Σε άνοδο οι αποδόσεις των κυπριακών ομολόγων
06:40 - 13 Ιουνίου 2022
Η αβεβαιότητα που επικρατεί διεθνώς λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αύξηση των βασικών της επιτοκίων, ωθούν σε άνοδο τις αποδόσεις των κυπριακών ομολόγων, στο πλαίσιο των πιέσεων στις αποδόσεις κρατικών ομολόγων ευρύτερα στις δευτερογενείς αγορές.
Με βάση τα τελευταία στοιχεία, η απόδοση του κυπριακού 10ετούς ομολόγου την Παρασκευή βρισκόταν στο 3,149%, παρουσιάζοντας μικρή άνοδο σε σύγκριση με το 2,996% την προηγούμενη μέρα. Η διαφορά από το γερμανικό 10ετές, που αποτελεί το σημείο αναφοράς, ανερχόταν χθες στις 165 μονάδες βάσης.
Ανοδικά κινούνται οι αποδόσεις των πλείστων ευρωπαϊκών κρατών, με τον οικονομολόγο και διοικητικό σύμβουλο του οίκου KPMG, Τάσο Γιαεσμίδη να εξηγεί ότι οι αγορές έχουν εδώ και αρκετές εβδομάδες προεξοφλήσει την εξαγγελία της ΕΚΤ για τερματισμό του κύκλου των αρνητικών επιτοκίων, ενώ ανοδικά ωθούν τις αποδόσεις και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ενδεικτικά η απόδοση του γερμανικού 10ετούς εισήλθε σε θετικό πεδίο στις αρχές Μαρτίου έπειτα από αρκετά χρόνια.
«Η απόφαση της ΕΚΤ να αυξήσει τα βασικά επιτόκια τον Ιούλιο έχει αποτυπωθεί στις αγορές με την αύξηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων τις τελευταίες βδομάδες», δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο κ. Γιασεμίδης. Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη ότι τα βασικά της επιτόκια θα αυξηθούν κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούλιο, στην πρώτη αύξηση επιτοκίων έπειτα από 11 χρόνια, ενώ την 1η Ιουλίου τερματίζεται και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (ΑPP).
Σύμφωνα με τον κ. Γιασεμίδη, η σταδιακή απόσυρση των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης, το λεγόμενο tapering, κρίθηκε αναγκαίο σε μια προσπάθεια επιβράδυνσης των πληθωριστικών πιέσεων, αν και η αποτελεσματικότητα του μέτρου «δεν είναι τόσο εμφανής εφόσον οι αυξήσεις των τιμών τροφοδοτούνται από την αύξηση του ενεργειακού κόστους, απόρροια των τεχνητών παρεμβάσεων στην αγορά από τις συγκρούσεις στην Ουκρανία, τις κυρώσεις και τις αντικυρώσεις».
«Επιπλέον», πρόσθεσε, «η αύξηση των αποδόσεων αποτυπώνει και την ανησυχία και την αβεβαιότητα που επικρατεί όσον αφορά την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και των εθνικών οικονομιών, με την Ευρώπη να αντιμετωπίζει ίσως τις μεγαλύτερες αρνητικές συνέπειες από την υπάρχουσα κατάσταση».
Ο κ. Γιασεμίδης υπενθύμισε επίσης ότι τα προγράμματα στήριξης των παραγωγικών μονάδων των οικονομιών κατά την περίοδο της πανδημίας του Covid-19 χρηματοδοτήθηκαν με κρατικές δαπάνες, στο μεγαλύτερο μέρος τους, μέσα από την αύξηση του δημόσιου χρέους, επισημαίνοντας ταυτόχρονα την εκφρασθείσα ετοιμότητα της ΕΚΤ να στηρίξει χώρες της περιφέρειας της ΕΕ, οι οποίες αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες προκλήσεις όσον αφορά τους δείκτες δημοσίου χρέους.
Ανάγκη για συνετή δημοσιονομική πολιτική
Ερωτηθείς για τον αντίκτυπο από την αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων, ο κ. Γιασεμίδης είπε ως οι αποφάσεις της ΕΚΤ αυξάνουν το κόστος δανεισμού για τις κυβερνήσεις, για να προσθέσει ωστόσο ότι εκμεταλλευόμενες το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, κυβερνήσεις προέβησαν προληπτικά σε αναχρηματοδοτήσεις χρέους «απλώνοντας» τη λήξη του, κάνοντας έτσι τις χρηματοδοτικές ανάγκες πιο διαχειρίσιμες.
«Χώρες με συγκριτικά υψηλά ποσοστά δημοσίου χρέους, όπως η Κύπρος, θα πρέπει να μείνουν προσηλωμένες στη μείωσή του μέσω μιας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτό ενδεχομένως να αποτελεί μια σημαντική πρόκληση για μια εξωγενή οικονομία που καλείται να λειτουργήσει σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο πολιτικό και οικονομικό διεθνές περιβάλλον», είπε.
Επεσήμανε τέλος πως η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε αναδιαμόρφωση επενδυτικών χαρτοφυλακίων, ενώ τη δική του σημασία έχει και η πορεία του Ευρώ, η οποία επηρεάζεται από τις αυξήσεις των επιτοκίων, σε σχέση με άλλα ισχυρά νομίσματα.