Aειφορία και ισορροπημένο, δομημένο περιβάλλον
08:52 - 17 Νοεμβρίου 2021
Γράφει ο Αντώνης Κακουλλής*
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι τα κτίρια ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την εκπομπή ρύπων στην ατμόσφαιρα και συγκεκριμένα διοξειδίου του άνθρακα, ενώ καταγράφουν ποσοστό 40% στην ολική κατανάλωση ενέργειας.
Τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο των προσπαθειών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, έχει παρατηρηθεί σημαντική βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των νεόδμητων κτιρίων στην Ευρώπη, μέσω της εφαρμογής ευρωπαϊκών οδηγιών. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, τα υλικά που χρησιμοποιούνται για θερμομόνωση τόσο κατά την παρασκευή τους όσο και κατά τη μελλοντική τους κατεδάφιση/ανακύκλωση, επιβαρύνουν σοβαρά το περιβάλλον. Η βελτίωση, λοιπόν, της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων δεν συνεπάγεται απαραίτητα βέλτιστη και σωστή χρήση πρώτων υλών και δεν επιτυγχάνεται πάντα με γνώμονα την αειφορία.
Προς αυτή την κατεύθυνση, στην Αμερική δημιουργήθηκε ένας Πράσινος Οδηγός για τα κτίρια, ο οποίος εφαρμόζεται σε καθαρά εθελοντική βάση, ωστόσο συμβαδίζει με τα πρότυπα της χώρας και προσφέρει κατευθυντήριες γραμμές τόσο για οικοδόμηση νέων κτιρίων όσο και για ανακαίνιση υφιστάμενων. Η αγορά ακινήτων στην Αμερική έχει εφαρμόσει σε μεγάλο βαθμό τον οδηγό αυτό, αφού οι αγοραστές εκλαμβάνουν ως πλεονέκτημα την πιστοποίηση που προσφέρεται. Η πιστοποίηση παραχωρείται από εγκεκριμένα γραφεία, τα οποία παρακολουθούν την κατασκευή σε διάφορα στάδια για να βεβαιωθούν ότι ακολουθούνται τα πρότυπα και οι προδιαγραφές. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αν και η ΕΕ εξετάζει την καθιέρωση επιπέδων αειφορίας, επί του παρόντος δεν υπάρχει συγκεκριμένο πρότυπο που να προσφέρει σωστή καθοδήγηση. Σε ό,τι αφορά την Κύπρο τα θέματα αειφορίας υπάγονται σε διαφορετικούς νόμους και κανονισμούς, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει μία ξεκάθαρη κατεύθυνση, ενώ δεν έχουν δοθεί ούτε επαρκή και στοχευμένα κίνητρα για την ανάπτυξη αειφόρων κτιρίων.
Ένα παράδειγμα θα ήταν η παροχή οικονομικών κινήτρων σε σχέση με το επίπεδο αειφορίας ενός νέου κτιρίου, τα οποία να αφορούν φορολογικές ελαφρύνσεις, επιχορηγήσεις, επιτάχυνση αδειοδότησης ή και πολεοδομικά κίνητρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφαρμογή επιπρόσθετου συντελεστή δόμησης, όταν η παραγωγή ενέργειας είναι συγκεκριμένης αναλογίας με την κατανάλωση, έχει φέρει πολύ θετικά αποτελέσματα τα τελευταία χρόνια. Εντοπίζεται, λοιπόν, η ανάγκη για επίσπευση της προώθησης μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για την ενσωμάτωση της αειφορίας στο δομημένο περιβάλλον, σε συνεργασία με τα διάφορα οργανωμένα σύνολα/φορείς του κατασκευαστικού τομέα.
Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στο σύστημα αδειοδότησης. Ειδικότερα, το σύστημα αδειοδότησης θα μπορούσε να περιλαμβάνει πολιτικές, οι οποίες να ευθυγραμμίζονται με τις δεσμεύσεις για την κλιματική αλλαγή και την επίτευξη του καθαρού μηδενικού άνθρακα έως το 2050. Μεταξύ άλλων, προτείνεται όπως στα κριτήρια αδειοδότησης περιληφθούν η απαίτηση χαμηλού ή μηδενικού άνθρακα για τις καινούργιες αναπτύξεις, καθώς και η καθιέρωση ενός αντισταθμιστικού σχεδίου για αναπτύξεις που δεν μπορούν να επιτύχουν τον στόχο του μηδενικού άνθρακα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Οξφόρδης όπου όλες οι νέες κατοικίες θα έπρεπε να είχαν στόχο να επιτύχουν 20-25% βελτίωση στο ποσοστό εκπομπών άνθρακα και όπου αυτό δεν μπορούσε να επιτευχθεί, θα έπρεπε να είναι δυνατή η αντιστάθμιση μέσω συνεισφορών σχεδιασμού.
Σύμφωνα με το τοπικό σχέδιο της Οξφόρδης που εγκρίθηκε το 2020, πολεοδομική άδεια χορηγείται μόνο για νεόδμητα σπίτια και άλλες μορφές ανάπτυξης, εφόσον επιτύχουν τουλάχιστον 40% μείωση των εκπομπών άνθρακα, με την απαίτηση να αυξάνεται σε τουλάχιστον 50% από τις 31 Μαρτίου 2026. Επιπρόσθετα, κατά την αδειοδότηση ενός νεόδμητου κτιρίου θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη ο σχεδιασμός του, ο οποίος θα πρέπει να μεγιστοποιεί την αντοχή του στην κλιματική αλλαγή, μέσα από τη λήψη μέτρων όπως η ηλιακή σκίαση και γενικά η χρήση παθητικής αρχιτεκτονικής, μειώνοντας την απαιτούμενη ενέργεια για την καθημερινή λειτουργία του.
Τέλος, για να καταστεί το σύστημα αδειοδότησης ένας αποτελεσματικός μηχανισμός για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, χρειάζεται να θεσπιστούν πολιτικές που να ανταποκρίνονται, παράλληλα, στις πραγματικότητες της αγοράς ακινήτων. Κι αυτό, για να διασφαλιστεί ότι οι απαιτήσεις που θα τίθενται στις εταιρείες ανάπτυξης γης δεν θα επηρεάσουν δυσμενώς την κατασκευή και την παράδοση νέων μονάδων και ότι η αλλαγή θα είναι σταδιακή, για να μπορέσει να απορροφηθεί, και να μην καταστεί η χώρα μας (και η κυπριακή αγορά ακινήτων) μη ανταγωνιστική.
*Τεχνικός διευθυντής της Imperio