Η σύγχρονη κοινωνία της Κύπρου - σκέψεις εν μέσω πανδημίας
18:00 - 31 Μαρτίου 2020
Διανύουμε, συντρέχοντας με τις εξελίξεις της υφηλίου, μια αβέβαιη προς το παρόν κατάσταση, καθώς η υφιστάμενη υψηλής έντασης πανδημία, όχι μόνο είναι πρωτόγνωρη, αλλά επίσης αποδεικνύει ότι τα κράτη ανά τον κόσμο ήταν ανέτοιμα για αντιμετώπιση της. Ανέτοιμα σε σχέση με όλα τα επίπεδα (συστήματα υγείας, διακυβέρνηση, θεσμοί, προμήθειες, εξοπλισμός, κοινωνία, οικονομία κτλ). Αυτό ισχύει και στην περίπτωση της Κύπρου στην έκταση της οποίας, δυστυχώς, έχει επίσης εξαπλωθεί.
Εκτός των πολυάριθμων αρνητικών επιπτώσεων που καταγράφονται καθημερινά σε όλα τα επίπεδα, εν μέσω τέτοιων κρίσεων δίνεται η δυνατότητα παρατήρησης και κατανόησης συγκεκριμένων δεδομένων που χαρακτηρίζουν μια κοινωνία. Η ανάγκη λήψεως έκτακτων αποφάσεων για συγκεκριμένα μέτρα, ο τρόπος επιβολής τους και η ανταπόκριση της κοινωνίας, στο σύντομο χρονικό διάστημα κατά το οποίο εξελίσσονται, παρέχουν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να παρατηρήσει και να αντιληφθεί κανείς αυτά τα χαρακτηριστικά.
Εφόσον η πρόσφατη οικονομική κρίση έδειχνε σιγά-σιγά να ξεπερνιέται και η οικονομία του τόπου να ορθοποδεί, η κοινωνία της Κύπρου ενέσκηψε, τελευταίως, σε ατέρμονες συζητήσεις επί άλλων μειζόνων ζητημάτων όπως (μεταξύ άλλων) η παιδεία, το μεταναστευτικό κτλ. Κι εκεί που οι διάφορες πολιτικές και κοινωνικές ομάδες τοποθετούνταν έντονα αναλόγως των ιδεών και συμφερόντων που η κάθε μια εκπροσωπεί κι ενώ στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διεξαγόταν παράλληλα ακατάληπτος κανιβαλισμός, στις 9 Μαρτίου 2020 τα πρώτα δυο κρούσματα γνωστοποιούνται στο νησί μας, εν μέσω πανικού. Η μέρα αυτή καταγράφεται ως ορόσημο, καθώς σημειώνεται η έναρξη της χρονικής περιόδου κατά την οποία τα πάντα έχουν αλλάξει: η ρουτίνα, τα κρίσιμα ζητήματα, οι ανθρώπινες σχέσεις, οι διατροφικές και υγειονομικές συνήθειες, οι προτεραιότητες και άλλα. Οι συζητήσεις περί επανένωσης της πατρίδος, περί αντιμετώπισης των αυξανόμενων μεταναστευτικών ροών, περί ποδοσφαιρικών αγώνων και της εξέλιξης του αμφισβητούμενου πρωταθλήματος και άλλων ζητημάτων με τα οποία η κοινωνία της Κύπρου καταπιανόταν καθημερινά, έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. Τη θέση τους έχουν πλέον αντικαταστήσει ειδήσεις και συζητήσεις περί των επιπτώσεων της πανδημίας, περί αντοχών του συστήματος υγείας, περί οικονομικών επιπτώσεων και περί των περιοριστικών μέτρων που εφαρμόζονται είτε προληπτικά, είτε κατασταλτικά.
Οι κυβερνώντες (καλώς ή κακώς - αυτό χρήζει διαφορετικής ανάλυσης, αλλά δεν μας ενδιαφέρει για τους σκοπούς της παρούσας συζήτησης) επέλεξαν, στηριζόμενοι στο αίσθημα ευθύνης και ωριμότητας της κυπριακής κοινωνίας, τη σταδιακή επιβολή μέτρων, από τα πιο χαλαρά στα πιο αυστηρά. Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα σε άλλες χώρες (στις οποίες η πανδημία και η σχετική καμπύλη ανάπτυξης της βρίσκονταν σε πιο προχωρημένο στάδιο), όπως επίσης τις κατευθύνσεις της ΕΕ και του ΠΟΥ, με συχνές συσκέψεις στο υψηλότερο επίπεδο και με συχνά προεδρικά και υπουργικά διαγγέλματα, ανακοινώνονταν κλιμακωτά αυστηρότερα μέτρα. Όμως, σε κάθε ένα από αυτά τα στάδια παρατηρούνταν κάθε φορά συμπεριφορές που δυσχέραιναν την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων, γεγονός που έσπρωχνε τους κυβερνώντες να επανέρχονται εντός ολίγων ημερών με την επιβολή νέων πιο αυστηρών μέτρων. Οι συμπεριφορές δημιουργούνταν ως απόρροια της ιδιαίτερης κουλτούρας που διακατέχει την κυπριακή κοινωνία.
Πιο συγκεκριμένα και για να είναι πιο κατανοητή η συζήτηση, ας εξετάσουμε μερικά παραδείγματα. Κατά το πρώτο στάδιο, με την ανακοίνωση των πρώτων προληπτικών περιοριστικών μέτρων, δηλαδή του κλεισίματος κάποιων οδοφραγμάτων για καλύτερο έλεγχο των διερχομένων και της έναρξης υγειονομικού ελέγχου στα αεροδρόμια, είχαν αμέσως καταγραφεί αρκετές και ποικίλες αντιδράσεις από τις διάφορες πολιτικές και κοινωνικές ομάδες. Άλλοι κατακρίνοντας, άλλοι υπεραμυνόμενοι, χωρίς απαραίτητα να έχουν εν γνώσει τους όλα τα δεδομένα, με τοποθετήσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ανακοινώσεις, εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, συλλήψεις και καθημερινές συζητήσεις οι οποίες καταπιάνονταν αποκλειστικά με τις πολιτικές προεκτάσεις της απόφασης, αλλά σχεδόν καθόλου με τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους είχε ληφθεί. Ο παράλληλος κανιβαλισμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ως αναπόσπαστο πλέον μέρος της καθημερινής πραγματικότητας βρισκόταν στο απόγειο του. Ένας κανιβαλισμός που δεν γνωρίζει πλαίσιο λόγω του ‘δικαιώματος’ της ελεύθερης έκφρασης σύμφωνα με το οποίο ο καθένας μπορεί να εκφράζεται, να καταδεικνύει, να κατηγορεί και να καταδικάζει αυθαίρετα, κατά το δοκούν.
Οι αντιδράσεις αυτές εξαφανίστηκαν, ως διά μαγείας, λίγες μέρες μετά, όταν κατά το δεύτερο στάδιο είχαν πια ανακοινωθεί επίσημα κι άλλα κρούσματα στο νησί. Είχαν επίσης ανακοινωθεί επιπλέον περιοριστικά μέτρα. Τότε είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται, οι μέχρι πρότινος «πατριώτες» ή «προδότες» ή «αναρχικοί» ή «νεοφασίστες» ή «φίλοι του εχθρού» (παρατίθενται μόνο μερικά από τα επίθετα που είχαν καταγραφεί μέχρι εκείνο το χρονικό σημείο) ότι η κατάσταση σοβαρεύει και δεν αφορά πλέον πολιτικούς ηρωισμούς ή κοινωνικοπολιτικές τάσεις, αλλά συνιστά απειλή για την υγεία και τη ζωή του συνόλου του πληθυσμού και του καθενός. Ως αποτέλεσμα, οι διάφορες τοποθετήσεις που χρωματίζονταν με αυτούς τους χαρακτηρισμούς, αντικαταστάθηκαν αμέσως από δημοσιεύσεις συμβουλευτικού χαρακτήρα, υπό τύπον «συνιστούμε ψυχραιμία, υπομονή, προσοχή» και ούτω καθεξής, σε μια προσπάθεια κάλυψης της έλλειψης υπευθυνότητας, της παντελούς απουσίας οποιουδήποτε ίχνους ωριμότητας ή απλά εσπευσμένης προχειρότητας που διακατείχε τις, προ ολίγων ημερών, δηλώσεις των ιδίων.
Αφού λοιπόν γίνεται αντιληπτό ότι υπάρχει ορατός κίνδυνος απώλειας αγαπημένων προσώπων λόγω της πανδημίας, οι πολιτικές και κοινωνικές παρατάξεις/ομάδες υποχωρούν από το προσκήνιο, καθώς εκλείπει πλέον ο ‘ουσιώδης’ ρόλος τους και υποκαθιστούνται από τις υπηρεσίες υγείας και τους σχετικούς εμπειρογνώμονες. Ο αγώνας πια επικεντρώνεται στην παροχή ‘έγκαιρης’ και ‘έγκυρης’ πληροφόρησης όσον αφορά τις τοπικές και διεθνείς εξελίξεις σε σχέση με την πανδημία και τα ΜΜΕ απασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με το ζήτημα αυτό.
Η κοινωνία της Κύπρου ακολούθησε πιστά με παρόμοιου είδους συζητήσεις, διαγράφοντας πλήρως τα πολύ πρόσφατα τεκταινόμενα των προηγούμενων ημερών. Προληπτικά, αντιλαμβανόμενοι, εν μέρει, τον κίνδυνο και με βάση τη μέχρι εκείνου του σημείου πληροφόρηση, οι πολίτες, σε ένα εγωκεντρικότατο παραλήρημα, επιδράμουν κατά των υπεραγορών και φαρμακείων, εξαφανίζοντας από τα ράφια όλα τα αντισηπτικά, είδη καθαρισμού και χαρτιά υγείας, με στόχο να διασφαλίσουν τις απαραίτητες προμήθειες για το δικό τους σπίτι, αδιαφορώντας για τους συμπολίτες τους.
Η κοινωνία της Κύπρου ακολούθησε πιστά με παρόμοιου είδους συζητήσεις, διαγράφοντας πλήρως τα πολύ πρόσφατα τεκταινόμενα των προηγούμενων ημερών. Προληπτικά, αντιλαμβανόμενοι, εν μέρει, τον κίνδυνο και με βάση τη μέχρι εκείνου του σημείου πληροφόρηση, οι πολίτες, σε ένα εγωκεντρικότατο παραλήρημα, επιδράμουν κατά των υπεραγορών και φαρμακείων, εξαφανίζοντας από τα ράφια όλα τα αντισηπτικά, είδη καθαρισμού και χαρτιά υγείας, με στόχο να διασφαλίσουν τις απαραίτητες προμήθειες για το δικό τους σπίτι, αδιαφορώντας για τους συμπολίτες τους.
Καθώς όμως τα πιστοποιημένα κρούσματα στην Κύπρο αυξάνονται, νέα πιο αυστηρά περιοριστικά μέτρα τίθενται σε ισχύ που αφορούν πλέον στο πλήρες σφράγισμα των συνόρων και στον περιορισμό των ενδοχώριων μετακινήσεων. Σε αυτό το τρίτο στάδιο, παρατηρούνται πλέον ‘ιδιαίτερες’ συμπεριφορές από κοινωνικές ομάδες αναλόγως της περίπτωσης.
Για παράδειγμα, μόλις ανακοινώθηκε ότι είχε επιλεγεί το Γ.Ν. Αμμοχώστου ως ‘Νοσοκομείο Αναφοράς’, οι τοπικοί άρχοντες (δήμαρχοι και κοινοτάρχες) της ελεύθερης επαρχίας της Αμμοχώστου, απευθύνονται γραπτώς στον Υπουργό Υγείας για να του εκφράσουν τις ‘ανησυχίες’ και ‘ενόχληση’ τους για αυτή την επιλογή και τη διαπίστωση τους ότι «για ακόμη μια φορά η Επαρχία Αμμοχώστου δεν τυγχάνει της ανάλογης συμπεριφοράς με τα όσα προσφέρει, από τις αρχές της Δημοκρατίας».
Μετά από έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο την Κυριακή 15/3, ανακοινώνεται ότι «από την Δευτέρα 16 Μαρτίου 2020, από τις 6 μμ (απόγευμα) και έπειτα, η είσοδος στην Κυπριακή Δημοκρατία θα επιτρέπεται μόνο σε όσους πολίτες προσκομίσουν ιατρικό πιστοποιητικό εξέτασης για τον κορωνοϊό από εγκεκριμένο διαπιστευμένο οργανισμό ή και εργαστήριο για θέματα Δημόσιας Υγείας. Το ιατρικό πιστοποιητικό δεν πρέπει να είναι παλαιότερο των τεσσάρων ημερών». Το ορθό ή λανθασμένο της απόφασης δεν συζητείται καθώς χρήζει διαφορετικής ανάλυσης. Σε κάθε περίπτωση, αυτή ήταν η απόφαση που είχε ανακοινωθεί μαζί με άλλα μέτρα. Τη Δευτέρα, 16 Μαρτίου, μερίδα φοιτητών που σπουδάζουν στο εξωτερικό, γνωρίζοντας το περιεχόμενο της ανακοίνωσης, χωρίς να εξασφαλίσουν το απαραίτητο πιστοποιητικό, καταφθάνουν μετά τις 6μμ στα αεροδρόμια Λάρνακας και Πάφου με την αυθαίρετη απαίτηση να τους επιτραπεί η είσοδος, αγνοώντας πλήρως την ανακοίνωση ισχυριζόμενοι ότι είναι διατεθειμένοι να τεθούν σε 14ήμερη καραντίνα. Για τους σκοπούς της συζήτησης δεν θα ασχοληθούμε με τους λόγους για τους οποίους οι φοιτητές έπραξαν με αυτό τον τρόπο, αλλά αυτούσια με την ίδια την ενέργεια που πραγματοποιήθηκε ενόσω βρισκόταν σε ισχύ το συγκεκριμένο διάταγμα, ασχέτως ελλείψεων. Στην είσοδο του αεροδρομίου, οι γονείς των φοιτητών, που επίσης γνώριζαν τα περιοριστικά μέτρα και το ότι τα παιδιά τους ταξίδευαν χωρίς τα απαραίτητα πιστοποιητικά (άρα ήταν συμμέτοχοι στην πράξη των φοιτητών) να διαμαρτύρονται στα ΜΜΕ, που έτρεξαν να καλύψουν το γεγονός, ότι αδικούνται τα παιδιά τους. Με έκτακτη, επί τόπου, παρέμβαση του Υπουργού Μεταφορών, τελικά η κυβέρνηση, που ήλθε προ τετελεσμένων, υποχρεώνεται να υποχωρήσει, αποδεχόμενη την υποδοχή των φοιτητών, υπό τον όρο ότι δεν θα έρθουν σε επαφή με κανένα και θα διαμετακομιστούν απευθείας στους προκαθορισμένους χώρους φιλοξενίας για να τελέσουν υπό απομόνωση για το ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα.
Την επόμενη μέρα αναθεωρείται η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και ανακοινώνονται νέα διορθωτικά μέτρα σε σχέση με τη μεταφορά φοιτητών ή άλλων κυπρίων πολιτών από το εξωτερικό.. Την ίδια μέρα, οι φοιτητές, σε μια πράξη επίδειξης πλήρους ανευθυνότητας, αφού ‘είχε περάσει το δικό τους’, εξέρχονται από τους χώρους φιλοξενίας τους για απομόνωση και κάνουν περιπάτους στο χωριό που τους φιλοξενεί. Η κυβέρνηση αναγκάζεται να επιβάλει τη φύλαξη των χώρων φιλοξενίας για περιορισμό με τη χρήση του στρατού.
Στις υπεραγορές και σε φούρνους εφαρμόζονται επίσης προληπτικά μέτρα. Πολίτες εισέρχονται διαμαρτυρόμενοι και ισχυριζόμενοι ότι δεν τα χρειάζονται καθώς αυτοί είναι καλά στην υγεία τους, χωρίς να σκέφτονται τις πιθανές συνέπειες για εκείνους, για τα κοντινά τους πρόσωπα και για τις επιχειρήσεις που τους εξυπηρετούν.
Αναφοράς χρήζει επίσης το γεγονός ότι μετά από τις αμέτρητες συστάσεις της κυβέρνησης για όσον το δυνατό περισσότερο κατ’ οίκον περιορισμό, για αποφυγή αχρείαστων κινήσεων και την απαγόρευση συναθροίσεων, πολίτες κατέκλυσαν το πάρκο της Αθαλάσσας στη Λευκωσία «για να ξεσκάσουν» και τις λαϊκές αγορές στη Λεμεσό σκεφτόμενοι ξανά όχι το σύνολο, αλλά αποκλειστικά τις προσωπικές τους ανάγκες. Οι συμπεριφορές αυτές ανάγκασαν για ακόμα μια φορά την κυβέρνηση να αποφασίσει και να επιβάλει επιπλέον απαγορευτικά μέτρα, σε μια προσπάθεια να ελέγξει την ανυπακοή, την ανευθυνότητα και την ανώριμη στάση μιας ‘μερίδας του πληθυσμού’, όπως ανέφερε στο διάγγελμά του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Είναι όμως, αυτά τα περιστατικά, η συμπεριφορά και η στάση μιας μειονότητας του πληθυσμού ή αποτελεί το χαρακτήρα της κοινωνίας μας ο οποίος εκφράζεται από όλο τον πληθυσμό αντίστοιχα σε διαφορετικές περιπτώσεις; Σίγουρα δεν μπορεί να καταδικάσει κανείς το σύνολο της κυπριακής κοινωνίας για τα περιστατικά που αναφέρονται πιο πάνω, ούτε με βάση το καθένα ξεχωριστά να χαρακτηρίσει τον πληθυσμό της Κύπρου. Οι συμπεριφορές όμως αυτές είναι αποτέλεσμα μιας ευρύτερης κουλτούρας και συγκεκριμένων χαρακτηριστικών τα οποία διακατέχουν το σύνολο της κοινωνίας μας και έχουν διαμορφωθεί διαμέσου της σύγχρονης, κυρίως, ιστορίας της Κύπρου.
Το ότι, για παράδειγμα, οι γονείς έσπευσαν στα αεροδρόμια να παραλάβουν τα ‘μωρά’ τους που, εν γνώσει τους, παράνομα αφίχθηκαν στα τοπικά αεροδρόμια, αναδεικνύει τον ισχυρό ρόλο της οικογένειας και των οικογενειακών δεσμών που χαρακτηρίζουν την κυπριακή κοινωνία. Όσο και αν ο θεσμός της οικογένειας έχει σχετικά ‘ξεθωριάσει’ σε σύγκριση με το παρελθόν, εντούτοις ο ρόλος του στη κοινωνία της Κύπρου είναι ακόμη πολύ ισχυρός. Διαφαίνεται όμως ξεκάθαρα και η στάση εγωκεντρισμού ή και η προσπάθεια διασφάλισης του προσωπικού συμφέροντος παρά τις θεσμικές απαγορεύσεις ή η στάση ανευθυνότητας και ανωριμότητας των εκάστοτε εμπλεκομένων στην κάθε περίσταση, γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν, αν όχι απόλυτα, ως επί το πλείστον την κοινωνία της Κύπρου του σήμερα. Αυτά τα χαρακτηριστικά αντανακλούνται ποικιλοτρόπως σε διάφορες άλλες περιπτώσεις, με διαφορετικές συμπεριφορές. Ακόμη ένα χαρακτηριστικό που γίνεται ξεκάθαρα διακριτό μέσα από τις διάφορες αντιδράσεις που καταγράφονται κατόπιν ανακοίνωσης των διαταγμάτων, είναι το αίσθημα της αδικίας που εκφράζεται χωρίς αναστολές, όταν ο καθένας αντιληφθεί ότι κάποιος περιορισμός που επιβάλλεται στο πλαίσιο της πανδημίας επιδρά αρνητικά ως προς το προσωπικό του συμφέρον ή διευκόλυνση, ασχέτως εάν οι εκάστοτε σχετικοί περιορισμοί επιβάλλονται καθολικά, ισχύοντας για το σύνολο του πληθυσμού, με αποκλειστικό στόχο την συλλογική προστασία της κοινωνίας.
Σε αυτά τα συμπεράσματα συγκλίνουν επίσης τα στατιστικά στοιχεία που παρουσιάζονται κατόπιν της εφαρμογής των τελευταίων αυστηρότατων μέτρων περιορισμού. Όπως αναφέρεται, ενδεικτικά, σε αρκετά μέσα μαζικής ενημέρωσης, κατά τη 2η μέρα λειτουργίας της υπηρεσίας, στάλθηκαν 75.000 μηνύματα για διακίνηση κατ’ εξαίρεση στο 8998, κατά την 3η μέρα στάλθηκαν 110 χιλιάδες μηνύματα, ενώ επιπρόσθετα μεγάλο, αλλά ακαθόριστο αριθμό αποτελούν τα έντυπα που συμπληρώνονται, διά χειρός, από πολίτες. Αυτό σημαίνει ότι περίπου τουλάχιστον το 10% του πληθυσμού της Κύπρου αιτείται έξοδο από τον περιορισμό της οικίας του ημερησίως για διάφορους λόγους, δεδομένο που καταδεικνύει τάσεις απειθαρχίας προς τα διατάγματα και ανευθυνότητας ως προς την αντιμετώπιση της κατάστασης.
Αναντίλεκτα, δεν επιχειρείται η πλήρης σκιαγράφηση των γνωρισμάτων της κυπριακής κοινωνίας, αλλά η ανάδειξη των πιο φανερών, συγκεκριμένων στοιχείων, όπως αυτά προκύπτουν και καταγράφονται κατά τις πρόσφατες εξελίξεις στον τόπο μας, εν καιρώ πανδημίας. Όσο σοβαρή ή κρίσιμη κι αν είναι η χρονική περίοδος που διάγουμε, τα στοιχεία αυτά δεν εκλείπουν, αλλά εκφράζονται με διάφορους τρόπους, αναλόγως της περίστασης.