Σχέδια εκτάκτου ανάγκης από ελληνικές εταιρείες για τον κορωνοϊό
11:06 - 25 Φεβρουαρίου 2020
Εφοδιασμένη με προϊόντα, σε βραχυπρόθεσμη τουλάχιστον βάση, είναι η ελληνική αγορά, που στην πλειονότητά της εξαρτάται από εισαγωγές. Την εκτίμηση διατυπώνει σειρά παραγόντων του εγχώριου εμπορίου, οι οποίοι καθησυχάζουν σε ό,τι αφορά την πιθανή άμεση επίδραση του κορωνοϊού στο εγχώριο εμπόριο.
Παρ' όλα αυτά και δεδομένης της εξάπλωσης του ιού σε άλλες παραγωγικές περιοχές (Νότια Κορέα αλλά και εσχάτως Ιταλία), οι ευρωπαϊκές και ελληνικές επιχειρήσεις ξεπερνούν την αρχική αμηχανία και την αναμονή εκτόνωσης του φαινομένου και εξετάζουν σχέδια ενεργότερης διαχείρησης.
Ήδη χονδρεμπορικές και μεταποιητικές επιχειρήσεις εξετάζουν τη δυνατότητα υποκατάστασης των προμηθειών τους από άλλες αγορές, καθώς το βασικό πρόβλημα εστιάζεται στην πτώση της κινεζικής παραγωγής τόσο σε επίπεδο πρώτων υλών όσο και τελικού προϊόντος.
Τα κλειστά εργοστάσια σε διάφορες περιοχές της Κίνας έχουν ήδη δημιουργήσει καθυστερήσεις στην παράδοση προϊόντων, οι οποίες ωστόσο θεωρούνται ανεκτές. Την ίδια ώρα, το μεταφορικό έργο έχει σημαντικά μειωθεί λόγω των καθυστερήσεων στις εγκρίσεις απόπλου εμπορικών πλοίων από τις ασιατικές αγορές.
Ήδη η Cosco και οι θυγατρικές της ΟΛΠ και ΣΕΠ -που ελέγχουν τη μεγαλύτερη πύλη εμπορευμάτων προς την Ευρώπη- αναμένουν επιβράδυνση και ενδεχομένως ακόμα και μείωση του αριθμού των διακινούμενων εμπορευματοκιβωτίων στον Πειραιά. Προς στιγμήν, ό,τι εισάγεται στην ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά αποτελεί ήδη έτοιμο στοκ. Σημειώνεται ότι πέρυσι εισαγάγαμε από την Κίνα προϊόντα αξίας 4.061.275.531 δολαρίων και εξαγάγαμε προϊόντα αξίας 892.465.944 δολαρίων.
Αναλυτικότερα, η Jumbo, η οποία εισάγει την πλειονότητα των προϊόντων της από την Ασία έχει υπεραποθεματοποιήσει -ακολουθώντας μια πάγια τακτική της στην αρχή τους έτους-, εκμεταλλευόμενη την υπερβάλλουσα ρευστότητά της και θέλοντας να αποφύγει την εορταστική περίοδο της κινεζικής Πρωτοχρονιάς, περίοδο που ευλόγως παγώνουν παραγωγή και συναλλαγές.
Σύμφωνα με πηγές του ομίλου, στην παρούσα φάση αποδίδουν και οι πρόσφατες επενδύσεις στο εσωτερικό logistics σύστημα που επιτρέπει καλύτερη διαχείριση των αποθεμάτων. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο όμιλος παρακολουθεί τις εξελίξεις και αναμένεται να επαναξιολογήσει τη στάση του μετά το πρώτο 15νθήμερο του Μαρτίου.
Αντιστοίχως απαντούν και άλλοι Έλληνες μεγαλοεισαγωγείς κινεζικών προϊόντων, υπογραμμίζοντας πως προς το παρόν παραμένουν στοκαρισμένοι με είδη και δεν ανησυχούν άμεσα με ελλείψεις.
Μεγάλες πολυεθνικές αλυσίδες στην Ελλάδα, οι οποίες έχουν πρόσβαση και στην πανευρωπαϊκή πραγματικότητα, αρχίζουν να καταγράφουν αδυναμία επιβεβαίωσης τόσο του χρόνου αποστολής παραγγελιών όσο και του χρόνου παραγωγής εμπορευμάτων. Προς το παρόν σημειώνουν πως δεν έχουν καταγραφεί ελλείψεις στο ράφι ή στις αποθήκες τους, ωστόσο, θεωρούν βέβαιες τις καθυστερήσεις παράδοσης προϊόντων το επόμενο τρίμηνο.
Στην αγορά ένδυσης, δεδομένου ότι οι αλυσίδες έχουν ήδη εφοδιαστεί με προϊόντα της νέας σεζόν, οι επιχειρήσεις δίνουν «πίστωση» χρόνου, πριν καταγράψουν ουσιαστική επίπτωση. Η πλειονότητά τους εκτιμά ότι η κατάσταση θα αποσαφηνιστεί τους επόμενους μήνες, αλλά δεν αποκλείουν ενδεχόμενες καθυστερήσεις παράδοσης προϊόντων μετά από ένα 6μηνο.
Η ανησυχία ωστόσο πολλαπλασιάζεται, όταν στην περίμετρο του ιού έχουν μπει και περιοχές που έως πρότινος αποτελούσαν πιθανές εναλλακτικές λύσεις μεταφοράς της παραγωγής. Για παράδειγμα, πολλές εταιρείες ένδυσης αύξησαν τις παραγγελίες τους σε εργοστάσια που εδράζονται στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, προκειμένου να καλύψουν το έλλειμμα από τα κλειστά κινεζικά εργοστάσια. Ωστόσο, η εγκαταστημένη παραγωγική δυναμικότητα δεν επαρκεί να καλύψει τις ανάγκες της παγκόσμιας αγοράς, πόσω δε μάλλον των ελληνικών εταιρειών μικρής εμβέλειας και διαπραγματευτικής ισχύος.
Η δε ανησυχία που καλλιεργείται από τα κρούσματα του ιού στην Ιταλία αφορά αφενός τη γειτνίαση με την Ελλάδα, αλλά και το γεγονός του ότι πλέον εξαπλώνεται στην καρδιά της Ευρώπης. Οι εκτιμήσεις παραμένουν προς το παρόν πρόωρες, ωστόσο οι πρώτες ανησυχίες εστιάζουν στο πλήγμα που ενδεχομένως θα επέλθει στις ελληνικές εξαγωγές (η Ιταλία αποτελεί τον μεγαλύτερο προορισμό για τα ελληνικά προϊόντα), σε τουρισμό και μεταφορές.
ΠΗΓΗ: euro2day.gr