Σε υψηλό εννέα μηνών οι ευρωπαϊκές μετοχές
14:25 - 09 Φεβρουαρίου 2023
Σε υψηλό εννέα μηνών έφθασαν οι ευρωπαϊκές μετοχές την Πέμπτη κατά το άνοιγμα των χρηματιστηρίων, καθώς η γερμανική Siemens AG και η βρετανική AstraZeneca ενίσχυσαν το θετικό κλίμα και βοήθησαν να αντισταθμιστούν οι ανησυχίες σχετικά με δηλώσεις εκπροσώπων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ που τόνισαν την ανάγκη για μεγαλύτερες αυξήσεις επιτοκίων.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης STOXX 600 σημείωσε άνοδο 0,8% στις 10.20 (ώρα Κύπρου), διευρύνοντας τα κέρδη για τρίτη συνεχόμενη συνεδρίαση. Οι μετοχές του κλάδου της βιομηχανίας κατέγραψαν την κορυφαία απόδοση, η οποία ενισχύθηκε σημαντικά από τα κέρδη 6,3% που κατέγραψε Siemens τα οποία ήταν καλύτερα από τα αναμενόμενα.
Η εταιρεία κατασκευής ηλεκτρικών εξαρτημάτων Legrand έκανε άλμα 7,5% σε σύγκριση με τα έσοδα και τα λειτουργικά κέρδη του 2022. Ένα κέρδος σχεδόν 2% κατέγραψε η AstraZeneca με καλύτερα από τα αναμενόμενα κέρδη τέταρτου τριμήνου, ενώ παράλληλα η άνοδος 3,5% της Bayer, μετά την πρόωρη αντικατάσταση του διευθύνοντος συμβούλου της, ενίσχυσαν τον τομέα της υγείας.
Ανάμεσα στις μετοχές με τη μεγαλύτερη πτώση ο Όμιλος Credit Suisse που υποχώρησε κατά 5,3% σημειώνοντας τη χειρότερη ετήσια ζημιά από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και προειδοποιώντας ότι θα επέλθει περαιτέρω «σημαντική» ζημιά φέτος. Η Volvo Cars σημείωσε πτώση 2,5%, καθώς η σουηδική αυτοκινητοβιομηχανία θεωρεί ότι το 2023 είναι πιθανό να είναι άλλη μια δύσκολη χρονιά, αναφέροντας πτώση στα τριμηνιαία κέρδη.
Αξιωματούχοι της Ομοσπονδιακής Τράπεζας την Τετάρτη άφησαν να εννοηθεί ότι μεγαλύτερες αυξήσεις επιτοκίων βρίσκονται στο τραπέζι για περαιτέρω μείωση του πληθωρισμού.
Παράλληλα η Κεντρική Τράπεζα της Σουηδίας ανακοίνωσε άλλη μια σημαντική αύξηση των επιτοκίων την Πέμπτη, οδηγώντας τα στο υψηλότερο επίπεδό τους από το 2008, με στόχο την καταπολέμηση του διψήφιου πληθωρισμού.
«Η νομισματική πολιτική πρέπει να γίνει αυστηρότερη για να μειωθεί ο πληθωρισμός», ανέφερε η τράπεζα, προειδοποιώντας ότι αναμένεται περαιτέρω αύξηση τους επόμενους μήνες μετά την αύξηση του επιτοκίου κατά μισή ποσοστιαία μονάδα στο 3%.