Προ των πυλών η κολοσσιαία επενδυτική συμφωνία ΕΕ – Κίνας
17:00 - 30 Δεκεμβρίου 2020
Μετά από επτά ολόκληρα χρόνια σκληρών διαβουλεύσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές, ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ συζήτησε σήμερα μέσω τηλεδιάσκεψης, με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, την Καγκελάριο Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, τα τελευταία βασικά ζητήματα, ώστε vα βρεθεί η χρυσή τομή που θα επιτρέπει στις ευρωπαϊκές εταιρείες και βιομηχανίες να αποκτήσουν πρόσβαση στην αχανή κινεζική αγορά.
Ωστόσο, για τους επικριτές, ακόμα και εντός της ΕΕ, πρόκειται για μια βιαστική συμφωνία που ενδέχεται να περιπλέξει τις σχέσεις ΕΕ και ΗΠΑ, λίγες μόνο εβδομάδες πριν αναλάβει τα προεδρικά καθήκοντα στην Ουάσιγκτον ο Τζο Μπάιντεν. Από την άλλη πλευρά, για την Άνγκελα Μέρκελ μια ενδεχόμενη συμφωνία θα αποτελέσει μια στρατηγική νίκη.
Στην τηλεδιάσκεψη, οι ηγέτες της ΕΕ και της Κίνας συμφώνησαν για την έναρξη της διαδικασίας επικύρωσης της συμφωνίας, κάτι που θα χρειαστεί πολλούς ακόμα μήνες, καθώς απαιτείται η έγκριση τόσο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όσο και από ορισμένα εθνικά κοινοβούλια κρατών – μελών της ΕΕ.
Η ονομαζόμενη «Συνολική συμφωνία για επενδύσεις (CAI)» αναμένεται να καταργήσει τα εμπόδια που θέτει το Πεκίνο σε ορισμένες βιομηχανίες και εταιρείες της ΕΕ που ασχολούνται με τα ηλεκτρικά οχήματα, τις υπηρεσίες cloud computing, τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, τον κλάδο της υγείας και την αγορά ακινήτων, καθώς οι ευρωπαϊκές εταιρείες που επιχειρούν στην Κίνα αντιμετωπίζουν ένα από τα πιο περιοριστικά καθεστώτα άμεσων ξένων επενδύσεων στον κόσμο.
Για την Κίνα η συμφωνία περιλαμβάνει επενδυτικές δυνατότητες σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ΕΕ, ωστόσο το κύριο κέρδος για το Πεκίνο είναι περισσότερο διπλωματικό, καθώς η κινεζική ηγεσία υιοθέτησε μια πολύ πιο ευέλικτη στάση στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ αμέσως μετά την νίκη του Τζο Μπάιντεν στις αμερικανικές εκλογές. Παρά ταύτα σε αρκετούς τομείς, όπως οι αερομεταφορές, οι ευρωπαϊκές εταιρείες δεν θα έχουν απεριόριστη πρόσβαση και θα πρέπει να συνάπτουν κοινοπραξίες με κινεζικές εταιρείες, μοιράζοντας μέρος των εμπορικών και βιομηχανικών τους μυστικών.
Άλλες ευρωπαϊκές βιομηχανίες, συμπεριλαμβανομένων αυτών που ασχολούνται με την μεταποίηση, τον τραπεζικό τομέα και τις συμβουλευτικές υπηρεσίες θα απολαμβάνουν απεριόριστη πρόσβαση στην κινεζική αγορά, καθώς θα μπορούν να ανταγωνίζονται με δίκαιους όρους τους κρατικούς γίγαντες της Κίνας. Στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, οι Ευρωπαίοι θα μπορούν να χτίσουν πλήρως ιδιωτικά νοσοκομεία και κλινικές σε μεγάλες πόλεις όπως το Πεκίνο, η Σαγκάη και το Σενζέν, αλλά σε μικρότερες πόλεις θα πρέπει να συνεργάζονται με κινεζικές εταιρείες. Παράλληλα οι διαδικτυακές αγορές στην Κίνα θα παραμείνουν «κλειστές» για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 2019 η ΕΕ εξήγαγε αγαθά αξίας περίπου 198 δισ. ευρώ στην Κίνα, ενώ εισήγαγε αγαθά αξίας 362 δισ. ευρώ. Μια ενδεχόμενη συμφωνία θα αποτελούσε τεράστια νίκη για τις ευρωπαϊκές και κυρίως τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, καθώς θα τους επέτρεπε να αυξήσουν τις επενδύσεις τους στην κερδοφόρα και σταθερά αναπτυσσόμενη κινεζική αγορά χωρίς να αντιμετωπίσουν περιορισμούς, όπως οι αναγκαστικές κοινοπραξίες. Η σπουδή της Άνγκελα Μέρκελ να καταλήξει σε μια καταρχήν συμφωνία ΕΕ – Κίνας δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς την υποστήριξη των Βρυξελλών, αλλά και του πρόεδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος φαίνεται να έχει δώσει το πράσινο φως για την υπογραφή της «CAI», καθώς οι τελικοί όροι θα αποτελέσουν προϊόν διαπραγμάτευσης ολόκληρο το 2021 και η συμφωνία θα υπογραφεί επισήμως το πρώτο εξάμηνο του 2022, όταν η Γαλλία θα ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ.
ΠΗΓΗ: newmoney.gr