Το Λουκούμι Γεροσκήπου φιγουράρει στην ιστοσελίδα της Κομισιόν
19:00 - 30 Σεπτεμβρίου 2020
Εκτενή αναφορά στο Λουκούμι Γεροσκήπου με προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη κάνει στην ιστοσελίδα της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σημειώνεται ότι η προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (ΠΓΕ) διασφαλίζει ότι τουλάχιστον ένα από τα στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης ή της παρασκευής πραγματοποιείται στη συγκεκριμένη περιοχή.
«Το Λουκούμι Γεροσκήπου ΠΓΕ που διατίθεται σε ποικιλία χρωμάτων και γεύσεων, είναι ένα εκλεκτό γλύκισμα που παρασκευάζεται σε μια μικρή πόλη της νοτιοδυτικής ακτής της Κύπρου», τονίζει η Κομισιόν.
Η παρασκευή του γίνεται με απλά συστατικά και βασίζεται στις τοπικές δεξιότητες και σε παραδοσιακή μέθοδο που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά.
Ιστορία
Σύμφωνα με τον θρύλο, η θεά Αφροδίτη αναδύθηκε από τη θάλασσα στην ακτή «Πέτρα του Ρωμιού» και δημιούργησε τους ιερούς της κήπους κοντά στη Γεροσκήπου.
Παρά το γεγονός ότι οι θρυλικοί κήποι χάνονται στα βάθη του μύθου και του χρόνου, η Γεροσκήπου κατακλύζεται σήμερα από τα χρώματα του λουκουμιού, ενός δημοφιλούς γλυκίσματος που συνδέεται με την πόλη από το 1895, όταν ο Σοφοκλής Αθανασίου επέστρεψε στο χωριό του μετά από πολλά χρόνια στο εξωτερικό, με μια συνταγή στις βαλίτσες του.
Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, ο Αθανασίου δοκίμασε πολλά είδη λουκουμιού (Lokum στα τουρκικά), του γλυκού που απαντάται παντού στην Τουρκία και στη Μεσόγειο. Όταν επέστρεψε στο χωριό του, είχε διαμορφώσει μια συνταγή με βάση τις δικές του προτιμήσεις, την οποία σκόπευε να παρασκευάσει.
Δημιούργησε ένα μικρό εργοστάσιο και άνοιξε το δικό του κατάστημα λουκουμιών κοντά στην πλατεία της Γεροσκήπου το 1895. Σύντομα, η φήμη του καταστήματος και των γλυκισμάτων του εξαπλώθηκε σε ολόκληρο το νησί και στο εξωτερικό.
Το 1920 ο Αθανασίου μεταβίβασε την επιχείρηση στην κόρη του Χαρίκλεια και στον σύζυγό της Γαβριήλ Χατζηζηνοβίου. Στη συνέχεια, η σκυτάλη πέρασε στον γιο τους, τον Νικόδημο Γαβριήλ, και από το 1990 στη σύζυγό του Ευδοκία και στον γιο τους Γιώργο που συνεχίζουν την παράδοση.
Εμπνεόμενοι από την οικογένεια Αθανασίου, που πωλούν τα προϊόντα τους με την ονομασία «Αφροδίτη Delights», και άλλοι ζαχαροπλάστες στην περιοχή ασχολούνται με την παραγωγή λουκουμιών, ακολουθώντας τις ίδιες προδιαγραφές και εμβαθύνοντας τους δεσμούς ανάμεσα στην πόλη και τα γλυκίσματά της.
Αυτοί οι δεσμοί είναι τόσο ισχυροί, ώστε το 2007 το «Λουκούμι Γεροσκήπου» έγινε το πρώτο κυπριακό προϊόν που αναγνωρίστηκε επίσημα ως προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (ΠΓΕ). Είναι η μόνη ποικιλία λουκουμιού που πέτυχε αυτή την αναγνώριση.
Παραγωγή
Ο Σοφοκλής Αθανασίου παρασκεύασε την πρώτη παρτίδα λουκουμιών το 1895. Από τότε μέχρι σήμερα, το γλύκισμα εξακολουθεί να παρασκευάζεται με τον ίδιο τρόπο, σύμφωνα με την ίδια συνταγή, και πάντοτε εντός των ορίων της Γεροσκήπου.
Η τέχνη της παρασκευής του προϊόντος «Λουκούμι Γεροσκήπου» βρίσκεται στην επίτευξη της εξαιρετικής γλυκύτητας και της υφής που κάνουν το προϊόν να ξεχωρίζει από κάθε άλλη ποικιλία λουκουμιού. Σε αντίθεση με πολλές από τις ποικιλίες αυτές, το Λουκούμι Γεροσκήπου δεν περιέχει ούτε γλυκόζη ούτε ζελατίνη. Για να επιτευχθεί η επιθυμητή γεύση και υφή, κάθε στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας πρέπει να εκτελείται με υπομονή και ακρίβεια, με αξιοποίηση των τοπικών δεξιοτήτων και της τεχνογνωσίας που έχει διαμορφωθεί από τον χρόνο και την παράδοση.
Στην αρχή τοποθετείται νερό σε ένα μεγάλο θερμαινόμενο δοχείο. Στη συνέχεια προστίθεται ζάχαρη και κιτρικό οξύ. Το μείγμα βράζει σε θερμοκρασία 100 °C επί 35 λεπτά.
Στη συνέχεια προστίθεται άμυλο αραβοσίτου που έχει προηγουμένως διαλυθεί σε κρύο νερό για να πήξει το μείγμα, το οποίο διατηρείται σε θερμοκρασία από 100 - 130 °C επί 2 ώρες και αναδεύεται με ταχύτητα 36 στροφών το λεπτό.
Ακολουθεί η προσθήκη των αρωματικών, τα οποία πρέπει να επιλέγονται από κατάλογο προεγκεκριμένων ουσιών. Κάθε αρωματικό έχει επιλεγεί προσεκτικά για να συμπληρώνει τη φυσική γλυκύτητα του λουκουμιού. Οι γεύσεις ποικίλλουν από τριαντάφυλλο μέχρι φράουλα και από μανταρίνι μέχρι μπανάνα, περγαμόντο, και φιστίκι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, προστίθενται χρωστικές ουσίες, σοκολάτα ή καβουρντισμένοι ξηροί καρποί. Συστατικά, όπως τα αμύγδαλα και το μέλι, προέρχονται από την τοπική παραγωγή στην επαρχία της Πάφου.
Μετά την πλήρη ανάμειξη των αρωματικών, το παχύρρευστο πλέον μείγμα τοποθετείται σε μεγάλα δοχεία για να πάρει σχήμα. Μόλις κρυώσει, το μείγμα λαμβάνει την τελική ζελατινώδη μορφή του, η οποία χαρακτηρίζεται από υφή σφικτή, που επιτρέπει την ταχεία επιστροφή του στο αρχικό σχήμα όταν πιέζεται, αλλά ταυτόχρονα μαλακή ώστε το γλύκισμα να λιώνει στο στόμα.
Το τελικό προϊόν κόβεται σε κύβους μεγέθους μπουκιάς, οι οποίοι ραντίζονται με ζάχαρη άχνη ή τριμμένη καρύδα.