EBRD: Μαύρες εκτιμήσεις υπό το πρίσμα του πολέμου στην Ουκρανία
20:09 - 20 Μαρτίου 2022
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει σημαντικές οικονομικές συνέπειες για την ενέργεια, τα τρόφιμα, τον πληθωρισμό και τη φτώχεια, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), η οποία τονίζει παράλληλα ότι «χωρίς αμφιβολία» η σύγκρουση θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία.
Η επικεφαλής οικονομολόγος της EBRD, Beata Javorcik, μίλησε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) για τις συνέπειες από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, από όπου έχουν διαφύγει μέχρι στιγμής περισσότεροι από τρία εκατομμύρια πρόσφυγες.
Οι παγκόσμιοι δανειστές δίνουν δισεκατομμύρια στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένου ενός «πακέτου ανθεκτικότητας» ύψους 2,0 δισεκατομμυρίων ευρώ από την EBRD με έδρα το Λονδίνο, αλλά επί του παρόντος δεν διαφαίνεται τέλος στη σύγκρουση.
Η κρίση εκτόξευσε τις τιμές των εμπορευμάτων λόγω των φόβων για την προσφορά, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό που βρίσκεται ήδη σε υψηλά πολλών δεκαετιών.
Συγκεκριμένα, ερωτηθείς για τις αυξανόμενες τιμές στις αγορές εμπορευμάτων, η επικεφαλής οικονομολόγος της EBRD είπε ότι ακόμα κι αν ο πόλεμος σταματούσε σήμερα, οι συνέπειες αυτής της σύγκρουσης θα ήταν αισθητές για τους επόμενους μήνες, και αυτό θα λειτουργούσε μέσω των τιμών των εμπορευμάτων.
«Οι φτωχοί θα πληγούν πολύ περισσότερο από τις υψηλότερες τιμές ενέργειας και από τις υψηλότερες τιμές των τροφίμων», υπογράμμισε, σημειώνοντας πως αυτό έχει συνέπειες στη φτώχεια και στην πολιτική σταθερότητα.
Ανέφερε επίσης ότι η Ρωσία και η Ουκρανία αποτελούν το 30% των εξαγωγών σιταριού παγκοσμίως και πρόσθεσε πως οι Ουκρανοί αγρότες δεν έχουν πουλήσει ακόμη την περσινή σοδειά.
«Η ναυτιλία στη Μαύρη Θάλασσα εμποδίζεται, και οι Ουκρανοί αγρότες δεν σπέρνουν νέες καλλιέργειες. Η Ρωσία και η Λευκορωσία είναι πολύ σημαντικοί εξαγωγείς αμμωνίας και θειικού καλίου για τα λιπάσματα», πρόσθεσε.
Είπε ακόμη ότι υπάρχει αντίκτυπος στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επειδή το νικέλιο, ο χαλκός, η πλατίνα και το παλλάδιο στηρίζουν την βιομηχανία των ΑΠΕ.
«Αν σκεφτείτε ότι το φυσικό αέριο βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ στην Ευρώπη και το πετρέλαιο σε υψηλά επίπεδα παγκοσμίως... Όλα αυτά οδηγούν σε πληθωρισμό», σημείωσε.
Σε ερώτηση αν θα πληγεί η παγκόσμια οικονομία, η κ. Javorcik είπε ότι η σύγκρουση ήρθε σε μια εποχή που υπήρχε ήδη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, επομένως οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας θα θέσουν περισσότερα φρένα στην ανάπτυξη, ενώ ο υψηλότερος πληθωρισμός θα αναγκάσει τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια, κάτι που θα είναι επίσης κακό για την ανάπτυξη.
«Έτσι, αυτή η σύγκρουση θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό», τόνισε.
Σε σχέση με τον αντίκτυπο από τις κυρώσεις στη Ρωσία, ανέφερε ότι υπάρχει το βραχυπρόθεσμο οικονομικό κόστος που θα προκύψει από το πλήγμα στο διεθνές εμπόριο και από τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
«Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για την απώλεια της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, το ρούβλι που χάνει αξία και άλλα, αλλά ίσως αυτό που είναι πιο ενδιαφέρον είναι το μακροπρόθεσμο κόστος», πρόσθεσε.
Εάν, ακόμη και μετά το τέλος της σύγκρουσης, συνέχισε, η Ρωσία εκληφθεί ως επικίνδυνος προορισμός για επενδύσεις, ή αν γίνουν κάποιες εθνικοποιήσεις, όπως ακούσαμε σε δηλώσεις του (Προέδρου) Βλαντιμίρ Πούτιν, αυτό θα βλάψει τη φήμη της Ρωσίας, πρόσθεσε.
Ερωτηθείς για το κόστος στην ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, η κ. Javorcik είπε ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την διάρκεια των μαχών.
Μεγάλα μέρη της χώρας λειτουργούν, οι υποδομές υπάρχουν, το τραπεζικό σύστημα λειτουργεί, οι επιχειρήσεις είναι ακόμα ανοιχτές, αλλά είναι πολύ δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί, πρόσθεσε.
Ανέφερε ότι σύμφωνα με την ουκρανική κυβέρνηση, οι μισές εταιρείες έχουν κλείσει και άλλες εταιρείες εργάζονται με μειωμένη δυναμικότητα και πρόσθεσε πως αυτό δείχνει ότι το οικονομικό κόστος θα είναι σημαντικό.
Κληθείς να αναφερθεί στις προοπτικές για την προσφυγική κρίση, η επικεφαλής οικονομολόγος της EBRD είπε ότι είναι μια τραγική κατάσταση που τόσοι πολλοί άνθρωποι χρειάστηκε να ξεριζωθούν.
Ανέφερε, ωστόσο, ότι αυτό που λέει η ιστορική εμπειρία είναι ότι ορισμένοι από τους πρόσφυγες μένουν στις χώρες υποδοχής τους και χρησιμεύουν ως γέφυρα, ως άνθρωποι που δημιουργούν επιχειρηματικούς δεσμούς με τη χώρα καταγωγής τους και με αυτόν τον τρόπο διευκολύνουν τις ροές επενδύσεων και εμπορίου.
«Η ιστορική εμπειρία μας λέει ότι, αν συνεχιστεί η σύγκρουση, ο αριθμός των προσφύγων μπορεί να φτάσει τα έξι εκατομμύρια, κάτι που δεν έχει προηγούμενο», τόνισε.