Στο χαμηλό επίπεδο του 0,63% του ΑΕΠ το μερίδιο για Έρευνα και Ανάπτυξη
16:40 - 15 Ιουλίου 2020

Σε χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με άλλες χώρες, παρέμεινε το 2018 το μερίδιο του ΑΕΠ της Κύπρου που αναλογεί στις δραστηριότητες Έρευνας και Ανάπτυξης, αγγίζοντας το 0,63% του ΑΕΠ παρά τη μεγάλη αύξηση στις ερευνητικές δαπάνες που ανήλθε στο 20,8%, κατά το υπό αναφορά έτος, σε σχέση με το 2017. 
Σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα της ειδικής έρευνας που πραγματοποίησε η Στατιστική Υπηρεσία για τον καταρτισμό στοιχείων για την επιστημονική έρευνα και την πειραματική ανάπτυξη, οι συνολικές δαπάνες για ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο κατά το 2018 υπολογίζονται σε €133,1 εκ. και αντιστοιχούν σε 0,63% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, σε σύγκριση με €110,2 εκ. ή 0,55% του ΑΕΠ το 2017.
Ενδεικτικά, η Στατιστική Υπηρεσία αναφέρει ότι το ποσοστό αυτό στις χώρες -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται σε 2,12% κατά μέσο όρο (κυμαίνεται από 0,50% στη Ρουμανία, 0,57% στη Μάλτα και 0,64% στη Λετονία, σε 3,13% στη Γερμανία, 3,17% στην Αυστρία και 3,32% στη Σουηδία).
Ωστόσο, αναφέρεται ότι η Κύπρος διαθέτει έναν από τους ψηλότερους μέσους ετήσιους ρυθμούς αύξησης στις ερευνητικές δαπάνες, που ανέρχεται σε 10,39% για την περίοδο 1998 – 2018.
Ειδικότερα, κατά τομέα δραστηριότητας, ο τομέας των επιχειρήσεων παρουσίασε το 2018 ερευνητικές δαπάνες ύψους €53,9 εκ. ή 40,5% του συνόλου, η τριτοβάθμια εκπαίδευση €53,4 εκ. ή 40,1%, τα ιδιωτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα €14,7 εκ. ή 11,0% και το δημόσιο €11,1 εκ. ή 8,4% σε σύγκριση με μερίδια 37,1%, 41,2%, 11,7% και 10,0% αντίστοιχα το 2017 (Διάγραμμα 2).
Στον τομέα των επιχειρήσεων, ο κλάδος της ενημέρωσης και επικοινωνίας αποτέλεσε τον κύριο φορέα ερευνητικής δραστηριότητας με δαπάνες ύψους €28,3 εκ., ενώ σημαντική, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, ήταν και η συνεισφορά της μεταποιητικής βιομηχανίας (και ιδιαίτερα των κλάδων παραγωγής βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και σκευασμάτων και κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων και ηλεκτρολογικού εξοπλισμού) με €19,7 εκ.
Επιπλέον, από πόρους του δημοσίου χρηματοδοτήθηκε το 2018 το 18,4% της ερευνητικής δραστηριότητας (€24,5 εκ.), σε σύγκριση με €21,9 εκ. ή 19,9% το 2017, ενώ €20,5 εκ. προήλθαν από τον προϋπολογισμό των δημόσιων πανεπιστημίων και €34,4 εκ. από πηγές του εξωτερικού (περιλαμβανομένων κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Ποσό €53,7 εκ. ή 40,3% του συνόλου προήλθε από τον ιδιωτικό τομέα.
Το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητικών δαπανών, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσιά, επικεντρώθηκε στις θετικές επιστήμες (€58,0 εκ.), ενώ οι επιστήμες μηχανικού απορρόφησαν €37,1 εκ., οι κοινωνικές επιστήμες €18,2 εκ., οι ιατρικές επιστήμες €7,4 εκ., οι αγροτικές επιστήμες €6,6 εκ. και οι ανθρωπιστικές επιστήμες €5,8 εκ.
Ο αριθμός των ατόμων που απασχολήθηκαν σε ερευνητικές δραστηριότητες κατά το 2018 ανήλθε σε 3.754, σε σύγκριση με 3.320 το 2017.
Σε όρους ισοδύναμου πλήρους απασχόλησης, ο αριθμός αυτός υπολογίζεται σε 1.826 άτομα, εκ των οποίων τα 707 ή 38,7% ήταν γυναίκες. Ποσοστό 34,4% του ερευνητικού δυναμικού κατείχε διδακτορικό τίτλο.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ

Σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα της ειδικής έρευνας που πραγματοποίησε η Στατιστική Υπηρεσία για τον καταρτισμό στοιχείων για την επιστημονική έρευνα και την πειραματική ανάπτυξη, οι συνολικές δαπάνες για ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο κατά το 2018 υπολογίζονται σε €133,1 εκ. και αντιστοιχούν σε 0,63% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, σε σύγκριση με €110,2 εκ. ή 0,55% του ΑΕΠ το 2017.
Ενδεικτικά, η Στατιστική Υπηρεσία αναφέρει ότι το ποσοστό αυτό στις χώρες -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται σε 2,12% κατά μέσο όρο (κυμαίνεται από 0,50% στη Ρουμανία, 0,57% στη Μάλτα και 0,64% στη Λετονία, σε 3,13% στη Γερμανία, 3,17% στην Αυστρία και 3,32% στη Σουηδία).
Ωστόσο, αναφέρεται ότι η Κύπρος διαθέτει έναν από τους ψηλότερους μέσους ετήσιους ρυθμούς αύξησης στις ερευνητικές δαπάνες, που ανέρχεται σε 10,39% για την περίοδο 1998 – 2018.
Ειδικότερα, κατά τομέα δραστηριότητας, ο τομέας των επιχειρήσεων παρουσίασε το 2018 ερευνητικές δαπάνες ύψους €53,9 εκ. ή 40,5% του συνόλου, η τριτοβάθμια εκπαίδευση €53,4 εκ. ή 40,1%, τα ιδιωτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα €14,7 εκ. ή 11,0% και το δημόσιο €11,1 εκ. ή 8,4% σε σύγκριση με μερίδια 37,1%, 41,2%, 11,7% και 10,0% αντίστοιχα το 2017 (Διάγραμμα 2).
Στον τομέα των επιχειρήσεων, ο κλάδος της ενημέρωσης και επικοινωνίας αποτέλεσε τον κύριο φορέα ερευνητικής δραστηριότητας με δαπάνες ύψους €28,3 εκ., ενώ σημαντική, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, ήταν και η συνεισφορά της μεταποιητικής βιομηχανίας (και ιδιαίτερα των κλάδων παραγωγής βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και σκευασμάτων και κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων και ηλεκτρολογικού εξοπλισμού) με €19,7 εκ.
Επιπλέον, από πόρους του δημοσίου χρηματοδοτήθηκε το 2018 το 18,4% της ερευνητικής δραστηριότητας (€24,5 εκ.), σε σύγκριση με €21,9 εκ. ή 19,9% το 2017, ενώ €20,5 εκ. προήλθαν από τον προϋπολογισμό των δημόσιων πανεπιστημίων και €34,4 εκ. από πηγές του εξωτερικού (περιλαμβανομένων κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Ποσό €53,7 εκ. ή 40,3% του συνόλου προήλθε από τον ιδιωτικό τομέα.
Το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητικών δαπανών, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσιά, επικεντρώθηκε στις θετικές επιστήμες (€58,0 εκ.), ενώ οι επιστήμες μηχανικού απορρόφησαν €37,1 εκ., οι κοινωνικές επιστήμες €18,2 εκ., οι ιατρικές επιστήμες €7,4 εκ., οι αγροτικές επιστήμες €6,6 εκ. και οι ανθρωπιστικές επιστήμες €5,8 εκ.
Ο αριθμός των ατόμων που απασχολήθηκαν σε ερευνητικές δραστηριότητες κατά το 2018 ανήλθε σε 3.754, σε σύγκριση με 3.320 το 2017.
Σε όρους ισοδύναμου πλήρους απασχόλησης, ο αριθμός αυτός υπολογίζεται σε 1.826 άτομα, εκ των οποίων τα 707 ή 38,7% ήταν γυναίκες. Ποσοστό 34,4% του ερευνητικού δυναμικού κατείχε διδακτορικό τίτλο.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ