Κυπριακά Οινοποιεία: Η βιομηχανία των 5 χιλιετιών

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Οινοποιείων Κύπρου, Χαράλαμπος Παναγιώτου, απαριθμεί τους λόγους για τους οποίους το κυπριακό κρασί μπορεί να ανταγωνιστεί επάξια τα πλείστα εισαγόμενα, έχοντας προοπτικές εξαγωγών, σε ένα περιβάλλον από το οποίο ασφαλώς και δεν απουσιάζουν οι προκλήσεις. Τριάντα πέντε οινοποιεία, όλα μέλη του Συνδέσμου Οινοποιείων Κύπρου, εργάζονται σήμερα για ποσοστό πέραν του 90% της ντόπιας οινοπαραγωγής. Το υπόλοιπο ανήκει σε μη μέλη, που εκπροσωπούν, κυρίως, πολύ μικρές μονάδες.

Δεν μπορεί, όμως, να πει κανείς με ακρίβεια πόσα κρασιά παράγονται σήμερα στον τόπο, καθότι συνεχώς προστίθενται νέα, άλλες ετικέτες και ονομασίες. «Η δημιουργία είναι μέρος της οινοποίησης και οι οινολόγοι είναι κι αυτοί καλλιτέχνες με τον δικό τους τρόπο. Κάθε χρόνο θα φτιάξουν κάτι καινούργιο, θα προσπαθήσουν να εξελίξουν και να αναπτύξουν νέα κρασιά, αναζητώντας το κάτι διαφορετικό», επισημαίνει ο κ. Παναγιώτου. Η βελτίωση των μεθόδων οινοποίησης, η ανάμειξη ποικιλιών, η παλαίωση σε βαρέλια, η κρυοεκχύλιση, η ζύμωση και πολλά άλλα είναι στην παλέτα που χρησιμοποιεί ο οινολόγος για τη δική του τέχνη.

Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε στα είδη των κρασιών που συναντάμε στην Κύπρο;

Υπάρχουν τα μονοποικιλιακά, που παράγονται από μία μόνο ποικιλία και το αναγράφουν στην ετικέτα τους κι αυτά που προέρχονται από ανάμειξη ποικιλιών. Είναι κρασιά με γεωγραφική ένδειξη της περιοχής που παράγονται, εφόσον πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, αλλά και οι οίνοι ΠΟΠ (προστατευόμενη ονομασία προέλευσης), όπως η κουμανδαρία, με ακόμη πιο αυστηρά κριτήρια. Ένας άλλος διαχωρισμός είναι τα κρασιά από γηγενείς (ντόπιες) ποικιλίες κι εκείνα που παράγονται από άλλες του διεθνούς χώρου. Στην Κύπρο, εξαιρετικές ποικιλίες λευκών και ερυθρών κρασιών κάνουν συνεχώς την εμφάνισή τους τα τελευταία χρόνια. Οι πλείστες ταυτοποιήθηκαν τη δεκαετία του 1990 μέσα από μία μεγάλη μελέτη που διενήργησε η ΚΕΟ με τη συνδρομή επιστημόνων του εξωτερικού, όπως ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μπορντώ δρ Καλεέ. Μετά από δύο δεκαετίες καλλιέργειας από διάφορους αμπελουργούς και πειραματισμούς από πολλούς οινοποιούς, καταφέραμε να οινοποιήσουμε εξαιρετικά κρασιά, τα οποία εξακολουθούν να εξελίσσονται και να βελτιώνονται. Τέτοιες ποικιλίες είναι το Μαραθεύτικο, το Γιαννούδι, η Μορωκανέλλα, η Βασίλισσα, το Σπούρτικο και άλλες, που προστίθενται στις ήδη πολύ γνωστές μας κυπριακές ποικιλίες του Ξινιστεριού και του Μαύρου.       

Σε ποια επίπεδα έχουν φθάσει τα κυπριακά κρασιά;

Τα κρασιά που παράγονται, πλέον, στην Κύπρο μπορούν να ανταγωνιστούν επάξια τα πλείστα εισαγόμενα. Είναι ευχάριστα στην πόση είτε συνοδεύοντας φαγητό είτε από μόνα τους και διατίθενται σε ένα φάσμα τιμών, που μπορεί ο κάθε ένας να αγοράσει, σύμφωνα με τα γούστα και τις δυνατότητές του.

Σε ποιες περιοχές του τόπου μας ευδοκιμεί σήμερα η αμπελουργία;

Η αμπελουργία συναντάται, κυρίως, στις επαρχίες Πάφου και Λεμεσού λόγω της γεωλογικής ιδιαιτερότητας των επαρχιών αυτών αλλά και του προσανατολισμού τους στον ήλιο. Το αμπέλι είναι καλύτερα να έχει νότιο προσανατολισμό, ώστε να έχει περισσότερη έκθεση στον ήλιο. Υπάρχουν όμως και συγκριμένες περιοχές της Λευκωσίας και της Λάρνακας που ασχολούνται με την αμπελοκαλλιέργεια σε πιο μικρή, όμως, έκταση.

Ποια τα σημαντικότερα προβλήματα του τομέα;

Είναι διάφορα τα προβλήματα στον χώρο μας. Χωρίς να τα ιεραρχούμε, ξεκινούμε από το αυξημένο κόστος ηλεκτρισμού και υλικών συσκευασίας, λόγω του ότι είμαστε νησί, εισάγουμε τα πάντα, τα έξοδά μας ανεβαίνουν και η ανταγωνιστικότητά μας επιβαρύνεται. Την ίδια ώρα, η εξέλιξη της αμπελοκαλλιέργειας είναι πολύ αργή. Η συστηματική και με επιστημονική επίβλεψη καλλιέργεια μπορεί να παραγάγει καλύτερα σταφύλια και ως εκ τούτου ανώτερο κρασί. Σε αυτό τον τομέα γίνονται βήματα από τους οινοποιούς αλλά χρειάζεται να γίνουν και πολλά άλλα από τους αμπελουργούς. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι ο Κύπριος πρέπει να αγαπήσει περισσότερο και να εκτιμήσει το κυπριακό κρασί. Βλέπουμε να επικρατεί ξενομανία σε μεγάλη μερίδα των καταναλωτών, που δεν δικαιολογείται. Τους καλούμε όλους να δουν με καλύτερο μάτι τα κυπριακά κρασιά, να τους δώσουν την ευκαιρία να δοκιμαστούν και είμαστε σίγουροι ότι θα εκτιμηθούν.

Πώς συγκρίνεται το επίπεδο της κυπριακής οινοποιίας με εκείνα άλλων χωρών που διακρίνονται στον τομέα;

Η κυπριακή οινοποιία έχει εξελιχθεί πολύ τα τελευταία χρόνια.

Έχουμε σοβαρούς οινολόγους με σπουδές σε καταξιωμένες σχολές του εξωτερικού και με αδιαμφισβήτητο μεράκι. Χρησιμοποιούν σύγχρονους εξοπλισμούς και μεθόδους παραγωγής, που κάνουν εφικτή την παραγωγή κρασιών τα οποία ανταγωνίζονται επάξια τα πλείστα ξένα. Αυτό φαίνεται και μέσα από τις διακρίσεις των κρασιών μας σε διεθνείς διαγωνισμούς.

Ποια εικόνα παρουσιάζουν οι εξαγωγές κυπριακών κρασιών;

Εξάγονται κρασιά μας σε Αγγλία, Αμερική, Καναδά, Ελβετία, Ελλάδα, Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τελευταίως έχουν επιτευχθεί και εξαγωγές σε Άπω Ανατολή και Κίνα, όπου μπορούν να ανοιχθούν εντελώς διαφορετικοί ορίζοντες. Η εξωστρέφεια είναι κάτι που πάντα βοηθά στην εξέλιξη και την ανάπτυξη. Σε εντάσσει σε μία ανταγωνιστική άμιλλα, που αν χρησιμοποιηθεί σωστά, τότε σε κάνει καλύτερο. Στην περίπτωσή μας οι εξαγωγές είναι μία μορφή εξωστρέφειας, για την οποία καταβάλλονται αρκετές προσπάθειες τα τελευταία χρόνια.

Ποιες προοπτικές έχει η κυπριακή οινοποιία;

Ο χώρος του κρασιού είναι δύσκολος αλλά συνάμα πολύ ενδιαφέρων και όμορφος. Έχει προοπτικές αλλά και προκλήσεις. Όπως και σε κάθε άλλη δραστηριότητα, αν είσαι καλός, αν αγαπάς τη δουλειά και την κάνεις με μεράκι, επιστημονικότητα και επαγγελματισμό, τότε έχεις τις προϋποθέσεις για να πετύχεις.

Σύνδεσμος Οινοποιείων Κύπρου

Πότε συστάθηκε ο σύνδεσμός σας και πότε αναλάβατε τα ηνία του;

Ο Σύνδεσμος Οινοποιείων Κύπρου, με τη σημερινή του σύνθεση, λειτούργησε το 2015 και προήλθε από τη συνένωση των δύο ξεχωριστών συνδέσμων που υπήρχαν μέχρι τότε. Ο ένας αποτελείτο από τα μεγάλα οινοποιεία και ο άλλος από τα μικρά. Είχε διαφανεί ότι οι ανάγκες και τα συμφέροντα ήταν κοινά είτε επρόκειτο για μικρές είτε για μεγάλες μονάδες, όπως και οι προκλήσεις, με κυριότερες από αυτές τις εισαγωγές κρασιών, τις νομοθεσίες και τις οδηγίες που ερχόντουσαν από την Ευρώπη. Μου προτάθηκε τότε να αναλάβω την πρωτοβουλία για συνένωση των δύο συνδέσμων και όλοι μαζί να πορευτούμε κάτω από την ίδια σκέπη. Στην αρχή υπήρχε διστακτικότητα από μερικούς, αλλά χάρη στην επιμονή και τον ενθουσιασμό που επεδείξαμε οι υπόλοιποι, τα καταφέραμε.

Δειτε Επισης

ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΓΙΑΣΚΟΥΡΗΣ: Οικογένεια – Παράδοση – Terroir
Κυπριακά Οινοποιεία: Η βιομηχανία των 5 χιλιετιών