Μπορεί η Ευρώπη να καλύψει το χαμένο έδαφος στην παγκόσμια κούρσα για τις κρίσιμες πρώτες ύλες;
Μαρκ Ραχωβίδης 14:30 - 15 Μαΐου 2023
Όλες οι βιομηχανικές αλυσίδες αξίας ξεκινούν από τις πρώτες ύλες. Η ίδια η ΕΕ γεννήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα που ιδρύθηκε το 1951. Ωστόσο, στο πρόσφατο παρελθόν, η θεμελιώδης αυτή αλήθεια αγνοήθηκε με αποτέλεσμα η Ευρώπη να υπνοβατεί αποδεχόμενη την ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτησή της από τις εισαγωγές πολλών κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών (ΚΟΠΥ).
Εξαρτάται μάλιστα από ένα μικρό αριθμό τρίτων χωρών, όπως την Κίνα για τις σπάνιες γαίες και το μαγνήσιο, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό για το κοβάλτιο, την Τουρκία για το βόριο, κ.ο.κ.
Η ΕΕ έχει πάρει οδυνηρά μαθήματα από την υπερβολική της εξάρτηση, με το πιο πρόσφατο να σχετίζεται με τον πόλεμο της Ουκρανίας. Είναι καιρός να βρεθεί μια θεραπεία γι’ αυτή την παραλλαγή του συνδρόμου της Στοκχόλμης και να γίνει κατανοητό ότι οι βιομηχανίες της Ευρώπης στα κατάντη θα αποτύχουν χωρίς επείγουσα και πιστή υποστήριξη για τα ξεχασμένα ξαδέλφια τους στα ανάντη.
Καθώς ολόκληρη η ανθρωπότητα κινείται προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ολοένα και μεγαλύτερη ψηφιοποιήση, η ζήτηση για πολλές ΚΟΠΥ θα συνεχίσει να εκτοξεύεται σε πρωτοφανή επίπεδα. Παρότι οι τεχνολογίες που σχετίζονται με την αντικατάσταση, την ενεργειακή αποδοτικότητα και την ανακύκλωση έχουν μείνει αρκετά πίσω, αυτό αναμένεται να βελτιωθεί. Επομένως δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες έχουν διαθέσει τεράστια ποσά για τη στήριξη πολιτικών που διασφαλίζουν τις ανάγκες τους σε ΚΟΠΥ.
Η ΕΕ από την άλλη έχει αργήσει πολύ να ανταποκριθεί στις εξελίξεις και τώρα αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξή της. Για πρώτη φορά στα χρονικά, η ευρωπαϊκή βιομηχανία θορυβείται από τον κίνδυνο μακροχρόνιων διαταραχών του εφοδιασμού της, ενώ οι ευρωπαϊκές εταιρείες εξόρυξης, επεξεργασίας και ανακύκλωσης χρειάζονται τεράστιες επενδύσεις για να αντιμετωπίσουν την παρούσα κατάσταση. Δεκαετίες πολιτικής ολιγωρίας πρέπει να ανατραπούν.
Τα ζητήματα της κοινωνικής αποδοχής έχουν σίγουρα καθυστερήσει την ανάπτυξη πάρα πολλών έργων, καθώς δεν υπήρξε επαρκής πολιτική βούληση για την αναμόρφωση της κοινής γνώμης. Η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της σημερινής ευρωπαϊκής τεχνολογίας και καινοτομίας μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη αυτού του στόχου – όπως για παράδειγμα με την παροχή κινήτρων για την παραγωγή δευτερογενών πρώτων υλών. Αυτό όμως πρέπει να αποτελεί μέρος ενός συνεκτικού συνόλου πολιτικών.
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία επιδιώκει να επιτύχει τα πιο πάνω, προσδιορίζοντας την ευρωπαϊκή πολιτική προς την κατεύθυνση των αυξημένων αναγκών σε ΚΟΠΥ. Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο σύνολο πολιτικών πρωτοβουλιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με στόχο να καταστεί η Ευρώπη κλιματικά ουδέτερη.
Τον Σεπτέμβριο του 2022, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ursula Von der Leyen ανακοίνωσε την Ευρωπαϊκή Πράξη για τις Κρίσιμες Ορυκτές Πρώτες Ύλες, η οποία αποσκοπεί στη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης και στην εξασφάλιση βιώσιμης πρόσβασης στις απαραίτητες πρώτες ύλες, ώστε η επιδίωξη της ΕΕ να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος να καταστεί δυνατή.
Μεταξύ των στόχων της πιο πάνω Πράξης, η οποία αναμένεται να δημοσιευθεί σύντομα, είναι η επιτακτική ανάγκη εντοπισμού στρατηγικών έργων κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού (από την εξόρυξη έως τη μεταποίηση, από την επεξεργασία έως την ανακύκλωση) και τη δημιουργία στρατηγικών αποθεμάτων εκεί όπου η προμήθειά τους διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο.
Η Ευρωπαϊκή Πράξη έχει ως στόχο να καθιερώσει μια κοινή αντίληψη σχετικά με το ποιες κρίσιμες πρώτες ύλες είναι στρατηγικής σημασίας τόσο για τη διττή μετάβαση της Ευρώπης, όσο και για τις αμυντικές της ανάγκες. Θα λαμβάνει υπόψη την οικονομική τους σημασία, την συγκέντρωση της προσφοράς, τις στρατηγικές τους εφαρμογές και τα προβλεπόμενα κενά του εφοδιασμού. Επιπλέον, θα καθορίσει τα υλικά που είναι ζωτικής σημασίας για τις τεχνολογίες που σχετίζονται με την Πράσινη Συμφωνία καθώς και συγκεκριμένα στρατηγικά έργα, στα οποία τα κράτη μέλη θα υποχρεωθούν πιθανότατα να δώσουν προτεραιότητα και που θα χρηματοδοτηθούν από ιδιωτικούς και δημόσιους πόρους.
Παράλληλα, η νέα βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ στοχεύει στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης σε ολόκληρη την ΕΕ και την ενίσχυση της εφαρμογής βασικών αλυσίδων αξίας για τη διασφάλιση του μέλλοντος της Ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Σε κάθε περίπτωση, θα απαιτηθούν τεράστιες ποσότητες ορυκτών πρώτων υλών.
Οι κατευθυντήριες αρχές της ΕΕ για τις βιώσιμες πρώτες ύλες, οι οποίες αναπτύχθηκαν από την Επιτροπή, τις χώρες της ΕΕ και τους ενδιαφερόμενους φορείς (συμπεριλαμβανομένης και της Euromines), θα χρησιμεύσουν για τη δημιουργία μιας κοινής ευρωπαϊκής αντίληψης για τις βέλτιστες πρακτικές στην επεξεργασία και την εξόρυξη των ορυκτών πρώτων υλών (ΟΠΥ) στην Ευρώπη (από την γεωλογική έρευνα μέχρι και μετά την ολοκλήρωση της εκμετάλλευσης), σε σχέση πάντοτε με τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές επιδόσεις τους. Παράλληλα, έχουν ως στόχο να καθορίσουν μια κοινή πορεία προς την επίτευξη των στόχων του ΟΗΕ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (SDGs). Στην πραγματικότητα, η επίτευξη πολλών από τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις δραστηριότητες και τις εφαρμογές των ΟΠΥ.
Οι αλυσίδες αξίας των ορυκτών πρώτων υλών, όπως και η γεωλογία, σπάνια συμμορφώνονται με τα εθνικά σύνορα. Οι αγορές είναι συχνά πολύπλοκες και οι αποτυχίες της αγοράς έχουν αποδείξει πολλές φορές στο παρελθόν ότι μπορούν να έχουν καταστροφικές συνέπειες. Συνεπώς, οι κατευθυντήριες αρχές της ΕΕ αποδεικνύουν ότι η συλλογική δράση σε επίπεδο ΕΕ είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί ότι η Ευρώπη δεν θα μείνει πίσω στην παγκόσμια κούρσα για την εξεύρεση, την ανάπτυξη και την αξιοποίηση των κρίσιμων πρώτων υλών.
*Πρόεδρος της Venus Minerals και Επίτιμου Προέδρου της Euromines
(Πηγή: rawmathub.gr)