Ανακοίνωση Εμπορικών Κέντρων
07:35 - 17 Ιανουαρίου 2021
Μετά από 15 μέρες χωρίς απαντήσεις από τις αρμόδιες αρχές, είχαμε στις 14/1/21 τη δυνατότητα να συναντηθούμε με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ελέγχου, θέτοντας ξανά τα καίρια μας ερωτήματα, έναντι μιας πραγματικότητας που εδώ και μήνες αφήνει εκτεθειμένους 600 επιχειρήσεις και 12.000 εργαζομένους, που δραστηριοποιούνται στα Εμπορικά Κέντρα.
Στην συνάντηση, η οποία έγινε στην παρουσία εκπροσώπου της επιδημιολογικής ομάδας και του Προέδρου του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, ζητήθηκε να διερευνηθεί η απόφαση για αναστολή λειτουργίας των Εμπορικών Κέντρων, καθώς και τα κριτήρια που την τεκμηριώνουν, λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την ίδια περίοδο παρέμειναν ανοικτά καταστήματα που διαθέτουν χώρους, με διαστάσεις, χρήσεις και επισκεψιμότητα ανάλογες με τα εμπορικά κέντρα. Παράλληλα, τέθηκε έντονα το ερώτημα, για τα στοιχεία και κριτήρια που καθιστούν τα εμπορικά κέντρα να έχουν υψηλότερο βαθμό επικινδυνότητας, δεδομένου ότι για όσο είχε επιτραπεί η λειτουργία τους, αποδεδειγμένα εφαρμόζονταν μέτρα προστασίας της δημόσιας και ατομικής υγείας, τόσο από τα ίδια τα εμπορικά κέντρα όσο και από τα καταστήματα που βρίσκονται σε αυτά.
Παραθέτουμε πιο κάτω αποσπάσματα της επιστολής που κατατέθηκε ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελέγχου.
Από τις 13 Νοεμβρίου που αποφασίστηκε η αναστολή λειτουργίας των εμπορικών κέντρων Λεμεσού και Πάφου, αλλά και από τις 9 Δεκεμβρίου που εξαγγέλθηκε η απόφαση αναστολής του συνόλου των εμπορικών κέντρων, εκφράσαμε προς τον ΠτΔ, τον Πρόεδρο της Βουλής, τον Υπ. Υγείας, τον Υπ.Οικονομικών, τους Προέδρους των κομμάτων, ΚΕΒΕ, ΟΕΒ και άλλους αρμόδιους φορείς την μεγάλη απογοήτευση μας και έντονο προβληματισμό για αυτές τις αποφάσεις.
Τονίσαμε ότι από υγειονομικής άποψης, η αναστολή της λειτουργίας των εμπορικών κέντρων θα ωθήσει τους καταναλωτές να ψωνίσουν μόνο από συγκεκριμένα καταστήματα και πολυκαταστήματα εκτός των εμπορικών κέντρων, γεγονός που αναμένεται να δημιουργήσει τεράστιες ουρές και γενικότερα συνωστισμό στους χώρους αυτούς. Επισημάναμε το αυτονόητο, ότι δηλαδή, η προσφορά περισσότερων εναλλακτικών επιλογών στους καταναλωτές θα αποσυμφόριζε τους χώρους λιανικού εμπορίου, συμβάλλοντας, έτσι, στην προστασία των καταναλωτών και του κοινού γενικότερα. Όντως το κλείσιμο των εμπορικών κέντρων εξανάγκασε τους καταναλωτές να επισκεφθούν περιορισμένο αριθμό καταστημάτων, με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν τεράστιες ουρές και να δημιουργηθεί απίστευτος συνωστισμός, τόσο στους εμπορικούς δρόμους όσο και στα καταστήματα που παρέμειναν ανοικτά και ιδιαίτερα στα πολυκαταστήματα.
Υπογραμμίσαμε επίσης ότι, η εν λόγω απόφαση, πέραν του ότι στοχοποιούσε, χωρίς καμία απολύτως τεκμηρίωση, τα εμπορικά κέντρα και τις επιχειρήσεις που στεγάζουν, θα είχε τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία αφού αναπόφευκτα θα οδηγούσε στην πτώχευση σημαντικό αριθμό μικρομεσαίων κυπριακών επιχειρήσεων και στην ανεργία 12,000 περίπου εργαζόμενων. Δεν υπάρχει κανένα δεδομένο που να δεικνύει ότι τα Εμπορικά Κέντρα υπήρξαν εστίες μετάδοσης της ασθένειας. Αντίθετα, είναι πάρα πολλές οι δηλώσεις και οι αναφορές όλων των μελών της επιδημιολογικής ομάδας ότι άλλες ήταν οι εστίες εξάπλωσης (συναθροίσεις σε οικίες, καφέ, εργασιακοί χώροι, σχολεία κλπ.). Αυτό αποδεικνύεται και από τα γεγονότα.
Την ίδια στιγμή, η πρωτόγνωρη αυτή απόφαση, δημιούργησε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού καθώς όλα τα υπόλοιπα καταστήματα, ανεξαρτήτως εμβαδού, συνέχισαν σε μία πολύ κρίσιμη περίοδο από απόψεως πωλήσεων, να λειτουργούν κανονικά.
Να σημειωθεί ότι η συνεισφορά των εμπορικών Κέντρων στα έσοδα του κράτους είναι εξαιρετικά σημαντική αφού μαζί με τις επιχειρήσεις που στεγάζουν καταβάλλουν στο κράτος επί ετήσιας βάσης το ποσό των €140εκ περίπου (Φόρο Προστιθέμενης Αξίας €80εκ + Εταιρικός Φόρος και Άμυνα €20εκ + Κοινωνικές ασφαλίσεις, ΓΕΣΥ και άλλα συναφή ταμεία €40εκ).
Δυστυχώς παρόλες τις προτροπές μας προς τις αρμόδιες αρχές για αναθεώρηση της απόφασης αναστολής της λειτουργίας των εμπορικών κέντρων, η απόφαση δεν ανακλήθηκε με αποτέλεσμα, όλες οι αρνητικές συνέπειες για τις οποίες προειδοποιούσαμε να γίνουν πραγματικότητα.
Το πιο πάνω, θεωρούμε ότι ήταν από τους κύριους λόγους της ραγδαίας επιδείνωσης της υγειονομικής εικόνας της χώρας μας. Πιο συγκεκριμένα όταν στις 11 Δεκέμβριου 2020 ανέστειλαν την λειτουργία τους τα εμπορικά κέντρα τα ημερήσια κρούσματα ανέρχονταν περίπου στα 300-400 και το ποσοστό θετικότητας ήταν περίπου στο 3%. Εντός 2-3 εβδομάδων, όπου και διαφάνηκαν τα αποτελέσματα την εν λόγω απόφασης, ο αριθμός των κρουσμάτων αυξήθηκε δραματικά στα 600 -700 ημερησίως, με το ποσοστό θετικότητας να εκτοξεύεται πάνω από 5%.
Ακριβώς γι’ αυτούς του λόγους και για αποφυγή παρόμοιων μελλοντικών αποφάσεων, οι οποίες θα έχουν τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις, τόσο στην υγειονομική εικόνα όσο και στην οικονομία της χώρας μας, ζητούμε όπως οι αρμόδιοι απαντήσουν, έστω και σήμερα, τα ερωτήματα που τους θέτουμε από την πρώτη ημέρα λήψης της απόφασης για αναστολή λειτουργίας των Εμπορικών Κέντρων.
Δυστυχώς, η απόφαση των αρμοδίων αρχών για αναστολή λειτουργίας των εμπορικών κέντρων, πέραν από ατεκμηρίωτη, μας οδήγησε εν πολλοίς στην σημερινή δραματική κατάσταση που βιώνουμε, με όλες τις αρνητικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της κυπριακής κοινωνίας και οικονομίας.
Στην συνάντηση, η οποία έγινε στην παρουσία εκπροσώπου της επιδημιολογικής ομάδας και του Προέδρου του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, ζητήθηκε να διερευνηθεί η απόφαση για αναστολή λειτουργίας των Εμπορικών Κέντρων, καθώς και τα κριτήρια που την τεκμηριώνουν, λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την ίδια περίοδο παρέμειναν ανοικτά καταστήματα που διαθέτουν χώρους, με διαστάσεις, χρήσεις και επισκεψιμότητα ανάλογες με τα εμπορικά κέντρα. Παράλληλα, τέθηκε έντονα το ερώτημα, για τα στοιχεία και κριτήρια που καθιστούν τα εμπορικά κέντρα να έχουν υψηλότερο βαθμό επικινδυνότητας, δεδομένου ότι για όσο είχε επιτραπεί η λειτουργία τους, αποδεδειγμένα εφαρμόζονταν μέτρα προστασίας της δημόσιας και ατομικής υγείας, τόσο από τα ίδια τα εμπορικά κέντρα όσο και από τα καταστήματα που βρίσκονται σε αυτά.
Παραθέτουμε πιο κάτω αποσπάσματα της επιστολής που κατατέθηκε ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελέγχου.
Από τις 13 Νοεμβρίου που αποφασίστηκε η αναστολή λειτουργίας των εμπορικών κέντρων Λεμεσού και Πάφου, αλλά και από τις 9 Δεκεμβρίου που εξαγγέλθηκε η απόφαση αναστολής του συνόλου των εμπορικών κέντρων, εκφράσαμε προς τον ΠτΔ, τον Πρόεδρο της Βουλής, τον Υπ. Υγείας, τον Υπ.Οικονομικών, τους Προέδρους των κομμάτων, ΚΕΒΕ, ΟΕΒ και άλλους αρμόδιους φορείς την μεγάλη απογοήτευση μας και έντονο προβληματισμό για αυτές τις αποφάσεις.
Τονίσαμε ότι από υγειονομικής άποψης, η αναστολή της λειτουργίας των εμπορικών κέντρων θα ωθήσει τους καταναλωτές να ψωνίσουν μόνο από συγκεκριμένα καταστήματα και πολυκαταστήματα εκτός των εμπορικών κέντρων, γεγονός που αναμένεται να δημιουργήσει τεράστιες ουρές και γενικότερα συνωστισμό στους χώρους αυτούς. Επισημάναμε το αυτονόητο, ότι δηλαδή, η προσφορά περισσότερων εναλλακτικών επιλογών στους καταναλωτές θα αποσυμφόριζε τους χώρους λιανικού εμπορίου, συμβάλλοντας, έτσι, στην προστασία των καταναλωτών και του κοινού γενικότερα. Όντως το κλείσιμο των εμπορικών κέντρων εξανάγκασε τους καταναλωτές να επισκεφθούν περιορισμένο αριθμό καταστημάτων, με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν τεράστιες ουρές και να δημιουργηθεί απίστευτος συνωστισμός, τόσο στους εμπορικούς δρόμους όσο και στα καταστήματα που παρέμειναν ανοικτά και ιδιαίτερα στα πολυκαταστήματα.
Υπογραμμίσαμε επίσης ότι, η εν λόγω απόφαση, πέραν του ότι στοχοποιούσε, χωρίς καμία απολύτως τεκμηρίωση, τα εμπορικά κέντρα και τις επιχειρήσεις που στεγάζουν, θα είχε τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία αφού αναπόφευκτα θα οδηγούσε στην πτώχευση σημαντικό αριθμό μικρομεσαίων κυπριακών επιχειρήσεων και στην ανεργία 12,000 περίπου εργαζόμενων. Δεν υπάρχει κανένα δεδομένο που να δεικνύει ότι τα Εμπορικά Κέντρα υπήρξαν εστίες μετάδοσης της ασθένειας. Αντίθετα, είναι πάρα πολλές οι δηλώσεις και οι αναφορές όλων των μελών της επιδημιολογικής ομάδας ότι άλλες ήταν οι εστίες εξάπλωσης (συναθροίσεις σε οικίες, καφέ, εργασιακοί χώροι, σχολεία κλπ.). Αυτό αποδεικνύεται και από τα γεγονότα.
Την ίδια στιγμή, η πρωτόγνωρη αυτή απόφαση, δημιούργησε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού καθώς όλα τα υπόλοιπα καταστήματα, ανεξαρτήτως εμβαδού, συνέχισαν σε μία πολύ κρίσιμη περίοδο από απόψεως πωλήσεων, να λειτουργούν κανονικά.
Να σημειωθεί ότι η συνεισφορά των εμπορικών Κέντρων στα έσοδα του κράτους είναι εξαιρετικά σημαντική αφού μαζί με τις επιχειρήσεις που στεγάζουν καταβάλλουν στο κράτος επί ετήσιας βάσης το ποσό των €140εκ περίπου (Φόρο Προστιθέμενης Αξίας €80εκ + Εταιρικός Φόρος και Άμυνα €20εκ + Κοινωνικές ασφαλίσεις, ΓΕΣΥ και άλλα συναφή ταμεία €40εκ).
Δυστυχώς παρόλες τις προτροπές μας προς τις αρμόδιες αρχές για αναθεώρηση της απόφασης αναστολής της λειτουργίας των εμπορικών κέντρων, η απόφαση δεν ανακλήθηκε με αποτέλεσμα, όλες οι αρνητικές συνέπειες για τις οποίες προειδοποιούσαμε να γίνουν πραγματικότητα.
Το πιο πάνω, θεωρούμε ότι ήταν από τους κύριους λόγους της ραγδαίας επιδείνωσης της υγειονομικής εικόνας της χώρας μας. Πιο συγκεκριμένα όταν στις 11 Δεκέμβριου 2020 ανέστειλαν την λειτουργία τους τα εμπορικά κέντρα τα ημερήσια κρούσματα ανέρχονταν περίπου στα 300-400 και το ποσοστό θετικότητας ήταν περίπου στο 3%. Εντός 2-3 εβδομάδων, όπου και διαφάνηκαν τα αποτελέσματα την εν λόγω απόφασης, ο αριθμός των κρουσμάτων αυξήθηκε δραματικά στα 600 -700 ημερησίως, με το ποσοστό θετικότητας να εκτοξεύεται πάνω από 5%.
Ακριβώς γι’ αυτούς του λόγους και για αποφυγή παρόμοιων μελλοντικών αποφάσεων, οι οποίες θα έχουν τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις, τόσο στην υγειονομική εικόνα όσο και στην οικονομία της χώρας μας, ζητούμε όπως οι αρμόδιοι απαντήσουν, έστω και σήμερα, τα ερωτήματα που τους θέτουμε από την πρώτη ημέρα λήψης της απόφασης για αναστολή λειτουργίας των Εμπορικών Κέντρων.
- Βάσει ποιων στοιχείων και ερευνών έχει ανασταλεί η λειτουργία μόνο των εμπορικών κέντρων, δεδομένου ότι τηρούν με μεγάλη αυστηρότητα τα μέτρα κατά της εξάπλωσης του κορωνοϊού, όπως αυτά καθορίστηκαν από τις αρμόδιες αρχές.
- Με ποια κριτήρια και ποια στοιχεία καθορίστηκε ότι όλα τα υπόλοιπα εμπορικά καταστήματα, ανεξάρτητα αν πρόκειται για πολυκαταστήματα, καταστήματα σε εμπορικούς δρόμους ή καταστήματα εντός υπεραγορών, είναι πιο ασφαλή για το κοινό και δεν συνιστούν χώρους αυξημένης μετάδοσης του ιού;
- Σημειώνεται το γεγονός ότι ορισμένα από αυτά τα πολυκαταστήματα, στα οποία επιτράπηκε να λειτουργούν, διαθέτουν χώρους με διαστάσεις, χρήσεις και επισκεψιμότητα ανάλογες με τα εμπορικά κέντρα. Εάν τα καταστήματα αυτά θεωρούνται ασφαλή, τότε γιατί τα εμπορικά κέντρα θεωρούνται χώροι υψηλής επικινδυνότητας;
- Γιατί καμία άλλη χώρα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχει λάβει παρόμοια μέτρα που να περιλαμβάνουν την αναστολή της λειτουργίας των Εμπορικών κέντρων ενώ την ίδια στιγμή όλα τα υπόλοιπα εμπορικά καταστήματα ανεξάρτητα εμβαδού να μπορούν να λειτουργούν κανονικά;
- Πώς η απόφαση αναστολής λειτουργίας των εμπορικών κέντρων έχει επηρεάσει τελικά την επιδημιολογική εικόνα, με δεδομένη την δραματική αύξηση των κρουσμάτων και του αριθμού των νοσηλευόμενων;
Δυστυχώς, η απόφαση των αρμοδίων αρχών για αναστολή λειτουργίας των εμπορικών κέντρων, πέραν από ατεκμηρίωτη, μας οδήγησε εν πολλοίς στην σημερινή δραματική κατάσταση που βιώνουμε, με όλες τις αρνητικές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της κυπριακής κοινωνίας και οικονομίας.