μη χρηματοπιστωτικό τομέα, τα λεγόμενα εποπτικά σώματα. Η νέα αρχή για την καταπολέμηση του ξεπλύματος (AMLA) θα καταρτίσει προσχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που θα καθορίζουν τις γενικές προϋποθέσεις για την ορθή λειτουργία των εποπτικών σωμάτων AML/CFT.
Τέλος, όσον αφορά τις εκτιμήσεις κινδύνου, συμφωνήθηκε πως η Επιτροπή θα διενεργεί αξιολόγηση σε επίπεδο ΕΕ των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και θα συντάσσει συστάσεις προς τα κράτη μέλη σχετικά με τα μέτρα που θα πρέπει να ακολουθήσουν.